Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου 2017

«Ανθρώπους έση ζωγρών»

Παρακολουθώντας τη ζωή των ανθρώπων, θα έλεγα νομίζω με ασφάλεια ότι κολυμπούν μέσα σε μια θάλασσα, στην οποία υπάρχουν πολλά αγκίστρια, παγίδες και δίχτυα για να μας αλιεύσουν. Γιατί ο πολιτισμός προσπαθεί να μας κάνει καταναλωτές ή και πολλές φορές προϊόντα προς κατανάλωση.
Το παράδοξο είναι ότι ο ίδιος ο Χριστός, όπως τον ακούσαμε σήμερα, λέει στον απόστολο Πέτρο και σε όλους τους αποστόλους Του «Από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών» (Λουκ. 1,10), «Ανθρώπους από δω και πέρα θα αλιεύεις».
Ο κόσμος μας μάς αλιεύει για να γίνουμε καταναλωτές.
Η Εκκλησία, μάς αλιεύει για να οδηγηθούμε στο καθ’ ομοίωσιν Θεού.
Ο κόσμος προσπαθεί να μας πείσει να αδρανοποιηθούμε, να βρούμε τρόπους άκοπης διαβίωσης, αδιαφορώντας για τους άλλους.
Η Εκκλησία θέλει να ενεργοποιήσουμε τα χαρίσματά μας, την εικόνα του Θεού, αλλά και κάθε ιδιαίτερο γνώρισμα που έχουμε λάβει από το Άγιο Πνεύμα και να τα διαθέτουμε στη χρήση του συνόλου.
Ο κόσμος θέλει να μας κάνει εξαρτημένους στα πάθη και τις αδυναμίες μας, για να μας έχει δεσμίους του.
Η Εκκλησία ζητά από εμάς να γίνουμε ελεύθεροι από κάθε εξάρτηση και ανάγκη.
Ο κόσμος δεν έχει πρόβλημα να διακηρύξει ότι μας επιτρέπεται να «φάμε» τον άλλον, για να ζήσουμε καλύτερα εμείς.
Η Εκκλησία προβάλει τη θυσιαστική αγάπη για τον άλλον και μας καλεί να γευθούμε την αιώνια βρώση που είναι ο Χριστός στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Το αγκίστρι του πολιτισμού είναι το θέλημα και η ηδονή της αμαρτίας.
Το αγκίστρι της Εκκλησίας είναι η εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού και η χαρά της κοινωνίας τόσο με Εκείνον όσο και με τον συνάνθρωπό μας.
Ο κόσμος μας αφήνει να παλεύουμε στο σκοτάδι της πνευματικής άγνοιας, να ματαιοπονούμε διότι ο θάνατος είναι πιο ισχυρός και να απελπιζόμαστε, διότι βλέπουμε πως κατά βάθος το νόημα που βρίσκουμε δεν μας δίνει ευτυχία.
Η Εκκλησία μας δίνει πίστη στην ελπίδα. Μας κάνει να μην αισθανόμαστε μόνοι. Να μην απελπιζόμαστε, γνωρίζοντας ότι δεν είμαστε μόνοι και ότι η ζωή κοντά Του έχει νόημα
«Ανθρώπους έση ζωγρών».
Ο δρόμος αυτός δεν είναι μόνο για τους Αποστόλους. Είναι για τον καθέναν από εμάς. Όταν έχουμε επίγνωση του αληθινού σκοπού της ζωής μας, μπορούμε να αφήνουμε στην άκρη το άγχος μας για το εδώ και τώρα και να αφήνουμε τη ζωή μας στα δικά Του δίχτυα.


Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2017

Ός γαρ εάν επαισχυνθή με και ... επαισχυνθήσεται αυτόν ...

