Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

«Δότε δακτύλιον εἰς τήν χεῖρα αὐτοῦ»


Την εντολή να φορέσουν δακτυλίδι στο δάκτυλο του ασώτου που επέστρεψε, δίνει ο πατέρας. Προφανώς και πριν την απομάκρυνσή του από την πατρική οικία ο νεώτερος υιός φορούσε δακτυλίδι, το οποίο ή πούλησε ή έχασε στη μακρινή χώρα της άστατης ζωής. Και τώρα, επιστρέφοντας, ο πατέρας του δίνει πάλι δαχτυλίδι για να θυμίσει και σε κείνον και σε μας σήμερα τρία πράγματα.
Το δαχτυλίδι συμβολίζει τη σφραγίδα του Πατέρα, το οικόσημο της οικογένειας στην οποία ο άσωτος έχει αποφασίσει να επανενταχθεί. Ο άσωτος επέλεξε αρχικά να διακόψει την κοινωνία με το σπίτι αυτό και με το Πρόσωπο στο οποίο το σπίτι ανήκει. Νόμισε πως παίρνοντας μαζί του την ιδιοκτησία που του άνηκε έκοβε κάθε σχέση και δεσμό με το σπίτι του. Δεν κατάλαβε πως το δαχτυλίδι συμβολίζει την βαθύτερη σχέση της οικογένειας, την αγάπη και την ελευθερία. Αυτή την αγάπη και ελευθερία παρέχει ο Θεός Πατέρας σε όλα τα παιδιά του που θέλουν να έχουν σχέση μαζί Του.
Το δαχτυλίδι είναι σημείο των ελεύθερων ανθρώπων και όχι των δούλων. Σημείο της ελευθερίας από τα πάθη και της μετανοίας το δαχτυλίδι, συνοδεύεται από την βρώση του σιτευτού μόσχου, δηλαδή του Χριστού, και του ευφρανθήναι, δηλαδή την μετοχή μας στη Θεία Λειτουργία, που μας δίδει την χαρά, η οποία γίνεται διαρκής.
Το δαχτυλίδι είναι το σύμβολο των ουρανίων χαρισμάτων, των καρπών του Αγίου Πνεύματος, τα οποία ο άνθρωπος λαμβάνει ως δωρεά από τον Θεό όταν ζει την ζωή της Εκκλησίας. Ο Θεός δεν μας αφήνει τραυματισμένους, ταπεινωμένους, γυμνούς στη ζωή και την κοινωνία μαζί Του. Το δαχτυλίδι είναι ο αρραβώνας του Πνεύματος, το οποίο μας υιοθετεί και μας δίδει την δυνατότητα να χαιρόμαστε με την τα χαρίσματά Του, την πίστη, την ειρήνη, την χαρά, την μακροθυμία και κυρίως την αγάπη. Ο Θεός μας θέλει στολισμένους με την αγιότητα.
Η ανάγνωση της παραβολής την περίοδο του Τριωδίου μας υπενθυμίζει ότι έχουμε ανάγκη επαναπροσδιορισμού του Ποιος και Τι είναι ο Πατέρας μας και πώς βλέπουμε τη ζωή στην Εκκλησία. Το δαχτυλίδι το οποίο μας δόθηκε στο βάπτισμα είναι στα χέρια μας. Είναι όμως δική μας ευθύνη να χαιρόμαστε βλέποντάς το και έχοντας του επάνω μας ή να το αφήσουμε ή να το θεωρήσουμε σημείο σκλαβιάς και να αρνηθούμε την κοινωνία με τον Δωρητή.


Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016

ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΥ

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ 16

Η αγία Αργυρή
Η Αγία Αργυρή καταγόταν από την Προύσα της Μικράς Ασίας το 1688, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Οι γονείς της ήταν ιδιαίτερα θεοσεβείς και την ανέθρεψαν με πνευματικό τρόπο. Ήταν ιδιαίτερα όμορφη και ευλαβούνταν πολύ το Θεό. Σε ηλικία 17 ετών παντρεύτηκε. Ένας γείτονάς της Τούρκος την ερωτεύθηκε και θέλησε να την χωρίσει από τον άντρα της. Αυτή αρνήθηκε και τότε αυτός τη συκοφάντησε στον Τούρκο δικαστή (τον κατή) ότι δήλωσε πως θα γίνει μουσουλμάνα και μετά το αναίρεσε. Αυτός θύμωσε, την συνέλαβε, την δίκασε και την καταδίκασε να αλλάξει πίστη, να γίνει δηλαδή μουσουλμάνα και να παντρευτεί τον γείτονα Τούρκο. Η Αργυρή αρνήθηκε και τότε ο δικαστής και την έστειλε φυλακισμένη στην Κωνσταντινούπολη.
Εκεί έμεινε φυλακισμένη για 16 χρόνια, αφού υπέστη πολλά βασανιστήρια. Μέσα στη φυλακή έζησε εν προσευχή και νηστεία και βοήθησε πολλές μουσουλμάνες να γίνουν χριστιανές. Το ίδιο και η στάση της βοήθησε και όσες χριστιανές έμπαιναν στη φυλακή να αλλάξουν ζωή. Τόση χαρά είχε η καρδιά της Αγίας που αξιώθηκε να φυλακιστεί για το Χριστό και τόσο μεγάλη ανάπαυση λογάριαζε τη φυλακή για το Χριστό, ώστε αρνήθηκε σε κάποιον που είχε τη δύναμη να την απελευθερώσει να το κάνει. Προτίμησε να παραμείνει στη φυλακή, ζώντας το μαρτύριο της στέρησης της ελευθερίας για το Χριστό.
Κάποια στιγμή αρρώστησε. Η Αργυρή ένιωσε ότι επρόκειτο να πεθάνει. Στη φυλακή ήταν τότε ένας γέροντας, ο οποίος είχε καταδικαστεί για οικονομικούς λόγους. Αυτός, επειδή ήταν μεγάλος στην ηλικία, μπορούσε να κινείται κάπως ελεύθερα. Η Αργυρή του ζήτησε να βρει έναν τρόπο ώστε να μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Εκείνος μπόρεσε να ενημερώσει κάποιον ιερέα, ο οποίος έβαλε την Θεία Κοινωνία σε ένα σακουλάκι με σταφίδες. Έτσι, μπόρεσε με τη βοήθεια του γέροντα που της έφερε τις σταφίδες, η Αργυρή να κοινωνήσει. Στις 30 Απριλίου 1721 παρέδωσε την ψυχή της στο Χριστό.
Το άγιο λείψανό της το πήραν οι χριστιανοί και το ενταφίασαν στο Χάσκιοϊ. Μετά από τρία χρόνια έκαναν την ανακομιδή του και το βρήκαν άθικτο και ακέραιο και να ευωδιάζει. Το πήραν με μεγάλη ευλάβεια οι ιερείς και οι χριστιανοί και το εναπέθεσαν στην Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, στην Κωνσταντινούπολη, όπου έκανε πολλά θαύματα. Από τότε κάθε χρόνο στην μνήμη της τελούνταν η θεία λειτουργία και κατόπιν γινόταν λιτανεία. Το 1955 οι Τούρκοι έκαψαν ελληνικές εκκλησίες και ελληνικά καταστήματα. Μεταξύ αυτών λεηλάτησαν και το ναό της Αγίας Παρασκευής και έκαψαν την λάρνακα με τα λείψανα της αγίας, από τα οποία έμειναν πολύ λίγα, τα οποία τιμούνται και σήμερα.
Η μνήμη της αγίας Αργυρής εορτάζεται στις 30 Απριλίου κάθε χρόνο.

