Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

Η Σύγχρονη Κωφαλαλία

“Τό πνεῦμα τό ἄλαλον καί κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καί μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν” (Μάρκ. 9,25)
“Άλαλο και κουφό πνεύμα, εγώ σε διατάζω, βγες απ᾽ αυτόν και μην ξαναμπεις πια μέσα του”

Έχουμε σκεφτεί άραγε την μοναδική αξία της ομιλίας και της ακοής; Επειδή οι άνθρωποι έχουμε εκ γενετής τις μοναδικές αυτές δωρεές, δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε πρώτον τον Δωρεοδότη και, στην συνέχεια, τον ρόλο του λόγου και της ακρόασης. Χωρίς να ακούμε, δυσκολευόμαστε και να μιλήσουμε. Όταν δεν ακούς τον άλλον, προσπαθείς να μαντέψεις τι θέλει να σου πει. Προσπαθείς από τις εκφράσεις του προσώπου, τις χειρονομίες, το βλέμμα, διαβάζοντας τα χείλη του, να επικοινωνήσεις και αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό. Όταν πάλι δεν μπορείς να μιλήσεις, αντίστοιχες είναι οι δυσκολίες. Μολονότι υπάρχει και ο γραπτός λόγος, εντούτοις το να μην μπορείς να εκφράσεις άμεσα τα συναισθήματα και τις σκέψεις σου, είναι έλλειψη.
Στην εποχή μας ζούμε μία ιδιότυπη κωφαλαλία. Δεν είναι εκ φύσεως ή εξ ασθενείας. Είναι εξ επιλογής. Έχει να κάνει με την κουλτούρα της εικόνας και των μέσων επικοινωνίας, όπως είναι η τηλεόραση και το κινητό τηλέφωνο. Οι άνθρωποι, χωρίς να το συνειδητοποιούμε, αυτοκαταδικαζόμαστε σε κωφαλαλία, διότι, απορροφημένοι στα μέσα, δεν ακούμε τι μας λένε οι άλλοι και δεν τους μιλάμε. Έχουμε περιορίσει την λεκτική και ακουστική επικοινωνία, καθώς έχουμε επιλέξει να μην έχουμε χρόνο ούτε για τους άλλους, ούτε και για να ακούσουμε τον ίδιο τον εαυτό μας. Δεν μας χρειάζεται ούτε ασθένεια, ούτε διάβολος εμφανώς. Συχνά ούτε ακούμε, ούτε καταλαβαίνουμε, ούτε μιλάμε, με αποτέλεσμα να λειτουργούμε σε μία κατάσταση ύπνου. Κάποτε μάλιστα μαλώνουμε και μ᾽ αυτούς που διαμαρτύρονται για τη στάση μας και μας προτρέπουν να αλλάξουμε. Η κρίση της επικοινωνίας στην οικογένεια είναι ένα δείγμα των παραπάνω.
Ο Χριστός ήρθε λίγο πριν το Πάθος Του και μετά την Μεταμόρφωσή Του στο όρος Θαβώρ μπροστά σε μια τέτοια περίπτωση. Μόνο που εκεί δεν ήταν επιλογή του ανθρώπου η κωφαλαλία, αλλά εμφανής επήρρεια δαιμονικού πνεύματος. Ο σεληνιαζόμενος νέος όμως δεν μπορούσε ούτε να ακούσει, ούτε να μιλήσει και όταν τον έπιανε η κρίση έχανε και τα τελευταία ίχνη ελέγχου στον εαυτό του. Ο Χριστός θα θεραπεύσει τον νέο, αποδεχόμενος το αίτημα του πατέρα του, ο οποίος αγαπά το παιδί του και την ίδια στιγμή νιώθει ότι μόνο μέσα από την δύναμη της πίστης στον Χριστό θα βρει απάντηση στην αγωνία του, διότι το παιδί στην κρίση κινδυνεύει να πεθάνει.
