Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

"εξέλθετε εκ μέσου αυτών"

Ένα από τα μεγαλύτερα διλήμματα που αντιμετωπίζουμε οι χριστιανοί, από την πρώτη στιγμή της παρουσίας της Εκκλησίας στον κόσμο, είναι και η στάση μας έναντι αυτού: «να ανήκουμε στον κόσμο ή να ξεχωρίσουμε από αυτόν;». Ο απόστολος Παύλος, χρησιμοποιώντας έναν λόγο της Παλαιάς Διαθήκης (προφήτης Ησαΐας), αναφέρεται στο πρόσταγμα του Κυρίου στον λαό Του: «εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε, λέγει Κύριος, και ακαθάρτου μη άπτεσθε, καγώ εισδέξομαι υμάς, και έσομαι υμίν εις πατέρα και υμείς έσεσθέ μοι εις υιούς και θυγατέρας» (Β’ Κορ. 6, 17-18). « Φύγετε μακριά απ' αυτούς και ξεχωρίστε. Μην αγγίζετε ακάθαρτο πράγμα κι εγώ θα σας δεχτώ. Θα είμαι για σας ο Πατέρας κι εσείς θα είστε γιοι και θυγατέρες μου».
Από τη μία φαίνεται να προτρέπονται οι άνθρωποι να φύγουν μακριά από κάθε αμαρτία, κάθε ακαθαρσία, κάθε τι το οποίο δεν είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Από την άλλη όμως, ο αποστολικός λόγος έχει να κάνει με την πίστη του Παύλου και της Εκκλησίας ότι ο καθένας μας είναι «ναός Θεού ζώντος», επομένως φέρουμε προσωπική ευθύνη να κρατήσουμε αυτή την ευλογία να κατοικεί μέσα μας ο αληθινός Θεός. Και όχι μόνο. Να μην κάνουμε την ύπαρξή μας ναό ειδώλων, δηλαδή χώρο και τρόπο λατρείας άλλων προτεραιοτήτων. Διότι είδωλα γίνονται για μας η σάρκα μας και οι επιλογή των ηδονών, η αμαρτία όταν ακολουθούμε το δικό μας θέλημα, μη λαμβάνοντας υπόψιν τον δρόμο του Θεού και του ευαγγελίου, η σπατάληση του χρόνου μακριά από τον Θεό και τον πλησίον, καθώς αποτυπώνουν το στιγμιαίο και αρνούνται την πληρότητα της ζωής που έχει να κάνει με την σχέση με τον Θεό.
Πολλές φορές αισθανόμαστε ενοχές γιατί είμαστε παγιδευμένοι στον κοσμικό χρόνο και τρόπο, γιατί δεν μπορούμε να προσευχηθούμε όπως οι μοναχοί και οι μοναχές, γιατί έχουμε μέριμνες, γιατί οι δικοί μας άνθρωποι δε θέλουν να ζήσουν την πνευματική ζωή που θέλουμε εμείς και μας αναγκάζουν να οπισθοχωρούμε, γιατί η κόπωση και το άγχος μας καταβάλλουν, γιατί η τηλεόραση και ο υπολογιστής μας κλέβουν τον χρόνο μας. Αισθανόμαστε ενοχές διότι δεν μπορούμε να κάνουμε την ελεημοσύνη που θέλουμε, γιατί είμαστε αναγκασμένοι να συνυπάρχουμε με κακούς, με άθεους, με αδιάφορους ανθρώπους, κάποτε και με βλάσφημους. Διαμαρτυρόμαστε για την κρίση των καιρών μας, μολονότι είμαστε μέρος του προβλήματος.