Μας αρέσει να μας ανταποδίδουν το καλό που κάνουμε, ό,τι προσφέρουμε, ό,τι αφιερώνουμε στους άλλους. Και πολλές φορές αποτελεί κίνητρο. Το ίδιο συμβαίνει και στη θρησκευτική μας ζωή. Κι εκεί μετράμε τα έργα μας, την πίστη μας, την πορεία μας και ζητούμε από τον ουρανό ανταπόδοση. Ή ο φόβος ότι ο Χριστός θα μας αποστραφεί, εάν Τον αρνηθούμε πάλι μας κάνει να σκεφτόμαστε τη συμπεριφορά μας. Ο λόγος του Χριστού είναι αδιαμφισβήτητος: «Ός γαρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ και ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων» (Μάρκ. 8, 38). «Όποιος, ζώντας μέσα σ’ αυτή τη γενιά την άπιστη και αμαρτωλή, ντραπεί για μένα και για τη διδασκαλία μου, θα ντραπεί γι’ αυτόν και ο Υιός του Ανθρώπου, όταν έρθει με όλη τη λαμπρότητα του Πατέρα Του, μαζί με τους αγίους αγγέλους».
Τι σημαίνει όμως ομολογία και τι αισχύνη σ’ αυτή τη ζωή;
Ομολογία σημαίνει αποδοχή ότι η ζωή μας κατά Χριστόν είναι σταυρική. Σταυρός η πίστη. Σταυρός η αγάπη. Σταυρός η σχέση με τους άλλους ανθρώπους. Και δεν είναι μόνο τα πάθη τόσο τα δικά μας όσο και των άλλων ανθρώπων που καθιστούν την πορεία του χριστιανού σταυρική. Είναι η δυσκολία μας να καταλάβουμε ποιο είναι το θέλημα του Θεού στην κάθε στιγμή της ζωής μας, είναι η αδυναμία μας να αφεθούμε στο θέλημα του Θεού, όχι μοιρολατρικά αλλά δυναμικά, είναι η ατολμία μας να ενεργήσουμε χωρίς να σκεφτούμε ότι οι άλλοι μπορεί να μας απορρίψουν γιατί δεν ακολουθούμε τη μάζα-τους πολλούς.
Ομολογία σημαίνει επιμονή στην κατά Χριστόν πορεία μας. Δεν αλλάζουμε τις πνευματικές μας αρχές, επειδή δεν βρίσκουμε ανταπόκριση στην κοινωνία. Ούτε όταν βρεθούμε σε δοκιμασία και δυσκολία. Δυσανασχετούμε μπροστά στην αρρώστια, τη φθορά, την αποτυχία, τον θάνατο. Όταν δεν ικανοποιείται το θέλημά μας και οι φιλοδοξίες μας. Όμως για τον Θεό, επειδή βλέπει τη ζωή με γνώμονα το μέλλον και τη βασιλεία Του, κακό είναι ό,τι μας καθηλώνει στο αυτόφωτο και την ετερονομία μας σε σχέση με Εκείνον. Και γι’ αυτό μας δίδει αφορμές μετανοίας μέσα από την ήττα. Αφορμής ταπείνωσης, προβληματισμού δηλαδή για την αυτάρκεια του εγωισμού μας. Αφορμή έκφρασης εμπιστοσύνης προς Εκείνον. Αν δεν επιμένουμε στην πίστη, τότε η ομολογία μας είναι κίβδηλη και επιφανειακή. Δεν έχει διάρκεια.
Ομολογία σημαίνει ανάληψη τελικά της ευθύνης μας έναντι του κόσμου και των ανθρώπων. Θεωρούμε συνήθως ότι πιστεύουμε στον Θεό για να σώσουμε τον εαυτό μας. την ψυχή μας. Να αποκτήσουμε την βασιλεία των ουρανών. Δεν είναι αρκετό αυτό. Πιστεύουμε για να βοηθήσουμε και τους άλλους να βρούνε αυτή την οδό. Όσο τουλάχιστον περνά από το χέρι μας. Και ομολογούμε με το παράδειγμά μας. Ομολογούμε όμως και με τα λόγια μας. Με την αίσθηση ότι υπάρχουμε, νοιαζόμαστε για τους άλλους. Όσο μπορούμε. Ακόμη και η συμπεριφορά μας διαδραματίζει ρόλο. Η ευγένεια και η αρχοντιά μας. Ό,τι μαρτυρεί ότι η ψυχή μας θέλει να συνδράμει. Να μιλήσει για τον Θεό. Η προσευχή μας για τους άλλους. Η μη ανάπαυσή μας. Η αίσθηση ότι μπορούμε να δώσουμε, όχι μόνο υλικά, αλλά και πνευματικά την Αλήθεια που είναι ο Χριστός. Δεν είμαστε ηττοπαθείς, ούτε κρυβόμαστε. Δεν μιλάμε για μας, αλλά για τον Θεό. Και δείχνουμε τον Θεό αισθανόμενοι ότι κάποιοι μπορούν να πάρουν κάτι. Ο καθένας στο μέτρο του χαρίσματος, του ρόλους και της αποστολής του. Αγωνιζόμαστε να μη αμαρτάνουμε όχι μόνο για να μη βλάψουμε πνευματικά τον εαυτό μας, αλλά γιατί αγαπούμε τους άλλους και αμαρτία είναι το ελλιπές της αγάπης.
Ποιος από μας μπορεί να ισχυριστεί ότι καταφέρνει να ομολογήσει τον Χριστό στη ζωή του; Συνήθως αρκούμαστε σε κομπορρημοσύνες. Η ομολογία δεν είναι μόνο πρόταση λόγων. Είναι σταυρός, επιμονή και ευθύνη αγάπης. Και την ίδια στιγμή η αποφασιστικότητα να μείνουμε κοντά σ’ Αυτόν που πρώτος μας αγάπησε και σήκωσε το σταυρό για όλους μας. Ας είναι λοιπόν η πορεία της ζωής μας συνέχεια του δικού Του δρόμου, για να μην ντραπεί για μας στη Βασιλεία Του.

Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2017

Ο Θεός ΔΕΝ είναι ψηλά, έχει ήδη κατεβεί στη γη!

Ο άνθρωπος θέλει να ανεβεί ψηλά. Να προχωρήσει στη ζωή του. Με το μυαλό του και τα χαρίσματά του, με το «έχειν» του, με τη δυνατότητα να παρακολουθεί την πρόοδο του πολιτισμού, αισθάνεται ότι όχι μόνο θέλει, αλλά και μπορεί να ανεβεί ψηλά. Να «φτάσει στον Θεό», όπως λέει ένα σύγχρονο τραγούδι. Δε συνειδητοποιεί όχι ότι ο Θεός είναι ψηλά, αλλά ότι έχει ήδη κατεβεί στη γη. Έχει γίνει άνθρωπος, για να ανεβάσει τον άνθρωπο στον ουρανό. Και δεν είναι μεταφορική αυτή η εικόνα. Είναι πραγματική. «Ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς, ο υιός του ανθρώπου ο ων εν τω ουρανώ» (Ιωάν. 3, 13). «Κανένας δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο Υιός του Ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό και που είναι στον ουρανό».
Ο λόγος της πίστης είναι ανατρεπτικός. Διαλύει τις αυταπάτες της αυτοθέωσης. Στον ουρανό ανεβαίνει αυτός που μπορεί να υπερβεί τις διαστάσεις της φύσης του. Όχι μόνο την βαρύτητα, τον χρόνο, τον εγκλωβισμό στο πεπερασμένο της φθαρτότητας. Στον ουρανό μπορεί να ανεβεί αυτός που θα ζήσει για πάντα με τον τρόπο του ουρανού. Κι αυτό δεν είναι φύση αλλά δωρεά χάριτος. Δεν είναι η αμαρτία μόνο που μας εμποδίζει να ανεβούμε στον ουρανό. Η υπερηφάνεια. Η άγνοια. Είναι το ξαστόχημά του προσανατολισμού μας. Η άρνηση της καταγωγής μας, ότι είμαστε παιδιά του Θεού και μέσα από τη σχέση μαζί Του μπορούμε να ξαναβρούμε τον δρόμο για τον ουρανό. Σπαταλούμε τη ζωή μας, τις στιγμές της, την ομορφιά γύρω μας, τους άλλους, τελικά και τον ίδιο τον εαυτό μας διότι αισθανόμαστε ότι είμαστε θεοί, ο κόσμος και τα πάντα περιστρέφονται γύρω από εμάς, ότι γνωρίζουμε την αλήθεια και ότι είμαστε η αλήθεια, αλλά η ήττα μας από την φύση και τον χρόνο είναι δεδομένη.
Κι όμως, υπάρχει ο τρόπος το αίτημά μας να εκπληρωθεί. Διότι είναι δωρεά στην ύπαρξή μας η δίψα για ουρανό. Γι’ αυτό πλαστήκαμε από τον Θεό. Για να ζήσουμε αιώνια. Και η αιωνιότητα δεν μπορεί να δοθεί στον παρόντα φθαρτό κόσμο. Η αιωνιότητα έρχεται από το μέλλον. Και το μέλλον έχει μία μεγάλη απάντηση. Την αγάπη. Η αγάπη μας δίνει την αιωνιότητα και μας ανεβάζει στον ουρανό. Μόνο που δεν είμαστε μόνοι στον δρόμο αυτό. Έχουμε οδηγό τον Υιό του Θεού που έγινε υιός του ανθρώπου και ο οποίος όντας φύσει στον ουρανό και πληρώνοντας τα πάντα, προσλαμβάνει και τη δική μας φύση, ώστε να μας δείξει τον τρόπο της θέωσης. Τον τρόπο του ουρανού. Αρκεί να πιστέψουμε και να Τον ακολουθήσουμε στην πράξη.