Ερμηνευτικά σχόλια
ήταν ιδιαίτερα θεοσεβείς: οι γονείς της αγίας Αργυρής την μεγαλώνουν με κύρια αξία της την πίστη στο Χριστό. Η πίστη αυτή εκφράζεται με το να μην υποχωρεί στις προκλήσεις των ανθρώπων. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι όταν παντρεύεται, αρνείται να αλλάξει την πίστη της και να χωρίσει τον άντρα της, για να παντρευτεί έναν μουσουλμάνο με τον οποίο ήταν βέβαιο ότι θα περνούσε πολύ καλύτερα, καθώς θα είχε και χρήματα και την αποδοχή των Τούρκων, ανάμεσα στους οποίους ζούσε. Όμως για την αγία σημασία έχει η πίστη στο Χριστό, αλλά και η πίστη στον άντρα της.
ήταν όμορφη: η αγία δεν θεωρεί την ομορφιά του σώματος ως το πιο αξιόλογο επάνω της, αλλά την ομορφιά της ψυχής. Δεν θα διστάσει να θυσιάσει την ομορφιά του σώματος, ταλαιπωρούμενη για το Χριστό, αρκεί να μην χάσει την ομορφιά της ψυχής, τη σωτηρία της δηλαδή από το κακό και την απιστία. Σήμερα οι άνθρωποι θεωρούν την εξωτερική εμφάνιση το Α και το Ω στη ζωή τους, με αποτέλεσμα να σπαταλούν πολύ χρόνο γι’ αυτήν, να κοιτιούνται στον καθρέφτη, να αγοράζουν καλλυντικά και αρώματα, πολλά ρούχα και να μην σκέπτονται ότι πιο σημαντικό είναι η φροντίδα της ψυχής, δηλαδή η καλλιέργεια της πίστης και της αγάπης στο Θεό.
στη φυλακή: οι άνθρωποι έναν φυλακισμένο τον θεωρούμε κακό άνθρωπο. Έτσι δεν τον σκεφτόμαστε καθόλου και νιώθουμε ότι αξίζει την τιμωρία του. Όμως δεν είναι όλοι οι φυλακισμένοι δίκαια στην φυλακή, όπως ακριβώς στην περίπτωση της αγίας. Επομένως, ας θυμόμαστε τον λόγο του Χριστού που θα πει στην Δευτέρα Παρουσία ότι θα είναι κοντά Του στον Παράδεισο όσοι είδαν στο πρόσωπο του φυλακισμένου ανθρώπου, στο πρόσωπο, του αρρώστου, στο πρόσωπο του ξένου, στο πρόσωπο του περιθωριακού, του διαφορετικού, την εικόνα του Χριστού, τον Ίδιο τον Χριστό, προσευχήθηκαν για όσους βρίσκονται σ’ αυτή την κατάσταση και δεν τους περιφρόνησαν. Η αγία Αργυρή μάλιστα ενίσχυε στην πίστη και άλλες γυναίκες που βρέθηκαν στη φυλακή και έκανε αρκετές να πιστέψουν στο Χριστό. Επομένως, η παρουσία της στη φυλακή βοήθησε άλλους ανθρώπους και γι’ αυτό ίσως ο Χριστός να επέτρεψε να μείνει εκεί για 16 χρόνια.
σταφίδες: η τελευταία επιθυμία της αγίας ήταν να κοινωνήσει. Να λάβει δηλαδή το σώμα και το αίμα του Χριστού ως ευλογία, πριν φύγει από αυτό τον κόσμο. Είναι δείγμα της πίστης της και της αγάπης της προς το Χριστό, το ότι θέλει η τελευταία χαρά της στον κόσμο αυτό να είναι η κοινωνία της με το Χριστό. Έτσι ο γέροντας που μπορεί να κινηθεί πιο ελεύθερα θα της φέρει την θεία κοινωνία κρυμμένη στις σταφίδες. Μετά από αυτή την κίνηση η Αργυρή θα φύγει από αυτόν τον κόσμο, για να πάει από τη φυλακή στον Παράδεισο.
έκαψαν τη λειψανοθήκη: Οι Τούρκοι δεν έπαψαν να δείχνουν κακία εις βάρος των χριστιανών. Έτσι, όταν τους δόθηκε η ευκαιρία, έκαψαν την λειψανοθήκη της αγίας. Δεν την σεβάστηκαν όσο ήταν στη ζωή, δεν την σεβάστηκαν και μετά θάνατον. Όμως η αγία είναι κοντά στο Θεό και μπορούμε να την επικαλούμαστε στις προσευχές μας και εκείνη να μας βοηθά. Ιδίως όσους βρίσκονται σε δυσκολίες, όσους είναι περιθωριακοί. Ας μην το λησμονούμε λοιπόν το ότι ο Θεός αγαπά και αυτούς που ζούνε όπως όλοι, αλλά και εκείνους που για πραγματικά ή μη πραγματικά σφάλματα βγαίνουν από τον τρόπο ζωής των πολλών και γίνονται περιθωριοποιημένοι ή δεν είναι καλά στη ζωή τους, ζούνε στις φυλακές, είναι άρρωστοι, είναι διαφορετικοί από τους άλλους και εκείνοι τους απορρίπτουν. Ας προσευχόμαστε από την μικρή μας ηλικία για τους ανθρώπους που είναι στην άκρη της ζωής και ο Χριστός θα δείχνει και σε μας την αγάπη Του αλλά και σε εκείνους που την χρειάζονται πολύ. Αυτό μας κάνει αληθινά ανθρώπους του Θεού.
Ερωτήσεις
1. Γιατί η αγία δεν ήθελε να χωρίσει από τον άντρα της και να παντρευτεί τον μουσουλμάνο;
2. Γιατί οι Τούρκοι την μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη;
3. Γιατί η αγία ζήτησε να κοινωνήσει πριν πεθάνει;
4. Έχουμε το δικαίωμα να χωρίζουμε τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς ή να δείχνουμε αγάπη σε όλους;
5. Τι μας δείχνει η αγία για τους φυλακισμένους και τους περιθωριακούς;
6. Πώς μπορούμε να δείξουμε καλοσύνη σε όσους υποφέρουν;
Συμπέρασμα
Οι φυλακισμένοι, οι ανήμποροι, οι διαφορετικοί είναι κι αυτοί εικόνες του Θεού και αξίζουν την αγάπη μας.


Βρες 6 λέξεις από την ιστορία που είναι γραμμένες από το τέλος προς την αρχή
ΣΟΤΣΙΡΧΗΞΚΛΟΙΘΣΕΔΙΦΑΤΣΗΓΦΔΡΗΚΑΛΥΦΗΓΦΣΗΤΣΑΚΙΔΞΗΥΘΙΗΡΥΓΡΑΓΦΔΣΑΣΥΟΡΠ

Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΟΦΟΣ

O παπαγάλος και ο σοφός

Κάποτε ζούσε ένας άνθρωπος που του άρεσε να ακούει τη διδασκαλία κάποιου σοφού, ποτέ όμως δεν έμπαινε στον κόπο να κάνει πράξη τα όσα άκουγε.
Όταν ο παπαγάλος του, ο οποίος μπορούσε να μιλάει καλά, τον ρώτησε πού πήγαινε κάθε μέρα, εκείνος απάντησε ότι επιθυμούσε να μάθει περισσότερα για τον Θεό και την ελευθερία. Αυτός ήταν και ο λόγος που πήγαινε να ακούσει τα λόγια του σοφού. Ο παπαγάλος τότε τον έβαλε να ρωτήσει τον σοφό πώς θα μπορούσε κι εκείνος να απελευθερωθεί.

Ο άνθρωπος λοιπόν έκανε την ερώτηση του παπαγάλου στον σοφό, ο οποίος αμέσως έπεσε κάτω στο έδαφος σαν να λιποθύμησε ξαφνικά. Όσοι ήταν μαζεμένοι τριγύρω θύμωσαν πολύ μαζί του που τόλμησε να κάνει μια τέτοια ερώτηση και του ζήτησαν να φύγει αμέσως. Όταν επέστρεψε στο σπίτι, διηγήθηκε στον παπαγάλο όλη την ιστορία.
Το επόμενο πρωί βρήκε τον παπαγάλο ακίνητο μέσα στο κλουβί του. Ο άνθρωπος υπέθεσε ότι ήταν νεκρός και άνοιξε το κλουβί για να τον βγάλει έξω.

Ο παπαγάλος πέταξε αμέσως στο κλαδί ενός δέντρου και του είπε: «Ακολούθησα τα λόγια του σοφού και τώρα είμαι ελεύθερος. Καλό θα ήταν να εφαρμόζεις κι εσύ τις οδηγίες του».
Πολλές φορές ακολουθούμε ένα μονοπάτι και το μόνο που κάνουμε είναι να αποθηκεύουμε ως πληροφορίες τα όσα μαθαίνουμε “παπαγαλίζοντας” τη θεωρία του. Κανένα μονοπάτι όμως δεν έχει νόημα, εάν αυτά που μαθαίνουμε δεν τα εφαρμόζουμε στην πράξη.
Λίγα λόγια για το θέμα του μήνα.
Μία από τις πιο συνηθισμένες ενστάσεις των κατηγόρων της Εκκλησίας είναι πως οι κληρικοί και αυτοί που «κάνουν μεγάλους σταυρούς» στην καθημερινότητά τους είναι πολύ χειρότεροι χαρακτήρες από τους ίδιους και συμπεριφέρονται με τρόπο που δεν αρμόζει στην χριστιανική τους ιδιότητα.
Οφείλω να ομολογήσω πως έχουν δίκαιο και μάλιστα το παραδέχομαι και για τον εαυτό μου, δεδομένου ότι το να φτάσεις σε μέτρα αρετής χρειάζεται αγώνας και κόπος πολύς. Είναι μεγάλη η απόσταση μεταξύ της θεωρίας και της πράξης, αλλά τουλάχιστον θα πρέπει να προσπαθούμε. Αυτό που απλά απαντώ, όταν προσάπτουν αυτήν την κατηγορία στους εκκλησιαζομένους, είναι: «φαντάσου πώς θα συμπεριφερόταν αυτός ο άνθρωπος, αν δεν πατούσε το πόδι του στην Εκκλησία. Αγριάνθρωπος θα ήταν».
Δεν ξέρω αν ισχύει αυτός ο υποθετικός ισχυρισμός μου, αλλά αναμφίβολα οι εκκλησιαζόμενοι κάτι καλό θα πρέπει να παίρνουμε από το Ναό και να το εφαρμόζουμε και έξω από αυτόν, στην καθημερινότητά μας. Στην αντίθετη περίπτωση θα είμαστε στην κατηγορία των «κλητών» αλλά μη «εκλεκτών», δηλαδή στην κατηγορία των ανθρώπων που λάβαμε πρόσκληση από το Θεό να Τον γνωρίσουμε και να βρεθούμε μαζί Του, αλλά που δεν ανταποκριθήκαμε θετικά στην πρόσκληση αυτή.
Σε άλλη περίπτωση, άλλωστε, ο Χριστός μακαρίζει όχι τους ακροατές του Λόγου του Θεού αλλά τους ακροατές που εφαρμόζουν και όσα ακούνε, «μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν».
Βέβαια, τα ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για την πνευματική μας ζωή αλλά και για κάθε περίπτωση όπου μια ωραία και ξεκάθαρη θεωρία δεν εφαρμόζεται στην ζωή μας. Η αξία των γνώσεων αποδεικνύεται στην εφαρμογή τους.


Η Ιερά Ακολουθία της Προσκομιδής - Τα δώρα των χριστιανών για τη Θεία Λειτουργία

Μετά από διάστημα που ξεπερνά τον ένα χρόνο θα συνεχίσουμε με την ακολουθία της Προσκομιδής, δηλαδή, την προετοιμασία των προσφερόμενων δώρων για την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας.
Στον άγιο δίσκο υπάρχει μία μερίδα για κάθε μέλος της Εκκλησίας. Πάνω σ’ αυτόν τον μικρό δίσκο, σε κάθε Θεία Λειτουργία, συγκεντρωνόμαστε όλοι μας για να κοινωνήσουμε τον Χριστό (το Σώμα και το Αίμα Του) και να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας.
«Πριν από κάθε Θεία Λειτουργία, στον Όρθρο, ο ιερέας κάνει την τελετή της Προσκομιδής. Φέρνει δηλαδή στην αγία Πρόθεση τις προσφορές των πιστών και τις τεμαχίζει. Πρώτα βγάζει τη μεγάλη μερίδα, τον Αμνό, που θα μεταβληθεί σε Σώμα Κυρίου, και έπειτα τις μερίδες της Κυρίας Θεοτόκου, των Αγγέλων, των Αγίων και των Χριστιανών, «ζώντων και τεθνεώτων», τις οποίες τοποθετεί γύρω από τον Αμνό, μέσα στο ιερό δισκάριο.
Βλέπετε; Ολόκληρη η Εκκλησία… μέσα στο δισκάριο! Ο Κύριος Ιησούς, η Παναγία Μητέρα Του, ο Τίμιος Πρόδρομος, οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, οι Δίκαιοι, «πάντων των αγίων ο χορός», ενωμένοι μ’ εμάς, τους ευτελείς και ταπεινούς. Κοινωνία ζωντανών και πεθαμένων. Κοινωνία Αγίων και αμαρτωλών. Κοινωνία Θεού και ανθρώπων. Αυτή είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού!»
(Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης)

