Σάββατο 25 Αυγούστου 2018

Πρόγραμμα Εβδομάδος

ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ
Δευτέρα 27 Αυγούστου – Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2018


Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018 (Αποτομή Κεφαλής Προδρόμου):
7.30 – 9.30 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.
6.30 μ.μ. Εσπερινός Αγίου Αλεξάνδρου.

Πέμπτη 30 Αυγούστου 2018 (Αγίου Αλεξάνδρου):
7.30 – 9.30 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία, στον Προφήτη Ηλία.

Παρασκευή 31 Αυγούστου 2018
7.00 μ.μ. Εσπερινός, Αγιασμός Πρωτομηνιάς και Θερινή συνάντηση Κύκλου συμμελέτης Αγίας Γραφής.

Σάββατο 1 Σεπτεμβρίου 2018
6.00 μ.μ. Εσπερινός

Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2018:
7.00 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία


 Η Τετάρτη 29 Αυγούστου, ημέρα μνήμης της Αποτομής της Κεφαλής του Προδρόμου, είναι ημέρα αυστηρής νηστείας, δηλαδή αλάδοτη - ξηροφαγία.

Ο νοικοκύρης Θεός!

Μία από τις πιο συγκλονιστικές παραβολές για τον κόσμο και τον άνθρωπο είναι αυτή των κακών γεωργών. Λίγο πριν το Πάθος Του ο Χριστός διηγείται στους μαθητές Του και κατ’ επέκτασιν στον καθέναν από εμάς, Ποιος είναι ο Θεός, ποιος ο άνθρωπος και ποιος ο κόσμος. Σκοπός της παραβολής δεν είναι να απεικονίσει μόνο την κακία των Εβραίων, οι οποίοι επρόκειτο να σταυρώσουν τον Κύριο. Ο Χριστός θέλει να καταλάβουμε Ποιος είναι ο Θεός και τι μας ζητά, αλλά και να πάρουμε θέση έναντί Του και έναντι του κόσμου και με βάση αυτή τη θέση να προσανατολίσουμε τη ζωή μας.
Ο Θεός χαρακτηρίζεται ως «οικοδεσπότης». Με μία σειρά από ρήματα, που μαρτυρούν λόγο και ενέργεια, αποκαλύπτεται ο τρόπος με τον οποίο μας φανερώνεται. «Εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε και ώρυξεν εν αυτώ ληνόν και ωκοδόμησε πύργον, και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν» (Ματθ. 21, 33). «Φύτεψε ένα αμπέλι, το περιέφραξε, έσκαψε σ’ αυτό πατητήρι, έχτισε πύργο, το παραχώρησε σε γεωργούς και έφυγε για άλλον τόπο».
Ο κόσμος είναι αμπελώνας που φυτεύτηκε από τον άρχοντα, τον οικοδεσπότη, τον νοικοκύρη Θεό. Ο αμπελώνας παράγει σταφύλια, τα οποία τρέφουν και χαροποιούν με το κρασί τον άνθρωπο. Τα σταφύλια έχουν μία ξεχωριστή ομορφιά. Μαρτυρούν αφθονία και ταυτόχρονα λιτότητα. Αφθονία με τη γεμάτη όψη που έχουν πάνω στο κλήμα. Λιτότητα με τις μικρές ρώγες, που γλυκαίνουν και χορταίνουν, αλλά δε χρειάζεται να φάει κανείς πολύ.
Ο Θεός έβαλε όρια στον κόσμο, περιφράσσοντάς τον. Είμαστε πεπερασμένοι. Έχουμε συγκεκριμένες δυνατότητες. Υπάρχει και κόσμος πέρα από τα όρια του αμπελώνα, αλλά σε αυτόν τον κόσμοδεν μπορούμε να βρεθούμε να βρεθούμε μόνοι μας.
Ο Θεός όμως έσκαψε πατητήρι. Δεν μας στέρησε τη χαρά, αλλά μας έδωσε την ευκαιρία να την βιώσουμε. Ευλόγησε τη ζωή και τους καρπούς της. Την συνάντηση των τρυγητάδων που φέρνουν τον καρπό του αμπελώνος, για να τον πατήσουν στο πατητήρι, να τον κάνουν μούστο και κρασί. Ο μούστος παράγει προϊόντα που τρέφουν. Αν βράσει, γίνεται ο οίνος της χαράς και της ζωής. Δεν πατά μόνο ένας τα σταφύλια, αλλά πολλοί. Η Εκκλησία μας δίνει την ευκαιρία να χαρούμε μαζί με τους άλλους, στην ένωση και τον χορό της αγάπης, όπως γινόταν παλαιότερα που ο τρύγος και το πάτημα των σταφυλιών ήταν γιορτή!