Ο τρόπος είναι ο Σταυρός. Παραίτηση από την προτεραιότητα του θελήματός μας, όχι άρνησή του, διότι αν δεν θέλεις, τίποτε δε γίνεται. Οικείωση του θελήματός Του. Δηλαδή της αγάπης. Η αγάπη δίνει διάρκεια στην ύπαρξή μας. Η αγάπη ως διαθεσιμότητα στον άλλο. Η αγάπη ως προσευχή. Η αγάπη ως συγχώρεση και πλατυσμός της καρδιάς. Η αγάπη ως ειλικρίνεια. Η αγάπη ως παραίτηση από την προτεραιότητα του εγώ. Η αγάπη ως άρνηση να χρησιμοποιήσουμε τον άλλο και ως ανάληψη της ευθύνης γι’ αυτόν. Η αγάπη ως εμπιστοσύνη στον ουρανό. Η αγάπη ως ελεημοσύνη, αλλά και ως αποδοχή της ελεημοσύνης των άλλων. Όχι επειδή μας συμφέρει, αλλά ως αποδοχή του ότι γι’ αυτό πλαστήκαμε. Και την ίδια στιγμή η αγάπη ως η οδός που νικά τον θάνατο. Ακόμη κι αν αυτός φαίνεται επώδυνος και βασανιστικός. Κανένας σταυρός δεν έχει επάνω του την ευχαρίστηση, αλλά τον πόνο. Ο πόνος όμως αυτός αγιάζει και λυτρώνει όποιον δεν έχει παραιτηθεί από την δίψα του ουρανού. Όποιον δεν έχει αποφασίσει ότι είναι μόνο χώμα και στο χώμα θα πάει, καταδικάζοντας σε θάνατο και τις μνήμες του, διότι πιστεύει ότι δε θα τον συνοδεύσουν σε μία αιωνιότητα που γι’ αυτόν δεν υπάρχει. Η μεγαλύτερη και τραγικότερη αυταπάτη.
Ζούμε σε μια πραγματικότητα στην οποία ο άνθρωπος δεν συνειδητοποιεί εύκολα τα όρια του, παρά μόνο μπροστά στον θάνατο. Ο πολιτισμός μας και οι δωρεές της ζωής, τα επιτεύγματά μας και οι ρυθμοί μας, η αίσθηση ότι το «έχειν» είναι το παν, σωματικά και πνευματικά, και το κατέχειν τους άλλους νοηματοδοτεί τη ζωή μας, μας πάει στον Θεό, μας κρατούν δέσμιους της αυτοθέωσης. Η Εκκλησία, δείχνοντας τον δρόμο του Σταυρού, μας προετοιμάζει για τον αληθινό τρόπο του ουρανού, που τελικά κρύβει την χαρά της κοινωνίας με Αυτόν που κατέβηκε στη γη. Και γι’ αυτό στους ναούς μας σπουδάζουμε αυτή την κάθοδο. Μέσα από το φως, άλλοτε λιτό και άλλοτε μεγαλόπρεπο, που πηγάζει όμως από την αρχιτεκτονική που το ζητά. Μέσα από την εικονογράφηση, με τις μορφές των αγίων που ξεκινούν μαζί με μας να ανεβαίνουν για να συναντήσουν τον Παντοκράτορα. Και με την ελπίδα του κεριού και του λιβανιού να ανεβαίνει κι αυτή. Ο Σταυρωθείς υψώθηκε για να μας δείξει την οδό. Και όλα μας ακολουθούν τον δικό Του τρόπο. Και οι καρδιές μας, όσο πιστεύουμε.