Ο διάβολος απέκοψε στον νέο την επικοινωνία από το περιβάλλον του. Του απομυζούσε την ταυτότητά του και τον καθιστούσε ανίκανο να αγαπήσει και να ζήσει. Τον οδηγούσε σε α-κοινωνησία και στο τέλος θα του λήστευε και την ίδια την ύπαρξη. Ο Χριστός υποδεικνύει στον πατέρα το όπλο της πίστης, όχι ως μαγικής αποδοχής ιδεών ή παραδόσεων, αλλά την πίστη που γίνεται σχέση μαζί Του, ομολογία αδυναμίας να νικηθεί το κακό, απόφαση να μείνει ο πατέρας ταπεινός, να αποδεχθεί ότι μόνο ο Χριστός μπορεί να δώσει απάντηση. Διότι προηγουμένως ο πατέρας θα αναζητήσει τους μαθητές, είτε για να μην ενοχλήσει τον Χριστό είτε διότι μέσα του η αντίληψη περί πίστεως είναι μαγική. Ο Χριστός του δείχνει ότι η πίστη προϋποθέτει κοινωνία μαζί Του ως πρόσωπο, προσευχή και νηστεία, δηλαδή απομάκρυνση από κάθε τι που μας αρέσει αλλά και μας κλείνει στον εαυτό μας, στο εγώ μας.
Ο πριν ακοινώνητος νέος, μετά την θεραπεία, θα γευτεί το άγγιγμα του Χριστού, ο Οποίος θα τον σηκώσει και θα τον παραδώσει στον πατέρα του. Ο πριν ακοινώνητος είναι τώρα έτοιμος να επανέλθει στην κοινωνία. Ξεκίνησε από τον Θεό και θα προχωρήσει με τον άνθρωπο. Ο διάβολος δεν έχει πλέον ισχύ επάνω του. Ο νέος θα πρέπει όμως να ξαναβρεί την ταυτότητά του, αφού απαλλάχθηκε από εκείνον που την απομυζούσε. Ο Χριστός τον καλεί να ακούει την φωνή του Θεού και με προσευχή και νηστεία να χαράξει μια καινούργια πορεία ζωής, μαζί με όσους τον αγαπούνε.
Αν σκεφτούμε την σύγχρονη κωφαλαλία, διαπιστώνουμε ότι ο πολιτισμός μας έχει δημιουργήσει υποκατάστατα για να μην μας χρειάζεται ο κόπος της επικοινωνίας. Για να είμαστε απορροφημένοι στον εαυτό μας και στην εικόνα του. Για να μην έχουμε την δυνατότητα να κοιτούμε τον άλλον στα μάτια, για να μην ακούμε τι μας λέγει με προσοχή, για να τον παρερμηνεύουμε. Ας μην καθιστούμε με την απορρόφηση μας στα μέσα, τον εαυτό μας ύπαρξη με εικονική ταυτότητα, στην ουσία ακοινώνητη. Θέλουμε το αντίβαρο της πίστης. Θέλουμε την νηστεία από τα μέσα, δηλαδή την με μέτρο χρήση τους. Θέλουμε την προσευχή προς τον Θεό που μας δίνει νόημα. Θέλουμε σχέσεις αγάπης. Θέλουμε να έχουμε ταυτότητα ζωής τόσο στον νυν όσο και στον μέλλοντα αιώνα. Μόνο έτσι η επικοινωνία γίνεται κοινωνία.