Ο Αμνός και οι μερίδες που τοποθετεί ο Ιερέας πάνω στον Άγιο Δίσκο.
Το μεγάλο τετράγωνο κομμάτι που ο Ιερέας τοποθετεί στο κέντρο του αγίου δίσκου λέγεται Αμνός (1). Είναι αυτό που θα ευλογήσει ο Ιερέας για να γίνει Σώμα Χριστού. Η λέξη «αμνός» σημαίνει πρόβατο και μας θυμίζει τον Χριστό, που θυσιάστηκε για χάρη μας, «όπως τα πρόβατα στη σφαγή». Πάνω του είναι γραμμένο: «Ιησούς Χριστός νικά».
Το τριγωνικό κομμάτι (2) είναι η μερίδα της Παναγίας, της Μητέρας του Χριστού.
Τα 9 τριγωνάκια είναι (3) :
Το πρώτο, για τους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ και για όλους τους Αγίους Αγγέλους.
Το δεύτερο, για τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και όλους τους Προφήτες.
Το τρίτο, για τους Αγίους Αποστόλους.
Το τέταρτο, για όλους τους Ιεράρχες, δηλαδή τους επισκόπους που αγίασαν.
Το πέμπτο, για όλους τους Αγίους που μαρτύρησαν για τον Χριστό, τους Μάρτυρες.
Το έκτο, για όλους τους Οσίους, άνδρες και γυναίκες, δηλαδή τους μοναχούς που αγίασαν.
Το έβδομο, για όλους τους Αγίους Αναργύρους.
Το όγδοο, για τους γονείς της Παναγίας, τον Ιωακείμ και την Αννα, καθώς και για τον Άγιο που γιορτάζει την ημέρα εκείνη,
και το ένατο, για τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο ή τον Μέγα Βασίλειο –ανάλογα με το ποιος έγραψε την Θεία Λειτουργία που τελείται εκείνη την ημέρα.
Στη συνέχεια, ο ιερέας βγάζει μία μερίδα για τον Αρχιεπίσκοπο.
Και τέλος, ο ιερέας βγάζει τις «μερίδες» (4). Οι «μερίδες» είναι κάποια μικρά ψίχουλα από το πρόσφορο. Βγάζει από μία μερίδα για κάθε Χριστιανό, ζωντανό ή πεθαμένο. Σε κάθε μερίδα που βγάζει, λέει: « Μνήσθητι, Κύριε, του δούλου Σου (τάδε)…» -που σημαίνει: «Θυμήσου, Κύριε, τον δούλο Σου (τάδε)». Στο τέλος θα πει «Μνήσθητι, Κύριε, και των λοιπών», δηλαδή «Θυμήσου, Κύριε, και τους υπόλοιπους Χριστιανούς» για να μην λείψει κανένας από το γιορτινό Τραπέζι της Θείας Λειτουργίας.


Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016

ὁ ταπεινῶν ἑαυτόν ὑψωθήσεται

Κάθε άνθρωπος στη ζωή του επιθυμεί τη δικαίωση, την καταξίωση. Προσπαθεί να επιτύχει στόχους που έχει θέσει ο ίδιος ή που επιδοκιμάζει το κοινωνικό σύνολο, ενώ αισθάνεται την ανάγκη να υπερασπιστεί τον εαυτό του και το όραμά του, την προσπάθειά του, τις επιλογές του ενώπιον των άλλων. Η απόρριψή του από αυτούς θεωρείται πλήγμα για την αξιοπρέπειά του. Η απόρριψή του εκ του αποτελέσματος, δηλαδή η αποτυχία στην εκπλήρωση των στόχων, προκαλεί λύπη. Εύκολα ο άνθρωπος επιρρίπτει τις ευθύνες στους άλλους και στις περιστάσεις της ζωής που δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν και να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων του. Δύσκολα ο άνθρωπος κρίνει τον εαυτό του για να διαπιστώσει τι έφταιξε από δικής του πλευράς. Μόνο όμως η γνήσια αυτοκριτική, η οποία έχει να κάνει με αυτό που ονομάζουμε «ταπείνωση», αποτελεί την βάση όχι για την δικαίωση του ανθρώπου, αλλά για την επανεκτίμηση των στόχων που θέτει, της συμπεριφοράς του έναντι των άλλων, του αν εργάστηκε όσο χρειαζόταν για την δικαίωσή του. Κυρίως όμως η ταπείνωση βοηθά τον άνθρωπο, ακόμη κι αν έκανε αυτό που μπορούσε, να παραδεχτεί ότι υπάρχει μία άλλη δύναμη, ένα άλλο σχέδιο, μία άλλη πρόνοια στη ζωή που επιτρέπει ή όχι την επίτευξη των όσων ο άνθρωπος επιδιώκει.
Αν αυτά ισχύουν για την καθημερινὀτητα, εξίσου ισχύουν και για την πνευματική ζωή. Αυτήν που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέτουμε ως προτεραιότητα της ύπαρξής μας. Τον αγώνα μας δηλαδή εναντίον του κακού στις ποικίλες μορφές του. Τον αγώνα για την βίωση της αρετής. Τον αγώνα που πηγάζει από την σχέση μας με το Θεό, την εμπιστοσύνη μας σ’ Αυτόν και στις εντολές Του. Την επιθυμία να μην είναι ο εαυτός μας μόνο η έγνοιά μας, αλλά και η αγάπη για τους άλλους. Και στην πνευματική ζωή υπάρχει η ανάγκη για δικαίωση. Για σωτηρία. Για μετοχή στη Βασιλεία του Θεού. Για ένα σημάδι της αγάπης του Θεού, για την παρουσία Του στις καρδιές και τη ζωή μας. Και δεν είναι εγωιστικό αυτό. Είναι η ανάγκη της ατελούς φύσης μας να λάβει Πνεύμα, για να μεταμορφωθεί και να οικειωθεί την χαρά της αιωνιότητας.
Αυτή η ανάγκη για δικαίωση διαφαίνεται ιδιαίτερα στην παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου, με την οποία η Εκκλησία μας εισάγει στην πιο κατανυκτική λειτουργική περίοδο του χρόνου, που είναι το Τριώδιο. Οι δύο ανθρώπινοι τύποι πηγαίνουν στο ναό, για να ανοίξουν την καρδιά τους στο Θεό. Ο ένας έχει κάθε λόγο να αισθάνεται δικαιωμένος για την ζωή την οποία έχει επιλέξει. Τηρεί επ’ ακριβώς τις εντολές του Θεού. Δεν είναι όπως οι υπόλοιποι άνθρωποι που είναι παραδομένοι στην αποστασία από το θείο θέλημα. Κυρίως, δεν είναι όπως ο τελώνης, η προσωποποίηση της αμαρτωλότητας. Δεν είναι μόνο γενική η κρίση του Φαρισαίου, αλλά και ειδική. Έχει μέτρο σύγκρισης τόσο την ζωή του κόσμου, όσο και την ζωή συγκεκριμένων συνανθρώπων του που βρίσκονται μαζί του στο ναό. Από την άλλη, ο τελώνης δεν βρίσκει κανένα επιχείρημα που να τον κάνει να αισθάνεται δικαιωμένος έναντι του Θεού. Προφανώς αποδέχεται πλήρως τα όσα ο Φαρισαίος του καταμαρτυρεί. Και εξετάζοντας τον εαυτό του μόνο η κραυγή «ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18, 13) μπορεί να εξέλθει από το στόμα του. Και θα χτυπήσει το στήθος του, ως ένδειξη πένθους για τη ζωή του.
Ένας άνθρωπος που αισθάνεται κατά πάντα δικαιωμένος. Και ένας άνθρωπος που αισθάνεται να μην έχει τίποτε να παρουσιάσει στο Θεό, τίποτε που να δίνει στο Θεό μία μικρή αφορμή ευσπλαχνίας για το πρόσωπό του. Και όμως, ο λόγος του Χριστού είναι ξεκάθαρος. «Κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ ἤ γάρ ἐκεῖνος» (Λουκ. 18, 14). Ο τελώνης έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με το Θεό, ενώ ο Φαρισαίος όχι. Η ταπείνωση δικαιώνει. Η επίγνωση ότι δεν είναι τελικά τα έργα μας που μας σώζουν, αλλά η μετάνοια, η ανάθεση της ζωής μας στο έλεος του Θεού, η αποφυγή της κατάκρισης εις βάρος των άλλων, που εκφράζονται με το να στεκόμαστε στην άκρη, με το να κοιτούμε χαμηλά και όχι με αυθάδεια προς τα πάνω και η παράθεση του εαυτού μας στα χέρια του Θεού.
Τελικά δεν χρειάζεται να αγωνιούμε για την δικαίωσή μας, μας λέει ο Χριστός. Χρειάζεται να βλέπουμε τα λάθη και τα πάθη μας, όχι για να απελπιζόμαστε, αλλά για να καταφεύγουμε στο ναό του Θεού, στον τρόπο της Εκκλησίας και εν τη ταπεινώσει μας ο Κύριος θα μας θυμηθεί. Δύσκολος ο δρόμος αυτός, διότι σκοντάφτει στην επιθυμία του εγώ μας να βρει αποδοχή. Ο Θεός δίδει την δικαίωση, μας λέει ο Χριστός. Ας μην την επιδιώκουμε από τους ανθρώπους, ό,τι κι αν κάνουμε, διότι τότε, θα αγωνιζόμαστε για να αρέσουμε σε εκείνους και αυτός ο δρόμος οδηγεί στην πνευματική κατάρρευση της υπερηφάνειας. Ας έχουμε επίγνωση της ζωής, της αμαρτωλότητας, της απομάκρυνσής μας από τις εντολές του Θεού και ας επιζητούμε το έλεός Του, Αυτός διαβεβαίωσε ότι: «ὁ ταπεινῶν ἑαυτόν ὑψωθήσεται».


ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ 15


Ο άγιος Μιχαήλ ο Μαυρουδής

Ο Άγιος αυτός μάρτυρας του Χριστού γεννήθηκε μετά το 1500 στο χωρίο Γρανίτσα της Ευρυτανίας. Οι γονείς του, Δημήτριος και Σωτήρα, ήταν θεοσεβείς, ελεήμονες και φιλακόλουθοι. Τον συμβούλευσαν να είναι ταπεινός, σεμνός, και γενικά να φυλάει τις εντολές του Θεού. Όταν ο πατέρας του πέθανε, η μητέρα του τον πάντρεψε και ο Μιχαήλ πήγε στη Θεσσαλονίκη για να ζήσει. Εργάστηκε σε διάφορα αρτοποιεία και τέλος άνοιξε δικό του φούρνο. Από τον ίδρωτα του ζούσε αυτός, έδινε στους πτωχούς και βοηθούσε και τις Εκκλησίες. Ο Μιχαήλ έτρεχε πάντοτε στις Ακολουθίες της Εκκλησίας. Έτρεχε επίσης και όπου γινόταν κήρυγμα. Ήθελε μάλιστα να γίνει και μοναχός.
Την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, ο Μιχαήλ ήταν από τα μεσάνυχτα στην Εκκλησία και άκουσε όλη την Ακολουθία. Την άλλη ημέρα, μετά την Ακολουθία επήρε ευλογία και έφυγε γρήγορα για το μαγαζί του. Εκεί άρχισε συζήτηση περί θρησκείας με ένα τουρκόπουλο. Περνούσε τότε από εκεί ένας νομοδιδάσκαλος των Οθωμανών και του λέει:
—Τι είναι αυτά που λες, άνθρωπε. Γιατί βλαστημάς την ένδοξη πίστη μας;
—Εγώ, του λέγει ο Άγιος, είμαι πιστός και αληθινός ευσεβής, με την Χάρη του Χριστού μου του αληθινού Θεού. Και ξέρω τι πιστεύω και τι λέω. Είμαι έτοιμος να πεθάνω για την πίστη μου. Εσείς ταλαίπωροι, είστε πλανεμένοι και βαδίζετε στο σκοτάδι, διότι έχετε μια θρησκεία γεμάτη από παραμύθια.
Στο μεταξύ συγκεντρώθηκε πλήθος Τούρκων εκεί. Τον έπιασαν και τον πήγαν στο δικαστή και ξεκίνησε η ανάκριση του Αγίου. Αυτός με θάρρος ομολόγησε ότι είναι Χριστιανός και κήρυξε τις αλήθειες της πίστης μας, λέγοντας τους:
—Εσείς πιστεύετε στο Θεό, αλλά δεν τον πιστεύετε ορθά. Πρώτον δεν πιστεύετε, ότι είναι Τριαδικός, Πατήρ, Υιός και Άγιος Πνεύμα. Και δεύτερον, ότι ο Χριστός είναι Θεός και άνθρωπος, που θα κρίνει ζώντας και νεκρούς.
Έπειτα τον φυλάκισε. Το ίδιο βράδυ πήγαν πιστοί να ενισχύσουν τον Άγιο και τον βρήκαν να προσεύχεται χωρίς ταραχή η φόβο γιατί τον είχε επισκεφτεί ο Κύριος δίνοντας του θάρρος.
Την επομένη το πρωί (Πέμπτη) αφού δεν μπόρεσαν να τον κάνουν να αλλαξοπιστήσει τον βάζουν αλυσοδεμένο μέσα σε φωτιά. Ο Άγιος έλαμπε από χαρά. Ήταν δώδεκα το μεσημέρι και κόσμος πολύς έβλεπε το μαρτύριο του Αγίου. Έτσι παρέδωσε τη ψυχή του στο Θεό. Οι αλλόπιστοι με το μαρτύριο του Αγίου Μιχαήλ καταντροπιάστηκαν, οι Χριστιανοί όμως χάρηκαν και αναθάρρησαν. Κάθε έτος πανηγυρίζεται η μνήμην του, την Πέμπτη της Διακαινησίμου.

Ερμηνευτικά σχόλια
ήταν θεοσεβείς, ελεήμονες και φιλακόλουθοι: οι γονείς του Αγίου μας θυμίζουν ότι, η αληθινή πίστη στο Θεό δεν είναι κάτι αόριστο και ατομικό. Αγκαλιάζει τον συνάνθρωπο με αγάπη, με έργα αγάπης όπως η ελεημοσύνη, και τροφοδοτείται από τη Εκκλησία και τις Ιερές Ακολουθίες. Η Εκκλησία είναι η οικογένεια μας και στις Ακολουθίες και στα μυστήρια της, όπως η Θεία Κοινωνία, γευόμαστε τη χαρά και τη δύναμη του Θεού.
Από τον ίδρωτα του ζούσε αυτός, έδινε στους πτωχούς και βοηθούσε και τις Εκκλησίες: ο άγιος εργάζεται για να στηρίξει την οικογένεια του και τους συνανθρώπους του. Δεν μπορούμε να προοδεύσουμε στη ζωή μας χωρίς να κοπιάσουμε για κάτι και ας μη ξεχνάμε να προσφέρουμε και στους γύρω μας που έχουν ανάγκη.
Έτρεχε επίσης και όπου γινόταν κήρυγμα: ο λόγος του Θεού, τα ιερά γράμματα του Ευαγγελίου είναι η τροφή του κάθε πιστού. Εκεί θα μάθει για τη πίστη του, τις αλήθειες, τα θαυμάσια που κάνει ο Θεός για εμάς, θα πάρει ελπίδα και δύναμη. Η Θεοσέβεια αυτή δεν μπορεί να είναι ξεκομμένη από την Εκκλησία όμως, η οποία κρατά σαν κληρονομία την αυθεντική πίστη και ερμηνεία της. Αυτή είναι το «σχολείο της πίστης μας».
Εγώ, του λέγει ο Άγιος, είμαι πιστός και αληθινός ευσεβής, με την Χάρη του Χριστού: τα πάντα είναι δώρα της αγάπης του Θεού μας. Η ίδια μας η ζωή και όλος ο κόσμος. Η πίστη μας και η αγάπη μας για το Χριστό δεν είναι μόνο θέμα δικής μας θέλησης μόνο, αλλά και ευλογία Θεού. Στη δική μας θέληση δηλαδή έρχεται η Χάρη του Θεού να μας φωτίσει και να δυναμώσει στη πίστη μας και τη ζωή μας.
Είμαι έτοιμος να πεθάνω για την πίστη μου: οι άγιοι αγαπούν τόσο το Χριστό και σέβονται τόσο τη πίστη τους, που ακόμα και η ζωή τους δεν ήταν πολυτιμότερη από αυτά. Εμείς πόσο αγαπάμε το Χριστό;
ο Κύριος δίνοντας του θάρρος: η ευσέβεια - εν Χριστώ ζωή μας - είναι πολύ περισσότερα από την τυπική ενασχόληση μόνο με θρησκευτικά καθήκοντα. Είναι η παρουσία του Χριστού στη ζωή μας. Η παρουσία Του αυτή μας δίνει νόημα και χαρά στη ζωή, φωτίζει το νου μας όταν μελετάμε το Ευαγγέλιο και μας δίνει δύναμη να αγαπάμε και να πράξουμε κάθε καλό στους συνανθρώπους μας, αλλά και τον πόθο να αγαπάμε κάθε μέρα το Θεό μας όλο και πιο πολύ.
Ερωτήσεις:
1. Πόσο βοήθησαν οι γονείς του τον άγιο να προχωρήσει στην πίστη του στο Θεό;
2. Τι έκανε ο άγιος όταν πήγε στην Θεσσαλονίκη;
3. Ποιες αλήθειες της πίστης μας κήρυξε όταν τον συνέλαβαν;
4. Τι έκανε στη φυλακή ο άγιος και ποιος τον ενθάρρυνε;
5. Με ποιο τρόπο έδειξε τη ευσέβεια του στο Θεό ο άγιος;
6. Με ποιον τρόπο μπορούμε κι εμείς να δείξουμε την ευσέβειά μας;

Συμπέρασμα
Η ευσέβεια στη ζωή μας δώρο Θεού και δώρο που μας οδηγεί στο Θεό.



ΓΞΚΗΓΡΑΝΙΤΣΑΟΝΙΑΚΞΗΔΦΟΥΡΝΟΣΜΗΤΕΡΜΙΧΑΗΛΜΑΣΚΗΞΠΙΣΤΟΣΓΣΟΛΕΙΧΡΙΣΤΟΣΚΞΗΔΖΦΥΛΑΚΗΑΛΑΚΞΗΓΣΔΤΜΑΡΤΥΡΙΟΝΑΜΑΑΑΡΙΟ

Βρες στο κρυπτόλεξο 7 λέξεις από την ιστορία που άκουσες και διάβασες. Τις λέξεις θα τις βρεις διαβάζοντας με προσοχή τα γράμματα το ένα μετά το άλλο.

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Οι τρεις ανατροπές...