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2017

Η απουσία ντροπής φέρνει θάνατο!

Σε μία από τις ωραιότερες παραβολές του Ευαγγελίου, την οποία ο Χριστός διηγήθηκε λίγο πριν τα Πάθη Του, αναφέρεται ακριβώς σ’ αυτό το ζήτημα της κατά Θεόν ντροπής. Οι κακοί γεωργοί που αναλαμβάνουν να καλλιεργήσουν το αμπέλι του Ιδιοκτήτη κρατούνε για τους εαυτούς τους τους καρπούς του. Επιδεικνύουν αχαριστία και απουσιάζει από την ύπαρξή τους η ντροπή. Φτάνουν στο σημείο, καθώς η καρδιά τους έχει πωρωθεί, να μην ντρέπονται ούτε τον Υιό του Ιδιοκτήτη, παρά το ότι Αυτός Τον στέλνει λέγοντας «ἐντραπήσονται τόν υἱόν μου» (Ματθ. 21,33). Και Τον βγάζουν έξω του αμπελώνος, για να Τον σκοτώσουν, προκειμένου να οικειοποιηθούν την περιουσία Του. Παραμένουν δηλαδή τελικά αμετανόητοι. Κακοί στην καρδιά. Πλεονέκτες, άρπαγες. Όχι διαχειριστές, αλλά κλέπτες. Και το μέλλον τους είναι όχι απλώς η αποστέρηση του δικαιώματος να ζούνε από το αμπέλι του Κυρίου τους, αλλά η αιώνια τιμωρία τους. Η απουσία ντροπής φέρνει θάνατο.
Ντρέπομαι τον Θεό σημαίνει ότι επιλέγω από ευγνωμοσύνη, από ευχαριστία στον Θεό για την αγάπη Του, όχι μόνο να μην πράττω ενάντια στις εντολές Του, αλλά και να θέλω να μιμηθώ τον Θεό. Αγαπώ και Αυτόν και την εικόνα Του που είναι ο πλησίον μου.
Ντρέπομαι τον Θεό σημαίνει όχι μόνο να έχω υπόψιν μου τι θέλει από μένα, αλλά και να είμαι έτοιμος να δώσω λόγο έναντί Του. Σημαίνει ότι μετανοώ για τα λάθη και τις αποτυχίες μου, ότι αποφασίζω να δω το νόημα της ζωής όχι επιφανειακά, αλλά σε βάθος. Αισθάνομαι την γυμνότητα της ύπαρξής μου, αλλά δεν προσπαθώ να δικαιολογηθώ προσχηματικά.
Η ντροπή, η αιδώς, το φιλότιμο είναι μία από τις ποθούμενες αρετές για τον άνθρωπο. Πρόκειται για μία εσωτερική παρόρμηση της ανθρώπινης ψυχής, η οποία μέσα από την ντροπή αισθάνεται την ανάγκη να τηρήσει την ηθική τάξη, διότι δεν θέλει την αποδοκιμασία των άλλων, αισθάνεται την ανάγκη να προσφέρει στον πλησίον, ακόμη κι αν αυτό δεν είναι μέσα στις υποχρεώσεις της, αισθάνεται την ανάγκη να μην προκαλεί στις σχέσεις με τους άλλους, να μην δείχνει σημάδια αυτού που ονομάζουμε ηθικό κακό. Είναι το κίνητρο εκείνο το οποίο κάνει όποιον το έχει, να μην χρειάζεται τελικά το φόβητρο του νόμου, αλλά να μπορεί αφ’ εαυτού του να επιλέγει αυτό που δίνει ισορροπία στη ζωή.