Ο Θεός όμως έχτισε και πύργο. Άφησε δηλαδή τόπο και για να ετοιμαστεί το κρασί στα υπόγειά του, αλλά και να μπορούν όσοι ζούνε στον αμπελώνα να κατοικούν και να χαίρονται. Η Εκκλησία μας δίνει τον πύργο της πρόνοιας του Θεού μέσα στον κόσμο. Και αυτός ο πύργος μας κάνει να παλεύουμε και για τον επιούσιο άρτο και για τον άρτο της ζωής με επίγνωση ότι όλα ανήκουν στον Θεό.
Ο Θεός όμως παραχωρεί τον αμπελώνα και τα πάντα σ’ αυτόν στους γεωργούς, στους ανθρώπους, σε μας δηλαδή. Ο Ίδιος φεύγει. Μας εμπιστεύεται τον κόσμο και μας δίνει την ελευθερία να παλέψουμε σ’ αυτόν. Να χαρούμε. Να καρπωθούμε τα αγαθά του, αλλά και με αγάπη να μοιραστούμε με τους συνανθρώπους μας ό,τι μας δόθηκε. Ο Θεός στέλνει στον κόσμο εκείνους που μας υπενθυμίζουν ότι υπάρχει πάντοτε ένα μερίδιο που ανήκει σ’ Εκείνον. Αυτό είναι η ευγνωμοσύνη σ΄ Αυτόν που αποδεικνύεται με την αγάπη. Το ευχαριστώ για όσα μας έδωσε και την ίδια στιγμή η ευλογία της αγάπης που μοιράζεται με τους συνανθρώπους μας, όχι μόνο υλικά, αλλά και παρηγορητικά, πνευματικά, συγχωρητικά. Από το νόημα να ζούμε με τον Θεό να πάρουν και οι άλλοι. Και μέσω των άλλων ο Θεός παίρνει από εμάς ό,τι του ανήκει. Την δωρεά της ομοίωσής μας προς Εκείνον που είναι η αγάπη.
Κάποιοι από μας μοιάζουμε με τους κακούς γεωργούς. Αψηφούμε τον Θεό γιατί δεν Τον βλέπουμε με τα σωματικά μας μάτια. Γιατί έχουμε τόση εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και το λογικό μας, τα όπλα και τις δυνάμεις μας που νομίζουμε ότι μπορούμε να Τον περιφρονούμε και να θανατώνουμε όσους μας ζητούν το μερίδιο του Θεού. Να αρνούμαστε την αγάπη και να προτάσσουμε την αυτάρκεια. Να αρνούμαστε την ευχαριστία και να προτάσσουμε τα δίκια μας. Να αρνούμαστε την επιστροφή του Θεού και να πιστεύουμε ότι θα ζήσουμε για πάντα ανεξέλεγκτοι. Και ο Θεός επιμένει. Στέλνει μέχρι και τον Υιό Του, τον Κύριό μας. Κι εμείς επιμένουμε να κρατήσουμε τον κόσμο εγωκεντρικά για μας. Και βγάζουμε τον Χριστό «έξω του αμπελώνος», έξω από τη ζωή μας, για να Τον σκοτώσουμε, να πούμε ότι δεν υπάρχει για μας, ώστε να θεωρούμε ότι τα πάντα μας ανήκουν.
Ο Θεός θα επανέλθει. Την ώρα του θανάτου μας θα γίνει και η κρίση μας. Και τότε όσοι είχαν διώξει το Θεό από τη ζωή τους θα χαθούν, θα ζήσουν και πάλι μακριά Του, στην κόλαση της αιώνιας μοναξιάς, του ανικανοποίητου, της αιώνιας δυστυχίας. Γιατί μαζί με την αγάπη συνυπάρχει η δικαιοσύνη. Διότι κι αυτή αναδεικνύει τη αλήθεια. Και η Αλήθεια είναι ο Θεός.
Ας διαλέξουμε να ζούμε στον κόσμο βλέποντάς τον όπως πραγματικά ο Θεός τον δημιούργησε, ως Εκκλησία. Ας διδαχθούμε από την νοικοκυροσύνη του Θεού και στην δική μας ύπαρξη. Ας έχουμε σχέδιο στη ζωή μας. Ας φυτεύουμε καθημερινά στις καρδιές μας την αγάπη, ας γνωρίζουμε τα όριά μας, ας χαιρόμαστε την συνάντηση με τους άλλους, νικώντας την αυτάρκεια και τον εγωκεντρισμό, δίνοντας το μερίδιο της αγάπης στον Θεό. Και ας μην Τον έχουμε εκτός της ζωής μας, για να μην κριθούμε όπως οι κακοί γεωργοί, οι αχάριστοι της αγάπης, αυτοί που επένδυσαν στο «εγώ- θεό»!



Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

Η Εκκλησία μας δείχνει το «Ποιος σώζει»

Το σπουδαιότερο ερώτημα της ανθρώπινης ύπαρξης είναι αν υπάρχει σωτηρία από τον θάνατο και το κακό, αν υπάρχει αιώνια ζωή. Ο θάνατος είναι ο φαινομενικά ακατάλυτος εχθρός μας. Μας προκαλεί βαθύ άγχος, διότι φοβόμαστε την ανυπαρξία, η οποία φαίνεται ότι τον συνοδεύει. Κανείς δεν έχει επιστρέψει στη ζωή, όπως τουλάχιστο την βλέπουμε, για να μας βεβαιώσει ότι υπάρχει με τον τρόπο των αισθήσεων. Έτσι, ιδίως η θρησκεία, προσπαθεί να παρηγορήσει τον άνθρωπο για την απώλεια της ζωής, και να υποσχεθεί και να οδηγήσει στη συνέχειά της που είναι η υπέρβαση του χρόνου και η αιωνιότητα.
Σήμερα, όμως, το ερώτημα της σωτηρίας έχει πάψει να είναι αυτονόητο. Ο άνθρωπος, παραδομένος στον υλισμό, έχει υποκύψει σε ένα πνεύμα μηδενισμού που ο ορθολογιστικός πολιτισμός μας έχει επιφέρει. Δεν πιστεύουμε οι περισσότεροι ότι υπάρχει σωτηρία, ότι υπάρχει μεταθανάτια ζωή. Αντίθετα, έχουμε θεοποιήσει τον χρόνο και ιδιαίτερα το παρόν. Το «εδώ και τώρα». Η ζωή περικλείεται στις χρονικές διαστάσεις. Η θρησκεία θεωρείται στοιχείο του χτες. Ακόμη και η αγιότητα, η απτή δηλαδή απόδειξη ότι υπάρχει αιωνιότητα, χλευάζεται. Ακόμη κι αν μας βεβαιώνουν άνθρωποι ότι έζησαν σημεία, τα οποία ξεπερνούν τον ορθολογισμό, δεν θέλουμε οι πολλοί να τους πιστέψουμε. Αλλά και όσοι πιστεύουν, μάλλον από συνήθεια ακολουθούν οι περισσότεροι την θρησκευτική ζωή. Από παράδοση. Το ερώτημα της σωτηρίας τους απασχολεί όταν διαπιστώνουν ότι ο χρόνος και οι δυνάμεις τους εγκαταλείπουν ή όταν βιώνουν τον θάνατο στα πρόσωπα των οικείων. Κι εκεί όμως η πίστη δεν είναι πάντοτε θερμή. Μάλλον λειτουργεί παρηγορητικά. Το παν είναι η εδώ και τώρα ζωή. Για τα υπόλοιπα απομένει μία αδιόρατη ελπίδα.
Κάποτε ένας πλούσιος νεαρός ρώτησε τον Χριστό: « τι αγαθόν ποιήσω ίνα έχω ζωήν αιώνιον;» (Ματθ. 19, 16). Ο άνθρωπος αυτός είχε έντονη μέσα του την υπαρξιακή αγωνία της σωτηρίας. Ήταν πιστός στον Θεό και στην πατροπαράδοτη θρησκεία και τηρούσε όλες τις κύριες εντολές του μωσαϊκού νόμου. Δεν είχε φονεύσει, δεν μοίχευε, δεν έκλεβε, δεν ψευδομαρτυρούσε, τιμούσε τον πατέρα και την μητέρα του και αγαπούσε τον πλησίον του όπως τον εαυτό του. Αξιοποιούσε τον χρόνο που του δόθηκε για να είναι εντάξει με τις θρησκευτικές επιταγές. Όμως το υπαρξιακό άγχος παρέμενε έντονο στην ψυχή του. Μήπως του έλειπε κάτι άλλο για να σωθεί; Ένιωθε ότι η θρησκευτικότητα δεν ήταν αρκετή. Και όντως ο Χριστός του προτείνει να πουλήσει τα υπάρχοντά του, να μοιράσει τα χρήματα