Τρεις ανατροπές στις αντιλήψεις των ανθρώπων για το Θεό διαπιστώνουμε στην θαυματουργική θεραπεία από το Χριστό της κόρης μιας Χαναναίας. Η πρώτη ανατροπή έχει να κάνει με την ίδια την επίσκεψη του Χριστού στην περιοχή της Τύρου και της Σιδώνας. Η Χαναναία ήταν ειδωλολάτρισσα και κατοικούσε σε έναν τόπο όπου οι κάτοικοι, εκτός από την λατρεία των ειδώλων, επιδίδονταν στην μαγεία. Χωρίς να το γνωρίζουν, είχαν παραδώσει τους εαυτούς τους στο πνεύμα του πονηρού. Ο Χριστός όμως, επισκεπτόμενος την περιοχή, δείχνει ότι ήρθε στον κόσμο για να φέρει το μήνυμα της Βασιλείας των Ουρανών κηρύσσοντας μετάνοια ανάμεσα στους αμαρτωλούς.
Η δεύτερη ανατρεπτική στάση έχει να κάνει με την αντίδραση του Χριστού στη στάση της Χαναναίας. Εκείνη είχε αγωνία για την κόρη της, η οποία βασανιζόταν από δαιμόνιο και μέσα στην αγωνία για το παιδί της στρέφεται προς το Χριστό και ζητά το έλεός Του. Απευθύνει το αίτημά της προς Αυτόν χωρίς να υπολογίσει τίποτε, ούτε την ειδωλολατρική της ταυτότητα ούτε την απόρριψη που πιθανότατα θα υφίστατο από όσους συνόδευαν το Χριστό. Κραυγάζει. Και οι μαθητές του Χριστού αντιδρούν αμέσως, προτρέποντάς τον να την διώξει, για να απαλλαγούν από την επιμονή και την ένταση της φωνής της. Ο Χριστός όμως, δεν κάνει αυτό που αναμένουν οι άνθρωποι, αλλά ανοίγει διάλογο μαζί της.
Η τρίτη ανατρεπτική στάση έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο ο Χριστός απευθύνεται στη Χαναναία. Αντί να την ρωτήσει για τη δοκιμασία της ή να την νουθετήσει ή να δείξει ευσπλαχνία, αρχικά αδιαφορεί και στη συνέχεια της απαντά με τέτοιο τρόπο που φαίνεται ότι την απορρίπτει. Της δείχνει ότι δεν θέλει να έχει σχέση με τους ειδωλολάτρες, αλλά μόνο με τους Ισραηλίτες. Εμφανίζεται να ικανοποιεί έτσι τους φανατικούς Ισραηλίτες που πιθανόν να ήταν στη συνοδεία του. Όμως εκείνη επιμένει. Και στην δεύτερη παράκληση, στην οποία το προσωνύμιο πλέον γίνεται «Κύριε», δηλαδή του δείχνει τι είναι για την ίδια ο Χριστός, «ο Κύριος και Θεός», και πάλι ο Χριστός αρνείται να την βοηθήσει και της μιλά περιφρονητικά, αποκαλώντας την «κυνάριον». Και βλέποντας την επιμονή, την εξυπνάδα και την ταπείνωσή της να αποδέχεται ακόμη και αυτόν τον χαρακτηρισμό, ο Χριστός θαυμάζει την πίστη της και κάνει το θαύμα. Σκληρότητα, δοκιμασία της πίστης και αποδοχή του αιτήματος είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Χριστός αντιδρά, μη κάνοντας αυτό που θα περιμέναμε.
Δεν μπαίνει ο Θεός στα ανθρώπινα καλούπια. Δεν κάνει όπως περιμένουν οι άνθρωποι. Δεν λειτουργεί με τα δικά μας κριτήρια. Δεν είναι ένας Θεός που αρκείται σ’ αυτούς που Τον ακολουθούν. Τολμά και βγαίνει από τα όρια του περιούσιου λαού. Τολμά και βγαίνει από τα συνηθισμένα, προκειμένου να κηρύξει μετάνοια και να δώσει ελπίδα και νόημα σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα, δεν κάνει ό,τι ευχαριστεί τους δικούς Του. Δεν απολύει κανέναν που Τον αναζητά μόνο και μόνο γιατί δεν είναι όπως θέλουν όσοι νομίζουν ότι Τον γνωρίζουν και προσαρμόζουν το Ευαγγέλιο Του στον δικό τους τρόπο σκέψης. Αλλά και δεν βιάζεται πάντα να κάνει αυτό που οι άνθρωποι επιθυμούν. Να ικανοποιήσει τα αιτήματά τους, αλλά τους αφήνει να ανοίξουν αληθινά την καρδιά τους. Να επιμείνουν και να φανερώσουν πόσο πιστεύουν. Έχει τη δύναμη να εκπληρώσει τα πάντα. Αλλά θέλει και την συνέργεια του ανθρώπου. Ζητά την πίστη. Την δοκιμάζει. Ζητά την εξυπνάδα και το χάρισμα του ανθρώπου. Ζητά την μετάνοια και την ταπείνωσή του. Όχι γιατί ο Ίδιος ως Θεός έχει ανάγκη αυτά. Αλλά γιατί έτσι ο άνθρωπος μαθαίνει να εμπιστεύεται αληθινά, να μετανοεί για τον τρόπο της ζωής του και να συνειδητοποιεί την επίδραση του κακού και πώς μπορεί μέσα από την πίστη να την αποτινάξει.
Η στάση του Χριστού είναι για εμάς τους χριστιανούς ένα μήνυμα υπέρβασης των πάγιων αντιλήψεων που έχουμε για Εκείνον και την πίστη. Είναι μία πρόκληση εξόδου μας από τα συνηθισμένα. Από την αίσθηση της αυτάρκειάς μας και την επανάπαυση ότι είμαστε υπεύθυνοι μόνο για την δική μας σωτηρία. Είναι μία πρόκληση να μην απορρίπτουμε, να μην απολύουμε κανέναν γιατί δεν φέρεται όπως εμείς πιστεύουμε ότι θα πρέπει να φέρεται. Είναι μία πρόκληση να μη βιαζόμαστε να κρίνουμε την σκέψη και τα έργα του Θεού, αλλά να επιμένουμε με την προσευχή, την αξιοποίηση των χαρισμάτων μας και την ταπείνωση στο να βρισκόμαστε κοντά Του και να Τον αναγνωρίζουμε ως τον Κύριό μας.


Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2016

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ 14

Ο άγιος Ιωάννης του Ασπρόκαστρου
Ο Νεομάρτυρας αυτός γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου το 1300 μ. Χ. Ήταν λόγιος πρόκριτος της πόλης αυτής και πολύ ευσεβής. Ασχολούμενος με το εμπόριο, κάποτε επιβιβάσθηκε σ' ένα τούρκικο πλοίο και συνόδευε τα εμπορεύματα του. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, η προσευχή, η νηστεία και η ελεημοσύνη στους φτωχούς επιβάτες που εκδήλωσε ο Ιωάννης κίνησαν τον φθόνο του πλοιάρχου, ο οποίος με μακρές συζητήσεις προσπαθούσε να τον προσηλυτίσει. Ο Ιωάννης έμπειρος στις Γραφές, νίκησε τον πλοίαρχο στις θρησκευτικές αυτές συζητήσεις.
Όταν αποβιβάστηκαν στο Ασπρόκαστρο, ο πλοίαρχος συκοφάντησε τον Ιωάννη στον Τούρκο ηγεμόνα, ότι δήθεν έδωσε λόγο να γίνει μωαμεθανός. Μετά από λίγο οδηγούσαν με τιμές τον Ιωάννη, μπροστά στον ηγεμόνα, που με κολακείες και υποσχέσεις προσπαθούσε να επιτύχει τον σκοπό του. Αλλά ο Ιωάννης περίτρανα ομολόγησε: «Εγώ πιστεύω και προσκυνώ τον εν Τριάδι Θεό, που διδάχθηκα από τους γονείς μου, και εκείνο που σου είπα από την αρχή, εκείνο λέω και τώρα, ότι δε θα αρνηθώ την πίστη μου. Μην αργοπορείς, αλλά βασάνιζε με όσα κολαστήρια και αν έχεις. Έτοιμος είμαι να τα υποφέρω μετά χαράς, για την αγάπη του Χριστού μου». Θυμωμένος ο ηγεμόνας, διέταξε και τον βασάνισαν τόσο σκληρά, ώστε το αίμα του έτρεχε σαν ποτάμι. Κατόπιν έτσι αιμόφυρτο τον έριξαν στη φυλακή.
Την επόμενη ήμερα, όταν τον ξαναπαρουσίασαν στον ηγεμόνα, ο Ιωάννης ομολόγησε με περισσότερο θάρρος την πίστη του, λέγοντας πως αυτά τα βασανιστήρια που του έκαναν δεν του φάνηκαν τίποτα και αν έχουν άλλα καινούργια ας τα εφαρμόσουν. Εξοργισμένος ακόμα περισσότερο από τα λόγια αυτά ο τύραννος, διέταξε και τον μαστίγωσαν τόσο βάρβαρα, ώστε άρχισαν να πέφτουν κομμάτια οι σάρκες του. Στη συνέχεια τον έδεσαν στην ουρά ενός αγρίου αλόγου, που τον έσερνε μέσα στους δρόμους της πόλης. Τη στιγμή που περνούσε από την εβραϊκή συνοικία, οι Εβραίοι έβριζαν και κακοποιούσαν τον Μάρτυρα. Ένας μάλιστα, πήρε ένα σπαθί και του έκοψε το κεφάλι στις 2 Ιουνίου 1332 μ.Χ.
Από τα θαύματα που έκανε το εγκαταλελειμμένο λείψανο του Αγίου, ο ηγεμόνας φοβήθηκε και έδωσε την άδεια στους χριστιανούς να το παραλάβουν και να το κηδεύσουν με τιμές σε κάποιο Ναό. Δεν πέρασαν πολλές ημέρες και ο πλοίαρχος που είχε συκοφαντήσει τον Ιωάννη, θέλησε να κλέψει το άγιο λείψανο και να φύγει, επειδή μετανόησε για την κακία του. Μια νύχτα βρίσκοντας κατάλληλο καιρό, πήγε με τους ανθρώπους του και άνοιξε τον τάφο του Μάρτυρα. Ο Άγιος, όμως, την ίδια ώρα φάνηκε στον εφημέριο της Εκκλησίας εκείνης και του λέει: «σηκώσου γρήγορα και πήγαινε στην Εκκλησία, γιατί ήλθαν να με κλέψουν». Και αμέσως πήρε ο ιερέας και άλλους πολλούς και έτρεξαν στην Εκκλησία και τους έδιωξαν από εκεί. Το λείψανο έμεινε εκεί 70 χρόνια θαυματουργώντας. Αργότερα, με βασιλικές τιμές, μετακομίστηκε στη Σουτσάβα της Μολδαβίας. Ο Άγιος τιμάται ως προστάτης της Μολδαβίας.
Η μνήμη του Αγίου Ιωάννη εορτάζεται στις 2 Ιουνίου.
Ερμηνευτικά σχόλια
η προσευχή, η νηστεία και η ελεημοσύνη: ο αληθινός χριστιανός είναι άνθρωπος που αγωνίζεται, νηστεύει και ασκείται με ποικίλους τρόπους, επικοινωνεί με το Θεό πατέρα του προσευχόμενος από αγάπη, μα και για να παίρνει δύναμη στη ζωή του. Η αγάπη που έχει για το Θεό τον οδηγεί και στην αγάπη των εικόνων Του, των πλασμάτων Του, που θεωρεί αδέρφια του για αυτό και δείχνει την αγάπη του στον συνάνθρωπο με την ελεημοσύνη.
προσπαθούσε να τον προσηλυτίσει/έμπειρος στις Γραφές: στη ζωή μας θα έρθουν στιγμές που είτε από ενδιαφέρον, είτε από πονηριά θα ερωτηθούμε για πράγματα της πίστης μας. Ξέρουμε άραγε στοιχεία της πίστης μας; Μπορούμε να πούμε δυο λόγια σε μια ψυχή που θέλει να μάθει; Μπορούμε να την υπερασπιστούμε; Η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο, το έργο του Ιησού Χριστού για τη σωτηρία μας, οι αλήθειες της πίστεως και η ζωή της Εκκλησίας έχουν αποθησαυριστεί στην αγία γραφή. Αυτός ο πλούτος, τα θεόπνευστα αυτά λόγια του Ευαγγελίου είναι η τροφή της ψυχής κάθε χριστιανού. Αν θέλουμε να μάθουμε τις αλήθειες της πίστης μας και το πρόσωπο του Χριστού, οφείλουμε να μελετάμε την Αγία Γραφή με ενδιαφέρον και όρεξη. Η Γραφή ενισχύει την πίστη μας. Την ακούμε τις Κυριακές στην θεία λειτουργία, όταν διαβάζουμε τον Απόστολο και το Ευαγγέλιο και στο κήρυγμα. Μπορούμε όμως να την διαβάζουμε και μόνοι μας σε βιβλίο ή και στο μάθημα των Θρησκευτικών στο σχολείο.
με κολακείες και υποσχέσεις: όταν μας ζητάνε να κάνουμε κάτι και συνοδεύεται το αίτημα αυτό με κολακείες και υποσχέσεις, οφείλουμε να σκεφτούμε καλά πριν πράξουμε. Πολλές φορές οι κολακείες κρύβουν τον αληθινό σκοπό των πραγμάτων, που δεν αποτελούν όφελος για την ψυχή μας.
Εγώ πιστεύω και προσκυνώ τον εν Τριάδι Θεό: ο Θεός που πιστεύουμε ως ορθόδοξοι χριστιανοί είναι ένας αλλά με τρία πρόσωπα (Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα). Το μυστήριο αυτό της πίστης μας, που μας αποκάλυψε ο Χριστός, έχει μεγάλη σημασία για εμάς που αποτελούμε εικόνες Του και τη ζωή μας. Επειδή είναι τριαδικός ο Θεός, δηλαδή εν αγάπη κοινωνία προσώπων, έτσι κι εμείς είμαστε πρόσωπα που κοινωνούμε με αγάπη με τους συνανθρώπους μας.
την πίστη μου: η Εκκλησία μας διδάσκει ότι πίστη δεν είναι απλά γνώση αλλά είναι περισσότερο σχέση με το Θεό. Πιστεύω σημαίνει εμπιστεύομαι. Σημαίνει ότι η καρδιά μου, η ζωή μου στρέφεται στο Θεό. Πως μπορώ όμως να μάθω για Αυτόν; Μέσα από τη ζωή της Εκκλησίας και τη μελέτη του λόγου. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας λέει ότι η Καινή Διαθήκη είναι τα γράμματα που στέλνει ο Πατέρας στα παιδιά Του, σε όλους εμάς δηλαδή.
ομολόγησε με περισσότερο θάρρος: Σε όλους τους βίους των Αγίων και ειδικά εφέτος στη μελέτη των νέων παιδιών – νεομαρτύρων - που αγιάσανε την περίοδο της Τουρκοκρατίας, η μεγάλη αγάπη τους για το Θεό τους κάνει να ομολογούν με θάρρος την πίστη τους. Το βίωμα της Εκκλησίας και κάθε χριστιανού είναι ένας πολύτιμος θησαυρός που δεν κρατάμε για τον εαυτό μας. Όπως κάποιος που πεινάει και μας ζητάει λίγο φαγητό, έτσι υπάρχει στους ανθρώπους πείνα και δίψα για Χριστό και το λόγο Του. Ας μιλήσουμε λοιπόν για την πίστη μας με λόγια απλά σε ψυχές που θέλουν ειλικρινά να μάθουν και ας μελετήσουμε το λόγο Του.
Ο Άγιος, όμως, την ίδια ώρα φάνηκε στον εφημέριο: Ο Άγιος Ιωάννης μπορεί να είχε φύγει από τούτη τη ζωή με τον σκληρό αυτό τρόπο, αλλά δεν έχει παύσει να ζει. Θαυματουργούσαν τα λείψανα του με τη δύναμη του Θεού, αλλά και ο ίδιος προειδοποίησε τον Ιερέα για τον κίνδυνο να κλέψουν το λείψανο του. Πιστεύουμε λοιπόν σε Θεό ζώντων. Η σχέση μας με τον Χριστό που είναι η όντως ζωή, μας καθιστά κι εμάς ζώντες και πέρα από τα όρια του κόσμου αυτού.
Ερωτήσεις
1. Τι έκανε ο Άγιος στην περίοδο του ταξιδίου;
2. Τι προσπάθησε να κάνει ο πλοίαρχος και πως αντέδρασε ο Αγ.Ιωάννης;
3. Τι ομολόγησε ο Άγιος στον Τούρκο άρχοντα;
4. Ποιο ήταν το τέλος του αγίου και πως σώθηκε το ιερό του λείψανο;
5. Τι επίδραση είχε στη ζωή του Αγίου και στη δική μας η μελέτη της Αγίας Γραφής;
Συμπέρασμα
Η μελέτη του λόγου του Θεού είναι αποκάλυψη Θεού στο νου μας, τροφή της ψυχής μας και φως στη ζωή μας.