Δεν μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι ο Θεός επέτρεψε να ζούμε σε συγκεκριμένο χρόνο και σε συγκεκριμένο κόσμο, ακριβώς επειδή ο Ίδιος μας θέλει να είμαστε στο «νυν» της εποχής μας, όχι για να την σώσουμε ή να την κατακρίνουμε, αλλά για να γίνουμε ναός του και την ίδια στιγμή να είναι Πατέρας μας και εμείς τα παιδιά Του. Δεν μας ζητά να φύγουμε από τον κόσμο, διότι αυτό είναι μια κλήση για λίγους, αλλά να βγούμε έξω από το ειδωλολατρικό πνεύμα, αυτό που δεν αναγνωρίζει ούτε την ύπαρξη ούτε την πατρότητα του αληθινού Θεού, αυτό που δεν μας θέλει ούτε πιστούς ούτε παιδιά Του. Ο Θεός μας ζητά να ξεχωρίσουμε από τους άλλους, όχι για να φανούμε ανώτεροι, αλλά για να δηλώσουμε την εμπιστοσύνη και την ελπίδα μας σε Κείνον. Να αισθανθούμε ότι δεν μας χρειάζεται η ενηλικίωση του αυτοθεωμένου, του ορθολογιστή, του αυτάρκη, αλλά η παιδικότητα αυτού που εμπιστεύεται, αγαπά και χαίρεται να παραμένει υιός και θυγατέρα, όχι από ραθυμία ή φόβο της ενηλικίωσης, αλλά από αγάπη σ’ Αυτόν που μας χορηγεί την ελευθερία.
Το να μην αγγίζουμε το ακάθαρτο, δηλαδή ό,τι είναι αντίθετο με τις εντολές του Θεού, δεν είναι υπόθεση παιδιού, αλλά ώριμου ανθρώπου. Δεν είναι ο φόβος της τιμωρίας, αλλά η επιλογή της αγάπης του Θεού. Θέλει αγώνα να νικήσουμε τον πειρασμό του ιδίου θελήματος. Θέλει αγώνα όχι για να φύγουμε από τον κόσμο, αλλά για να ζήσουμε σ’ αυτόν με εμπιστοσύνη, όσο μπορούμε, λίγο ή πολύ, στον Θεό που είναι ο Πατέρας μας.
Στον κόσμο ο χριστιανός καλείται να ζήσει όχι αρνούμενος την πραγματικότητα, αλλά βλέποντάς την μέσα από το πρίσμα της Αγάπης και του θελήματος του Θεού. Με επίγνωση ότι η σχέση με τον Θεό είναι πιο πάνω απ΄ όλα με αγάπη και για τον κόσμο και για τον πλησίον και για τον πιστό και για τον αδιάφορο και άπιστο. Και να είναι μετανοών, γιατί έχει την αίσθηση ότι τα καταφέρνει όλα και μόνος του, ξεχνώντας ότι χωρίς το Χριστό δεν μπορεί να κάνει τίποτε.


Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018

οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται

Από την πρώτη στιγμή που αποκαλύφθηκε η Εκκλησία στο προσκήνιο ο λόγος του Χριστού «ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν, ει τον λόγον μου ετήρησαν και τον υμέτερον τηρήσουσιν»(Ιωάν. 15, 20) επιβεβαιωνόταν καθημερινά. Ο απόστολος Παύλος, ο οποίος πριν την μεταστροφή του διετέλεσε διώκτης του χριστιανισμού, καθώς συμμετείχε στο πρώτο μεγάλο έγκλημα μετά την σταύρωση του Χριστού, που ήταν το μαρτύριο και ο λιθοβολισμός του πρωτομάρτυρος και αρχιδιακόνου Στεφάνου, γνωρίζοντας από τον εαυτό του και τα όσα υπέμεινε για την πίστη τι σημαίνει να είναι κάποιος χριστιανός σε έναν κόσμο αντίθετο και αλλότριο, αναφέρει στον μαθητή του απόστολο Τιμόθεο: «και πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» (Β’ Τιμ. 3, 12). «Και όλοι όσοι θέλουν να ζήσουν με ευσέβεια, σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού, θα αντιμετωπίσουν διωγμούς».
Η ιστορία της Εκκλησίας επιβεβαιώνει συνεχώς αυτόν τον λόγο. Δεν είναι μόνο οι μάρτυρες του αίματος. Είναι και οι μάρτυρες της συνείδησης.
Είναι όλοι αυτοί οι οποίοι επέλεξαν να μην προσαρμοσθούν στο κοσμικό πνεύμα, δηλαδή στην όψη της αμαρτίας.
Είναι αυτοί που εγκατέλειψαν την κοσμική πραγματικότητα και πάλεψαν με τον εαυτό τους και τα πάθη τους στα μοναστήρια, στις σπηλιές, στις οπές της γης, στην έρημο και στα όρη.
Είναι αυτοί οι οποίοι πάλεψαν να κρατήσουν τίμιο τον γάμο τους και την κοίτη τους αμίαντο.
Αυτοί οι οποίοι είχαν τη δυνατότητα, αφήνοντας κατά μέρος τον νόμο του Θεού, να γίνουν πλούσιοι και ισχυροί, αλλά διάλεξαν να μείνουν πιστοί στα όσα το Ευαγγέλιο και η Εκκλησία λέει, και ας χάσουν.
Αυτοί που μάτωσαν εσωτερικά για να συγχωρήσουν ενώ μπορούσαν να τιμωρήσουν και να εκδικηθούν.
Αυτοί που δεν απάντησαν, ενώ μπορούσαν να ανταποδώσουν τα λεκτικά και άλλα χτυπήματα.
Είναι αυτοί που βλέπουν την εξουσία που έχουν ως διακονία και υπηρεσία προς τον άλλον και όχι ως ευκαιρία απόλαυσης.
Γιατί όμως διώκονται όλοι όσοι θέλουν να ζούνε με ευσέβεια, η οποία δεν έχει να κάνει μόνο με την εξωτερική συμπεριφορά, αλλά με την ταπείνωση της ψυχής και την απόφαση το Ευαγγέλιο να είναι ο οδηγός τους;
Η απόρριψη του κόσμου και ο διωγμός έχει να κάνει με την μισαλλοδοξία που γεννά ένας άλλος τρόπος σκέψης και ζωής σε εκείνους που κρίνονται. Ο εγωισμός τους κινδυνεύει από αυτόν που εκφράζει κάτι διαφορετικό, κάτι που τις περισσότερες φορές δείχνει μεγαλείο ψυχής. Ακόμη, οι άνθρωποι ελέγχονται από τον ευσεβή. Ενοχλούνται από την ίδια την ύπαρξή του, διότι τους υπενθυμίζει τι είναι αυτό που δεν ζούνε εκείνοι. Τους υπενθυμίζει Ποιον και Τι απορρίπτουν, δηλαδή τον Χριστό και το Ευαγγέλιο. Και το πρόσωπο που παλεύει να ζήσει ευσεβώς εν Χριστώ Ιησού προκαλεί αντιδράσεις. Ειρωνείες. Απόρριψη. Θα ήταν καλό να μην υπάρχει. Και σε όλον αυτόν τον πόλεμο, βάζει και ο διάβολος το δικό του χέρι.
Όσοι είμαστε χριστιανοί χρειάζεται να γνωρίζουμε ότι η ιδιότητά μας αυτή δεν μας εξασφαλίζει άνεση στη ζωή, αλλά το αντίθετο: διωγμό. Όμως εδώ είναι το μεγάλο δώρο: ο Χριστός είναι παρών και μας ενισχύει και δεν μας αφήνει στη μοναξιά, τον φόβο, τον πειρασμό. Ας αγαπήσουμε την ευσέβεια, όπως αυτή βιώνεται στην εκκλησιαστική ζωή. Την τήρηση του Ευαγγελίου, την μαρτυρία της αγάπης, την μετοχή μας στην λειτουργική ζωή τόσο με τους τύπους όσο και με την ουσία της. Ας δώσουμε με σταθερότητα την μαρτυρία μας και ας μην υποκύψουμε στον πειρασμό και την κοσμικότητα. Κυρίως, ας μη φοβηθούμε. Η Ιστορία έδειξε ότι η πίστη δε νικιέται, ακόμη κι αν περιορίζεται σε λίγους!



Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2018

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ
Δευτέρα 10 – Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018 (Ύψωσις Τιμίου Σταυρού):
7.30 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2018:
7.30 – 9.30 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.
7.00 μ.μ. Εσπερινός

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2018:
7.00 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2018 (Αγ. Σοφίας και θυγατέρων):
7.30 – 9.30 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία στον Προφήτη Ηλία.

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018:
6.30 μ.μ. Εσπερινός

Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2018:
7.00 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018:
6.30 μ.μ. Εσπερινός

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018:
7.00 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία




Ο Θεός δεν είναι ψηλά, έχει κατεβεί στη γη!

Ο άνθρωπος θέλει να ανεβεί ψηλά. Να προχωρήσει στη ζωή του. Με το μυαλό του και τα χαρίσματά του, με το «έχειν» του, με τη δυνατότητα να παρακολουθεί την πρόοδο του πολιτισμού, αισθάνεται ότι όχι μόνο θέλει, αλλά και μπορεί να ανεβεί ψηλά. Να «φτάσει στον Θεό». Δε έχει συνειδητοποιήσει ότι ο Θεός δεν είναι ψηλά, αλλά ότι έχει ήδη κατεβεί στη γη. Έχει γίνει άνθρωπος, για να ανεβάσει τον άνθρωπο στον ουρανό. Και δεν είναι μεταφορική αυτή η εικόνα. Είναι πραγματική. «Ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς, ο υιός του ανθρώπου ο ων εν τω ουρανώ» (Ιωάν. 3, 13). «Κανένας δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο Υιός του Ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό και που είναι στον ουρανό».
Ο λόγος της πίστης είναι ανατρεπτικός. Διαλύει τις αυταπάτες της αυτοθέωσης. Στον ουρανό ανεβαίνει αυτός που μπορεί να υπερβεί τις διαστάσεις της φύσης του. Όχι μόνο την βαρύτητα, τον χρόνο, τον εγκλωβισμό στο πεπερασμένο της φθαρτότητας. Στον ουρανό μπορεί να ανεβεί αυτός που θα ζήσει για πάντα με τον τρόπο του ουρανού. Κι αυτό δεν είναι φύση αλλά δωρεά χάριτος. Δεν είναι η αμαρτία μόνο που μας εμποδίζει να ανεβούμε στον ουρανό. Η υπερηφάνεια. Η άγνοια. Είναι το ξαστόχημά του προσανατολισμού μας. Η άρνηση της καταγωγής μας, ότι είμαστε παιδιά του Θεού και μέσα από τη σχέση μαζί Του μπορούμε να ξαναβρούμε τον δρόμο για τον ουρανό. Σπαταλούμε τη ζωή μας, τις στιγμές της, την ομορφιά γύρω μας, τους άλλους, τελικά και τον ίδιο τον εαυτό μας διότι αισθανόμαστε ότι είμαστε θεοί, ο κόσμος και τα πάντα περιστρέφονται γύρω από εμάς, ότι γνωρίζουμε την αλήθεια και ότι είμαστε η αλήθεια, αλλά η ήττα μας από την φύση και τον χρόνο είναι δεδομένη.