Σάββατο 14 Μαρτίου 2020

Σοί λέγω...

«Σοί λέγω, ἔγειρε καί ἆρον τόν κράβαττόν σου καί ὕπαγε εἰς τόν οἶκον σου. Καί ἠγέρθη εὐθέως, καί ἄρας τόν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων»(Μάρκ. 2, 11-12)
«Σέ σένα το λέω, σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου». Εκείνος σηκώθηκε αμέσως, πήρε το κρεβάτι του και μπροστά σ’ όλους βγήκε έξω.

«Σοι λέγω». Λόγος θεϊκός. Λόγος αρχοντικός. Λόγος μεγαλοσύνης. Λόγος κυριαρχικός. Λόγος αγάπης τρυφερής, μα και αποφασιστικής. Λόγος που δεν χωρά ούτε καν λογισμό αμφιβολίας. Λόγος που φέρνει ως μοναδική απάντηση το «ευθέως». Είναι ο λόγος του Χριστού προς τον παραλυτικό της Καπερναούμ. Ο λόγος του δωρεοδότη της υγείας προς τον αδύναμο και ασθενή. Του Θεανθρώπου που συναντά τον πεπτωκότα, φθαρέντα, νικημένο από την ίδια του την φύση άνθρωπο. Όπως διά του λόγου του Θεού τα πάντα εγεννήθησαν, πλην του ανθρώπου, στον οποίο εκτός από τον λόγο ο Θεός έβαλε και μία ξεχωριστή κίνηση, την κατ᾽ εικόνα και καθ᾽ ομοίωσιν πλάση του ανθρώπου, έτσι και εδώ με τον ερχομό του Χριστού, ο λόγος θεραπεύει, δίνει δηλαδή μια καινούργια γέννηση στους ανθρώπους.
«Σοι λέγω». Δεν λογαριάζει την στάση των γραμματέων, για τους οποίους είναι αδιανόητο ένας Θεός να ασχολείται με τους αμαρτωλούς ανθρώπους, όπως θεωρούσαν όσους είχαν βαρύτατα νοσήματα. Δεν λογαριάζει την αμφισβήτηση των ανθρώπων της θρησκείας προς το πρόσωπό Του. Ότι δεν Τον αποδέχονται ως Υιό του Θεού. Δεν λογαριάζει την άρνησή τους να αγαπήσουν. Να χαρούν με την άφεση των αμαρτιών που παίρνει ο συνάνθρωπός τους, διότι πιστεύουν σε έναν Θεό της καθαρότητας και της τυπολατρίας, έναν Θεό που βλέπει μόνο την εξωτερική συμπεριφορά, το να είναι κάποιος «εντάξει» με τα λόγια της Γραφής, ακόμη κι αν η καρδιά είναι άδεια από αγάπη. Δεν είναι ότι τους περιφρονεί. Συζητά μαζί τους. Τους αποδεικνύει τον λανθασμένο τρόπο σκέψης και ζωής και κάνει το θαύμα τελικά, για να τους οδηγήσει στην μετάνοια, ακόμη κι αν γνωρίζει ότι δεν θα αδράξουν την ευκαιρία.
«Σοι λέγω». Μιλώντας στον παραλυτικό, απευθύνεται και στους φίλους του, οι οποίοι αποστεγάζουν τη στέγη, για να τον κατεβάσουν ενώπιον του Χριστού, αφορμώμενοι από την αγάπη για τον φίλο τους, αλλά και από την πίστη στον Θεάνθρωπο, χωρίς να λογαριάσουν τον θόρυβο, την αποδοκιμασία από τους άλλους ανθρώπους, την πιθανή οργή του ιδιοκτήτη του σπιτιού. Απευθύνεται σ’ αυτούς απορώντας με χαρά για την δύναμη της πίστης τους. Σ᾽ αυτούς που το ζητούν με τρόπο σιωπηλό, καθώς δεν είπαν τίποτα στον Χριστό, μα έμπρακτο.
«Σοι λέγω». Ο Χριστός διά της Εκκλησίας μάς απευθύνει τον ίδιο λόγο.
- Να μας αναπλάσει από τη φθορά των παθών, του εγωκεντρισμού, της αμαρτίας και να μας αποκαταστήσει στην αιωνιότητα.
- Να μας κάνει να καταλάβουμε ότι δεν τον ενδιαφέρει η τυπική τήρηση των εντολών Του, αλλά η αγάπη στο πρόσωπό Του και η συναίσθηση της αδυναμίας μας που εκφράζονται με την μετάνοια.
- Να Τον εμπιστευτούμε και να χαλάσουμε τα εμπόδια που μας κρατούν μακριά από τους άλλους. Να τους αγαπήσουμε με προσωπικό κόστος.
Η αυθεντική απάντηση στο «σοι λέγω» του Χριστού είναι το «ευθέως». Ας το πούμε με λόγια και έργα!

Σάββατο 7 Μαρτίου 2020

Η Αναζήτηση!