Βρες 6 λέξεις από την ιστορία που είναι γραμμένες από το τέλος προς την αρχή

ΔΓΗΞΑΒΑΣΤΥΟΣΣΓΔΑΔΗΤΣΙΠΦΓΑΒΑΝΑ
ΛΚΞΗΦΑΡΓΑΙΓΑΣΑΣΔΦΓΗΞΚΣΟΧΡΑΙΟΛΠΚΗΞΓΦΟΡΤΣΑΚΟΡΠΣΑΦΔΣΣΗΝΝΑΩΙ

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2016

εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν

Καθώς βλέπουμε τον εαυτό μας και τον συγκρίνουμε με τους συνανθρώπους μας αναρωτιόμαστε για την διαφορετικότητά μας. Αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με την καταγωγή μας, τη γλώσσα μας, τα στοιχεία της ταυτότητάς μας που μας ξεχωρίζουν από άλλους λαούς και άλλους ανθρώπους. Έχει να κάνει και με τα προτερήματά μας. Τον χαρακτήρα μας. Τις δυνατότητες και τα ταλέντα μας. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι αυτά έχουν να κάνουν με την κληρονομικότητά μας. Με τις ιδιότητες που μας κληροδότησαν οι γονείς μας. Έχουν να κάνουν και με το περιβάλλον που μεγαλώνουμε. Με τις ευκαιρίες που λαμβάνουμε και μας επιτρέπουν να αναπτύξουμε δυνατότητες. Με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε και μας κάνουν να καθηλωνόμαστε. Με τις συγκυρίες της ζωής. Όμως όλα αυτά τα στοιχεία δεν μπορούν να αλλάξουν την από ένστικτο διαπίστωση που κάνουμε τόσο για τους εαυτούς μας όσο και για τους άλλους. Ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί σε σχέση με τους υπόλοιπους ανθρώπους, τόσο στο χαρακτήρα όσο και στις ικανότητες.
Για την Εκκλησία η διαφορετικότητα, τα χαρίσματα, τα τάλαντα, δεν έχουν να κάνουν μόνο με την ανθρώπινη πλευρά της υπόστασής μας. Έχουν να κάνουν και με την θεϊκή μας καταγωγή και προέλευση. Στην παραβολή των ταλάντων ο Χριστός αναφέρει ότι η Βασιλεία του Θεού μοιάζει μ’ έναν άνθρωπο, ο οποίος φεύγοντας για ταξίδι, κάλεσε τους δούλους του και τους εμπιστεύθηκε τα υπάρχοντά του. Σ’ άλλον έδωσε πέντε τάλαντα, σ’ άλλον δύο, σ’ άλλον ένα, «εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν» (Ματθ. 25, 15), στον καθέναν ανάλογα με την ικανότητά του. Ο Θεός δηλαδή μετρά τα ανθρώπινα, την κληρονομικότητα, τον χαρακτήρα, τις συνθήκες στις οποίες καλείται να μεγαλώσει και να ζήσει ο καθένας και ανάλογα του προσφέρει. Κανέναν δεν αφήνει χωρίς δωρεές. Χωρίς ταλέντα. Χωρίς ευλογία. Και δεν είναι μόνο τα χαρίσματα του «κατ’ εικόνα», τα οποία έχουν όλοι οι άνθρωποι από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας τους. Την δυνατότητα να αγαπούν. Την δυνατότητα να είναι ελεύθεροι. Την δυνατότητα του νου και του λόγου και της δημιουργίας. Είναι και εκείνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει ο καθένας. Κι αυτά τα έχουν λάβει από το Θεό. Γι’ αυτό και εξηγούνται οι διαφορές ανάμεσά μας. Πάντως «εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν εδόθη». Δεν υπάρχει αδικημένος από το Θεό άνθρωπος.
Πώς καλείται ο άνθρωπος να δει τα τάλαντά του, τόσο τα γενικά, που ενυπάρχουν στο κατ’ εικόνα του, όσο και τα ειδικότερα (σωματικά και πνευματικά, αλλά και κοινωνικά, ομορφιά, εξυπνάδα, ρητορεία, συμπαθές, χρήματα, κοινωνικές δεξιότητες, ταλέντα);
Πρώτα να αισθανθεί υπεύθυνος έναντι του Θεού για ό,τι του δίδεται. Και ευθύνη σημαίνει επίγνωση ότι δεν του ανήκει το τάλαντό του, αλλά του δόθηκε για να το ενεργοποιήσει ως διαχειριστής του, προκειμένου να το αντιπροσφέρει στο Θεό. Αυτό γίνεται όχι γιατί ο Θεός φτωχαίνει δίδοντας τα τάλαντα ή πλουτίζει αν ο άνθρωπος τα επιστρέψει πολλαπλασιασμένα. Όμως όταν μας δίδεται κάτι, δεν γίνεται αυτό επειδή το αξίζουμε ή επειδή κάποιος μας έχει υποχρέωση, αλλά επειδή εκείνος που προσφέρει μας αγαπά. Η αγάπη όμως δεν μπορεί να μη λειτουργήσει στην προοπτική της ευθύνης. Και η ευθύνη δεν έχει να κάνει με την ανταπόδοση για λογαριασμό του δωρήσαντος της δωρεάς, αλλά με την ενεργοποίηση του εαυτού μας ώστε να φανούμε αντάξιοι της δωρεάς του. Έχουμε ευθύνη έναντι των χαρισμάτων μας να μην πάνε χαμένα. Να μην κρυφτούν κάτω από το χώμα. Έχουμε ευθύνη να δείξουμε σ’ Αυτόν που μας τα έδωσε ότι μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε ως εφαλτήριο για να προοδεύσουμε. Όχι για να του τα επιστρέψουμε μία ημέρα, ως αναγκαία για τη δική του ζωή. Αλλά για να δείξουμε ότι εκτιμήσαμε και χαρήκαμε τα όσα μας δόθηκαν. Χαρά και εκτίμηση δίχως ευθύνη δε νοούνται.
Στη συνέχεια με την εργασία και τον κόπο, για να καλλιεργήσει ό,τι του έχει δοθεί. Το τάλαντο δεν πρέπει να είναι αφορμή ούτε σύγκρισης ούτε παρασιτισμού. Ο καθένας οφείλει να κοιτά τα τάλαντα που του δόθηκαν, γιατί αυτά καλείται να αναπτύξει. Συνήθως οι άνθρωποι ζηλεύουν αυτά που δεν έχουν ή υπερτισμούν αυτά που έχουν συγκρίνοντας τον εαυτό τους με τους άλλους. Η σύγκριση όμως αποτελεί παγίδα που μπορεί να οδηγήσει σε ατραπούς είτε υπερηφάνειας, είτε απογοήτευσης είτε παρασιστισμού. Το παράσιτο τρέφεται από τον ξενιστή του. Αυτός που λαμβάνει το τάλαντο, αν το αφήσει ανεκμετάλλευτο, μπορεί να τραφεί από αυτό χρησιμοποιώντας το ως ξενιστή του, ωστόσο κάποια στιγμή θα το απομυζήσει, με αποτέλεσμα να εξαντληθεί. Αν φροντίσει ώστε να το αυξήσει, να του προσθέσει, να το ενισχύσει, τότε το τάλαντο δεν θα εξαντληθεί. Στην πνευματική ζωή το τάλαντο αυξάνεται όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται να προσθέσει αρετή στην ύπαρξή του. Όταν το μοιράζεται με τους αδελφούς του. Αγαπά και βάζει ως σκοπό της ζωής του να τραφούν από το δικό του τάλαντο και οι συνάνθρωποί του. Με την καλοσύνη και τη συγχώρεση, με την ελεημοσύνη και την προσευχή, με το μοίρασμα της γνώσης και την αναγγελία της Θεογνωσίας, την μαρτυρία και την ελπίδα εν τη Εκκλησία αυτός που έχει το τάλαντο το «πολυπλασιάζει» και λαμβάνει περισσότερη χάρη. Ο κόσμος γίνεται γι’ αυτόν που δεν λειτουργεί παρασιτικά Εκκλησία, στην οποία προσφέρει και προσφέρεται.