στους φτωχούς, να αποκτήσει θησαυρό στον ουρανό και να Τον ακολουθήσει. Κι εκείνος, λυπημένος, διότι η ελπίδα του ήταν στα αγαθά του, θα φύγει, προτιμώντας αντί για την αντιμετώπιση και υπέρβαση του υπαρξιακού του άγχους, να παραμείνει στην βεβαιότητα των υλικών πραγμάτων. Αντί για την αιωνιότητα, να κρατήσει το «εδώ και τώρα». Κι έτσι το ερώτημα γι’ αυτόν θα παραμείνει αναπάντητο.
Η απάντηση της χριστιανικής μας πίστης είναι ξεκάθαρη. Για να περάσουμε στην αιωνιότητα, για να υπερβούμε το υπαρξιακό άγχος, χρειάζεται να πάψουμε να εμπιστευόμαστε το «εδώ και τώρα». Να βλέπουμε τη ζωή στην αιώνια προοπτική της. Να εμπιστευόμαστε τον ουρανό, δηλαδή με την πίστη στον Θεό να επιλέξουμε να ακολουθήσουμε τον Υιό Του, τον Κύριό μας, έχοντας σχέση μ’ Αυτόν. Να Τον ακολουθήσουμε στην οδό της αγάπης. Της ταπείνωσης. Της συγχώρεσης. Του φωτός και της θυσίας. Και αυτή η οδός δεν είναι ηθικολογική. Είναι οδός αφιέρωσης και υπέρβασης κάθε φόβου και κάθε υλικού στηρίγματος. Είναι οδός βαθιάς πίστης και εμπιστοσύνης στον ουρανό. Και εκεί που κάποτε αυτή η οδός φαίνεται αδύνατον να κατασταθεί οικεία σε μας, καθώς το «εδώ και τώρα» κυριαρχεί, η πίστη μας δείχνει ότι για τον Θεό είναι όλα δυνατά.
Ακόμη και όταν ο σύγχρονος άνθρωπος διαπιστώσει ότι ο πολιτισμός, τα αγαθά, οι απολαύσεις δεν είναι ικανά να θεραπεύσουν το υπαρξιακό άγχος, καταφεύγει σε ειδικούς επιστήμονες της ψυχικής υγείας για να τον βοηθήσουν ώστε να νικήσει τον εαυτό του. Δεν μπορούν όμως να μας δώσουν την μία και αυθεντική απάντηση στο ερώτημα της σωτηρίας και της αιωνιότητας γιατί η επιστήμη δεν επαρκεί. Δύναται να σωθεί αυτός που εμπιστεύεται τα πάντα στον Χριστό, αυτός που ακολουθεί την οδό του ουρανού. Κάθε ανθρώπινο παρηγορεί ή και εξαπατά. Ακόμη και η θρησκευτικότητα είναι χρήσιμη, αλλά δεν σώζει, γιατί μεταθέτει το ερώτημα όχι στο «Ποιος;» αλλά στο «Πώς;». Η Εκκλησία μας δείχνει το «Ποιος;». Οι απόστολοι ρωτούν το Χριστό «ποιος μπορεί να σωθεί», αλλά ο Χριστός απαντά «Ποιος είναι αυτός που σώζει, τα αδύνατα παρ΄ ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ». Αυτός είναι που καθιστά δυνατή την σωτηρία και υπαρκτή την αιωνιότητα. Με πρότυπα τους Αγίους που Τον έζησαν και Τον ζούνε, μπορούμε κι εμείς τελικά να Τον ακολουθήσουμε, βάζοντας τα τερπνά του κόσμου στην πραγματική τους διάσταση!
Ας ξαναφέρουμε στο προσκήνιο το ερώτημα της σωτηρίας. Και ας αναδιατυπώσουμε το «τις άρα δύναται σωθήναι;» (Ματθ. 19,25) των μαθητών, αντικαθιστώντας το με το «Τις άρα δύναται σώσαι ημάς;» και ας εμπιστευθούμε τον Χριστό!