Κι όμως, υπάρχει ο τρόπος το αίτημά μας να εκπληρωθεί. Διότι είναι δωρεά στην ύπαρξή μας η δίψα για ουρανό. Γι’ αυτό πλαστήκαμε από τον Θεό. Για να ζήσουμε αιώνια. Και η αιωνιότητα δεν μπορεί να δοθεί στον παρόντα φθαρτό κόσμο. Η αιωνιότητα έρχεται από το μέλλον. Και το μέλλον έχει μία μεγάλη απάντηση. Την αγάπη. Η αγάπη μας δίνει την αιωνιότητα και μας ανεβάζει στον ουρανό. Μόνο που δεν είμαστε μόνοι στον δρόμο αυτό. Έχουμε οδηγό τον Υιό του Θεού που έγινε υιός του ανθρώπου και ο οποίος όντας φύσει στον ουρανό και πληρώνοντας τα πάντα, προσλαμβάνει και τη δική μας φύση, ώστε να μας δείξει τον τρόπο της θέωσης. Τον τρόπο του ουρανού. Αρκεί να πιστέψουμε και να Τον ακολουθήσουμε στην πράξη.
Ο τρόπος είναι ο Σταυρός. Παραίτηση από την προτεραιότητα του θελήματός μας, όχι άρνησή του, διότι αν δεν θέλεις, τίποτε δε γίνεται. Οικείωση του θελήματός Του. Δηλαδή της αγάπης. Η αγάπη δίνει διάρκεια στην ύπαρξή μας. Η αγάπη ως διαθεσιμότητα στον άλλο. Η αγάπη ως προσευχή. Η αγάπη ως συγχώρεση και πλατυσμός της καρδιάς. Η αγάπη ως ειλικρίνεια. Η αγάπη ως παραίτηση από την προτεραιότητα του εγώ. Η αγάπη ως άρνηση να χρησιμοποιήσουμε τον άλλο και ως ανάληψη της ευθύνης γι’ αυτόν. Η αγάπη ως εμπιστοσύνη στον ουρανό. Η αγάπη ως ελεημοσύνη, αλλά και ως αποδοχή της ελεημοσύνης των άλλων. Όχι επειδή μας συμφέρει, αλλά ως αποδοχή του ότι γι’ αυτό πλαστήκαμε. Και την ίδια στιγμή η αγάπη ως η οδός που νικά τον θάνατο. Ακόμη κι αν αυτός φαίνεται επώδυνος και βασανιστικός. Κανένας σταυρός δεν έχει επάνω του την ευχαρίστηση, αλλά τον πόνο. Ο πόνος όμως αυτός αγιάζει και λυτρώνει όποιον δεν έχει παραιτηθεί από την δίψα του ουρανού. Όποιον δεν έχει αποφασίσει ότι είναι μόνο χώμα και στο χώμα θα πάει, καταδικάζοντας σε θάνατο και τις μνήμες του, διότι πιστεύει ότι δε θα τον συνοδεύσουν σε μία αιωνιότητα που γι’ αυτόν δεν υπάρχει. Η μεγαλύτερη και τραγικότερη αυταπάτη.
Ζούμε σε μια πραγματικότητα στην οποία ο άνθρωπος δεν συνειδητοποιεί εύκολα τα όρια του, παρά μόνο μπροστά στον θάνατο. Ο πολιτισμός μας και οι δωρεές της ζωής, τα επιτεύγματά μας και οι ρυθμοί μας, η αίσθηση ότι το «έχειν» είναι το παν, σωματικά και πνευματικά, και το κατέχειν τους άλλους νοηματοδοτεί τη ζωή μας, μας πάει στον Θεό, μας κρατούν δέσμιους της αυτοθέωσης. Η Εκκλησία, δείχνοντας τον δρόμο του Σταυρού, μας προετοιμάζει για τον αληθινό τρόπο του ουρανού, που τελικά κρύβει την χαρά της κοινωνίας με Αυτόν που κατέβηκε στη γη. Και γι’ αυτό στους ναούς μας σπουδάζουμε αυτή την κάθοδο. Μέσα από το φως, άλλοτε λιτό και άλλοτε μεγαλόπρεπο, που πηγάζει όμως από την αρχιτεκτονική που το ζητά. Μέσα από την εικονογράφηση, με τις μορφές των αγίων που ξεκινούν μαζί με μας να ανεβαίνουν για να συναντήσουν τον Παντοκράτορα. Και με την ελπίδα του κεριού και του λιβανιού να ανεβαίνει κι αυτή. Ο Σταυρωθείς υψώθηκε για να μας δείξει την οδό. Και όλα μας ακολουθούν τον δικό Του τρόπο. Και οι καρδιές μας, όσο πιστεύουμε.