Τέλος, με την μνήμη του Δωρεοδότη και της επιστροφής του. Με το να έχει στο νου του ο λαβών το τάλαντο ότι Αυτός που του το έδωσε θα επιστρέψει. Και τότε, θέλοντας και μη, θα κληθεί να αναφέρει σ’ Εκείνον τι έκανε το τάλαντό του. Και επειδή η ώρα της επιστροφής είναι άγνωστη, ο έχων το τάλαντο καλείται να μην εφησυχάζει, αλλά διαρκώς να είναι σε εγρήγορση. Να μην αναβάλλει την εργασία του και την ετοιμότητά του να λογοδοτήσει. Η μνήμη του Θεού συνδέεται με την μνήμη του θανάτου. Γιατί στον θάνατο γίνεται η πρώτη λογοδοσία. Εκεί όπου ο άνθρωπος θα κληθεί να εισέλθει στη χαρά του Κυρίου του, ως δούλος αγαθός και πιστός, λαμβάνοντας εκατονταπλασίονα ή θα κατακριθεί γιατί, παρότι θυμόταν ότι ο Κύριός του θα επιστρέψει, προτίμησε να λειτουργήσει χωρίς ευθύνη, με σύγκριση και με παρασιτισμό έναντί του, χωρίς ευγνωμοσύνη και ευχαριστία, απορρίπτοντας τον Δωρήσαντα το τάλαντο. Η μνήμη της επιστροφής είναι η οδός της αγιότητας. Γιατί άγιος είναι αυτός που συνεχώς θυμάται τον προορισμό του να συναντήσει Αυτόν που του δώρησε κάθε τάλαντο, γενικό και ειδικό, και συνεχώς εργάζεται εν τη Εκκλησία για να είναι έτοιμος, όταν έρθει η ώρα.
«Εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν». Σε μια εποχή στην οποία ο άνθρωπος με την αίσθηση του εγωκεντρισμού και της παντοδυναμίας λόγω της προόδου του απορρίπτει τον Δωρεοδότη των ταλάντων του, σε μια εποχή στην οποία λειτουργούμε παρασιτικά, τρώγοντας και πίνοντας και παραδίδοντας τον εαυτό μας στα πάθη και τις ηδονές, σε μια εποχή στην οποία δεν θυμόμαστε ότι ο Θεός πάντοτε έρχεται και μας ζητά λόγο για κάθε τι που μας έδωσε στο μέτρο των δυνατοτήτων μας η Εκκλησία μας καλεί να ξαναδούμε το αληθινό νόημα των χαρισμάτων μας. Να ενεργοποιηθούμε ο καθένας στο μέτρο των δυνατοτήτων του στον αγώνα για καλλιέργειά τους. Και με ευθύνη έναντι Αυτού που μας τα δώρισε, να θυμόμαστε ότι δεν έχουμε χρόνο αύριο να ξεκινήσουμε ούτε μπορούμε να χαρούμε αληθινά αν κρύψουμε ό,τι μας δόθηκε. Για να ακούσει ο καθένας μας την χαρά της φωνής: «Ευ δούλε αγαθέ και πιστέ! είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου»!

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ 13


Η αγία Αγάθη
Η Αγία Αγάθη γεννήθηκε στο Πάνορμο της Σικελίας (περιοχή της Κατάνης) από ευγενείς και πολύ πλούσιους ειδωλολάτρες γονείς το 236 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Δέκιος, φανατικός διώκτης των Χριστιανών. Ηγεμόνας της Σικελίας ήταν ο Κουϊντιανός. Οι γονείς της πέθαναν πριν γίνει δεκαπέντε χρονών. Εκείνη έγινε πιστή Χριστιανή και αγαπούσε το Χριστό πιο πολύ απ΄ όλους και απ΄ όλα. Σύντομα αυτό μαθεύτηκε και ο Κουϊντιανός διέταξε να τη συλλάβουν και να τη φέρουν μπροστά του. Ήταν σίγουρος πως ένα ορφανό δεκαπεντάχρονο κορίτσι θα ήταν εύκολο να αλλάξει μυαλό και, καθώς μάλιστα ήταν ευγενής και πλούσια, σκεφτόταν κι άλλα πράγματα.
Πραγματικά την έφεραν μπροστά του και ο Κουϊντιανός έμεινε άναυδος από την ομορφιά της. Άρχισε να την καλοπιάνει και να της υπόσχεται δόξα και μεγαλεία, της πρότεινε μάλιστα να την παντρευτεί. Όμως η απάντηση της Αγάθης ήταν καταπέλτης: «Άδικα χάνεις τον καιρό σου, Τύραννε, δεν πρόκειται να γίνει αυτό που θέλεις. Ούτε θα σε παντρευτώ ούτε θα αρνηθώ το Χριστό!» Η απόλυτη απάντηση της Αγάθης έκανε τον Κουϊντιανό να θυμώσει πολύ. Την έκλεισε φυλακή και ζήτησε από την Αφροδισία, γνωστή αμαρτωλή της περιοχής, και τις εννέα κόρες της να πάρουν στο σπίτι τους την Αγάθη, να της αλλάξουν μυαλά, ώστε να θέλει να τον παντρευτεί και να απαρνηθεί το Χριστό, τάζοντάς της πολλά χρήματα.
Η δοκιμή όμως απέτυχε. Ένα μήνα μετά η Αφροδισία ομολόγησε πως ευκολότερα μπορεί να λυγίσει το σίδερο παρά η θέληση της Αγάθης. Ο Κουϊντιανός την ξαναρώτησε με καλό και άγριο τρόπο αλλά η απάντηση τον κατατρόπωσε: «Δε φοβάμαι τις απειλές σου, Τύραννε Κουϊντιανέ! Βοηθός μου είναι ο ανίκητος Χριστός!» Και τότε άρχισαν τα βασανιστήρια. Την έδεσαν σε μια κολώνα και τη χτυπούσαν , της έγδερναν το σώμα, την έκανα όλη μια ματωμένη πληγή. Εκείνη όμως άντεχε και δοξολογούσε το Θεό. Η Αγάθη πονούσε απ΄ τα βασανιστήρια και ο Κουϊντιανός ούρλιαζε από την οργή γιατί ένα δεκαπεντάχρονο καλομαθημένο κορίτσι περιφρονούσε κι εξευτέλιζε και τον ίδιο και την εξουσία του.
Όσο πιο πολύ τη χτυπούσαν, τόσο περισσότερο εκείνη έλεγε: «ούτε τα βασανιστήρια σας φοβάμαι, ούτε τις απειλές σας! Ποτέ δεν θα αρνηθώ τον Ιησού Χριστό!» Έβαζε πάνω απ΄ όλα τη δόξα του Χριστού. Όσο για την δύναμη και τη δόξα των ανθρώπων, από την προσευχή της έπαιρνε δύναμη και δεν την υπολόγιζε καθόλου. Και οι βασανιστές συνέχιζαν. Το κορίτσι, που ήταν όλο μια πληγή, αντί να λυγίσει, έψαλε ύμνους ευχαριστίας στο Θεό. Στο τέλος οι δήμιοι διατάχθηκαν να την ρίξουν σ΄ ένα σκοτεινό υπόγειο, φρουρώντας την, για να μην την πλησιάσει να τη βοηθήσει κανείς. Την άφησαν εκεί να τρέμει μισοπεθαμένη, παγωμένη κι αβοήθητη.
Τα μεσάνυχτα ένα υπερκόσμιο φως απλώθηκε κι ένας σεβάσμιος γέροντας κι ένας νέος εμφανίστηκαν στο κελί ξαφνιάζοντας την Αγάθη. Εκείνη αρνήθηκε τη βοήθειά τους λέγοντας πώς μόνο ο Χριστός θα τη θεραπεύσει και μόνο όταν της είπαν ότι ήταν ο Άγιος Πέτρος και ο φύλακας άγγελός της και ότι με τη χάρη του Χριστού θα περνούσαν όλα, εκείνη απαλλάχθηκε απ΄ όλες τις πληγές της και βρέθηκε ντυμένη με καθαρά και γερά ρούχα. Όλη την υπόλοιπη νύχτα την πέρασε προσευχόμενη και την άλλη μέρα όταν την είδε ο Κουϊντιανός κι έμαθε πώς είχε θεραπευτεί διέταξε να ανάψουν φωτιά, να τη δέσουν σε αλυσίδες και να τη ρίξουν πάνω στα αναμμένα κάρβουνα. Οι πόνοι ήταν απερίγραπτοι, εκείνη όμως προσεύχονταν στο Χριστό και ζητούσε να της δίνει δύναμη , ώστε να αντέξει ως το τέλος. Και ο Χριστός ακούγοντας την προσευχή της έκανε τη φωτιά δροσερό αεράκι και θεράπευσε πάλι τις πληγές της. Την ίδια στιγμή έγινε μεγάλος σεισμός και φανερώθηκε η δόξα του Θεού.
Ο κόσμος έντρομος ζητούσε να σταματήσουν τα άδικα βασανιστήρια και μέχρι και ο Έπαρχος φοβήθηκε και την ξαναέστειλε στη φυλακή. Η Αγία προσευχόταν συνέχεια να αξιωθεί να δει το πρόσωπο του Χριστού και πραγματικά τελειώνοντας την προσευχή της η Αγάθη η ψυχή της χωρίστηκε από το σώμα και πήγε να συναντήσει το Χριστό! Κι άλλο θαύμα όμως αποδεικνύει περίτρανα τη δόξα του Θεού. Την ώρα της κηδείας, πηγαίνοντας το σώμα στον τάφο παρουσιάστηκαν εκατό άγγελοι ντυμένοι ολόλευκα φέρνοντας μία μαρμάρινη πλάκα όπου έγραφε : «Νους όσιος αυτοπροαίρετος, τιμή Θεού και πατρίδος λύτρωσις».
Ήταν 5 Φεβρουαρίου του 251 μ. Χ. και η Αγία είχε ένα τιμημένος από το Θεό τέλος. Αυτή την ημέρα τη γιορτάζει η Εκκλησία μας. Είναι προστάτιδα των εργαζομένων γυναικών (υφάντριες, μοδίστρες). Όσο για τον Έπαρχο τιμωρήθηκε την ίδια μέρα. Καθώς έτρεχε πάνω στο άλογό του να πάει να κλέψει την περιουσία της Αγάθης, τον έριξε το άλογο κάτω και το ποδοπάτησε.