«Βρίσκει ο Ιησούς τον Φίλιππο και λέει: ‘ακολούθησέ με’. Βρίσκει ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ και του λέει: Αυτόν που προανήγγειλε ο Μωυσής στον νόμο και οι προφήτες, τον βρήκαμε. Είναι ο Ιησούς, ο του Ιωσήφ, από την Ναζαρέτ»
Ο χριστιανισμός είναι μία συνεχής αναζήτηση της Αλήθειας. Η Αλήθεια δεν είναι ιδέα, αλλά Πρόσωπο, το Πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Για να βρούμε την Αλήθεια, χρειάζεται αναζήτηση. Όποιος αναζητεί, θα συναντήσει τον Χριστό. Θα τον βρει ο ίδιος ο Θεάνθρωπος. Δεν είναι τυχαία η συνάντηση. Είναι ανταπόκριση στο χτυποκάρδι για αλήθεια, σε μία βαθύτερη αναζήτηση της ύπαρξης για νόημα που ξεπερνά τον χρόνο, για την αγάπη που νικά κάθε πάθος, κάθε δικαίωμα, κάθε πρόσκαιρο. Και ο Χριστός δεν κωφεύει σ ’αυτήν την αναζήτηση. Εμφανίζεται στον αναζητητή άλλοτε απευθείας, όπως στον Φίλιππο, άλλοτε διά μέσου των άλλων ανθρώπων, όπως έκανε ο Φίλιππος στον Ναθαναήλ. Τον βρήκε και του ανακοίνωσε την μεγάλη συνάντηση.
Γι’ αυτό και η ιεραποστολή είναι στάση ζωής στην χριστιανική παράδοση. Αν με βρήκε ο Χριστός, αυτό είναι η αρχή για να βρω τον άλλο, τον πλησίον μου και να του ανακοινώσω την δική μου χαρά. Να την μοιραστώ. Να δείξω ότι άλλαξε η ζωή μου. Όχι με πομπώδη τρόπο, όχι με επίδειξη, όχι για να φανερώσω ότι είμαι ο εκλεκτός. Αλλά γιατί η αγάπη έχει νόημα και πληρότητα όταν μοιράζεται, όταν δεν κρατιέται στο εγώ, όταν γίνεται λαχτάρα και άλλοι να συναντήσουν, να γιατρευτούν, να μοιραστούν.
Πώς μας βρίσκει ο Χριστός σήμερα;
Συνήθως Τον προσπερνούμε αδιάφοροι. Δεν μένουμε σε αυτό που είναι ο Ίδιος, διότι δεν Τον αναζητούμε. Είμαστε βέβαιοι ότι Τον έχουμε, παραδομένοι στην συνήθεια, την επανάληψη, το αίσθημα ότι τα έχουμε καλά μαζί Του. Δεν αισθανόμαστε την Εκκλησία σπίτι μας, διότι εκεί πηγαίνουμε άλλοτε για να μην τα χαλάσουμε με τον Θεό και άλλοτε για να ηρεμίσουμε, από τις ζάλες της ζωής. Δεν συνειδητοποιούμε ότι η Εκκλησία είναι το ιατρείο της ψυχής μας. Ότι, ο Χριστός περιμένει να Του δώσουμε την καρδιά, τα πάθη και τα λάθη μας, για να μας θεραπεύσει.
Ο κόσμος Τον έχει διαγράψει από τις προτεραιότητές του. Συνήθως αναζητά την ύπαρξη των θρησκειών ως ιδεολογιών, για να μπορεί να κρατιέται από κάπου, ή ως φύλακα των παραδόσεων. Ο κόσμος δεν Τον αναζητεί, δεν αισθάνεται ότι του λείπει, διότι αποθεώνει το εγώ του, τις αλήθειές του, τα αγαθά του και έχει συμβιβαστεί με τον θάνατο, τον οποίο προσπαθεί να αναβάλει, για να χαρεί την ζωή. Μένουν οι δοκιμασίες, οι λύπες, η απόγνωση μπροστά στο τέλος ως τελευταίες ευκαιρίες να ανοιχτεί στην συνάντηση, παρότι ο Χριστός είναι πανταχού και διαρκώς παρών.
Κι εμείς οι χριστιανοί επηρεαζόμαστε από τους ρυθμούς του κόσμου. Παγιδευμένοι στις βεβαιότητές μας από την μία και εκκοσμικευμένοι όσο τίποτε από την άλλη, δεν νιώθουμε την ανάγκη για προτεραιότητα του Χριστού.
Δεν είναι καιρός για απόγνωση. Αν κάτι κρατά ζωντανό η Ορθοδοξία στην ζωή μας είναι η αναζήτηση. Είναι η δίψα για συνάντηση με τον Χριστό, τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα, ο Οποίος ανταποκρίνεται στον μικρό πόθο μας για Αλήθεια, φωτίζει δείχνοντάς μας ότι Αυτός είναι το νόημα. Και μας καλεί σε συνάντησή μαζί Του στην Εκκλησία, αλλά όχι μόνους μας. Να βρούμε στον πλησίον Κύριον τον Θεόν μας. Θέλει απόφαση. Θέλει ταπείνωση. Θέλει αγάπη. Θέλει Εκκλησία!