Ερμηνευτικά σχόλια
Ο Κουϊντιανός εξευτελιζόταν: Έπαρχος μιας περιοχής είναι ο απόλυτος ελεγκτής και εξουσιαστής. Ο Κουϊντιανός είχε λάβει από το Δέκιο, τον αυτοκράτορα, δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους υπηκόους ου. Τον φοβόντουσαν και τον σέβονταν όλοι. Και τώρα ένα κορίτσι τον εξευτέλιζε με τρόπο που τον τρέλαινε. Όχι μόνο δε θέλησε να τον παντρευτεί θίγοντας τον εγωισμό του αλλά αποδεικνυόταν και σωματικά δυνατή. Όλα τα βασανιστήρια που εμείς τα ακούμε και λυγίζουμε, δεν κατάφεραν να κάνουν την Αγάθη ούτε για μια στιγμή να αμφιβάλλει. Πέταξε στα σκουπίδια τη δόξα και τα μεγαλεία που της έταζε ο τύραννος, γιατί προτίμησε τη δόξα του Χριστού. Κι Εκείνος της έδινε δύναμη να αντέχει τα απάνθρωπα βάσανα και να μη λυγίζει.
Δόξα ανθρώπινη και Δόξα Θεού: «Τα χρήματα πολλοί εμίσησαν τη δόξα ουδείς», λέει ένα αρχαίο ρητό. Ο Έπαρχος πρόσφερε δόξα ανθρώπινη. Η Αγάθη προτίμησε τη δόξα του Θεού. Δοκιμάστηκε σκληρά η πίστη της και η αφοσίωσή της στο Χριστό. Βασανίστηκε και υπέφερε απάνθρωπα. Όμως η αγάπη της για το Χριστό ήταν τόσο σταθερή και δυνάμωνε με την προσευχή της, η εμπιστοσύνη και η σιγουριά στην δύναμη του Χριστού, ώστε ένα δεκαπεντάχρονο κορίτσι να καταφέρει να αποδείξει ότι μ’ αυτή τη δύναμη μπορεί να ξεπεράσει και τον πρόσκαιρο πόνο, την ανθρώπινη αδυναμία και να πετυχαίνει το καθ’ ομοίωσιν με το Χριστό.
«Δυνατός» Κουϊντιανός, «αδύναμη» Αγάθη: Για τα ανθρώπινα δεδομένα και μέτρα ο Έπαρχος είχε την εξουσία και τη δύναμη. Ήταν ο αρχηγός, όλοι τον φοβόντουσαν και τον υπάκουαν. Έκανε ό, τι ήθελε. Μέχρι που εμφανίστηκε ένα μικρό κορίτσι και τον εξευτέλισε με τον χειρότερο τρόπο. Αντιστάθηκε στις επιθυμίες του. Αποδείχθηκε πιο δυνατή από τις φοβέρες και την εξουσία του και στο τέλος με το σεισμό, όλος ο κόσμος αλλά και ο «παντοδύναμος» Έπαρχος κατάλαβαν την αδυναμία τους, την αδικία σε βάρος της Αγάθης αλλά και την πραγματική δύναμη που είχε η Αγία: τη Δύναμη του Θεού.
Νους όσιος αυτοπροαίρετος, τιμή Θεού και πατρίδος λύτρωσις: Η Αγία επέλεξε ελεύθερα τη Δόξα του Χριστού, την αιώνια δόξα, την Αγιότητα. Την επέλεξε αυτοπροαίρετα, από μόνη της, ελεύθερα. Ο Θεός τίμησε την επιλογή της, τη θυμόμαστε και την τιμούμε αιώνια και αποτελεί καύχημα της Εκκλησίας και της πατρίδας της, γιατί στη Σικελία και ιδιαίτερα στην Κατάνη την τιμούνε όσο καμία άλλη. Ο άγιος γίνεται τιμή για τον τόπο του. Μπορεί να χάνει την δόξα των ανθρώπων, αλλά κερδίζει τη δόξα του Θεού και στη συνέχεια λαμβάνει ως δώρο την δόξα των ανθρώπων που έχασε. Η Αγία μας δείχνει κάτι σπουδαίο, που αξίζει τον κόπο να εφαρμόσουμε από την παιδική μας ηλικία. Ακόμη κι αν μας σπρώχνουν οι άλλοι να φερθούμε αντίθετα με το θέλημα του Θεού, αντίθετα προς την αγάπη, αντίθετα προς την αλήθεια, να κάνουμε κακό, να λέμε ψέματα, να στενοχωρούμε χωρίς λόγο τους άλλους, να κρατάμε τα πάντα για τον εαυτό μας, εμείς ας λέμε ΟΧΙ. Δεν αξίζει να μας λένε μπράβο οι άνθρωποι και να μας δοξάζουν, αλλά να πράττουμε αντίθετα προς το θέλημα του Θεού. Η δόξα των ανθρώπων κρατά για λίγο. Η δόξα του Θεού κρατά για πάντα.

Ερωτήσεις
1. Πώς ο Κουϊντιανός θέλησε να καλοπιάσει τη νεαρή κοπέλα; Τι της υποσχέθηκε;
2. Τι ζωή θα είχε η Αγάθη εάν έλεγε ναι στον Κουϊντιανό; Τι την περίμενε λέγοντας όχι στον Τύραννο;
3. Εκείνη τι έβαλε πρώτο; Γιατί; Τι ήταν πιο σημαντικό γι΄ αυτήν;
4. Ο Θεός τη βοήθησε; Πώς;
5. Ποιος αποδείχτηκε πιο δυνατός; Ποια ήταν τελικά τα « καλύτερα όπλα»;
6. Αξίζει να πηγαίνουμε αντίθετα στο θέλημα του Θεού, για να κερδίσουμε τη δόξα των ανθρώπων;

Συμπέρασμα
Η δόξα των ανθρώπων είναι γλυκιά αλλά κρατάει λίγο (πρόσκαιρη). Η δόξα του Θεού είναι δύσκολη στην αρχή και θέλει κόπο αλλά κρατάει αιώνια (Αγιότητα)!


Βρες στο κρυπτόλεξο 6 λέξεις από την ιστορία:

Α Γ Η Λ Σ Δ Ε Σ Α Σ Ε Γ
Σ Σ Ι Κ Ε Λ Ι Α Φ Φ Γ Η
Δ Γ Γ Κ Α Δ Σ Σ Ρ Ω Β Ν
Φ Φ Π Α Ν Ο Ρ Μ Ο Σ Υ Δ
Γ Δ Β Κ Σ Φ Φ Σ Δ Φ Ε Ε
Η Σ Ν Ι Δ Ι Δ Δ Ι Η Ρ Ρ
Ξ Α Μ Θ Φ Ο Ψ Π Σ Ξ Δ Ο
Κ Σ Ξ Υ Γ Π Ω Ο Ι Λ Σ Ι
Λ Α Γ Α Θ Η Β Λ Α Κ Α Θ
Π Ε Ρ Τ Η Κ Η Κ Σ Ι Σ Τ
Ο Α Γ Ι Ο Σ Π Ε Τ Ρ Ο Σ
Ι Ρ Φ Ρ Ξ Θ Ξ Θ Ρ Ξ Ζ Δ
Θ Τ Γ Ρ Κ Υ Η Ι Δ Η Χ Τ
Κ Ο Υ Ι Ν Τ Ι Α Ν Ο Σ Υ
Θ Υ Η Φ Γ Η Η Ι Γ Γ Ω Η
Υ Η Υ Ψ Β Ν Κ Ξ Δ Φ Ψ Β

----------------------------------------/-------------------------------------/------------------------------/

------------------------------------/-----------------------------------/-----------------------------------/