Σάββατο 11 Αυγούστου 2018

Κρατάμε στα χέρια μας την Κρίση μας!!!

Οι άνθρωποι θέλουμε να δεχόμαστε την εκτίμηση από τους άλλους. Συνδέουμε την αξία μας με τη γνώμη τους. Αν οι άλλοι πιστεύουν σε μας και μας το δείχνουν, τότε κι εμείς είμαστε καλά. Όταν εκείνοι δεν μας δείχνουν την προσοχή που θα θέλαμε ή όταν διαπιστώνουμε ότι η εξωτερική μας εμφάνιση δεν τους προσελκύει, αισθανόμαστε απογοήτευση. Τότε κάνουμε ακόμη και αταίριαστα πράγματα, προκειμένου να υπερβούμε αυτό το έλλειμμα, προκαλούμε ή μελαγχολούμε για να μας δούνε και να μας συμπαθήσουν.
Αυτοεκτίμηση έχει αυτός που έχει αυτογνωσία. Που γνωρίζει τα όριά του. Που αγαπά και δίνει. Που έχει επίγνωση του ποιος είναι, αλλά και ποια είναι τα χαρίσματά του και την ίδια στιγμή που γνωρίζει ότι δεν μπορεί να ευχαριστήσει τους άλλους, ίσως και ποτέ. Αυτοεκτίμηση όμως, για την χριστιανική παράδοση, έχει ο καθένας που πιστεύει ότι η αξία του είναι τόσο μοναδική και ανυπολόγιστη, ώστε ο Θεός να γίνει άνθρωπος, να πεθάνει και να αναστηθεί γι’ αυτόν, χωρίς να υπολογίσει την ανταπόκρισή του. Αν ο Θεός ενηνθρώπησε, σταυρώθηκε, πέθανε, αναστήθηκε για μένα, χωρίς να περιμένει τίποτε από μένα, από τη στιγμή που η σχέση μας στηρίζεται στην απόλυτη ελευθερία, πώς είναι δυνατόν να μην αξίζω;
Η σχέση μας με τον Θεό, αλλά και με τους άλλους αποκαλύπτει κυρίως αυτό που ονομάζουμε στην εκκλησιαστική γλώσσα «τάλαντα». Ο καθένας από εμάς είναι «μυρίων ταλάντων οφειλέτης» (Ματθ. 18, 24) έναντι του Θεού. Κάθε τι που έχουμε και όχι μόνο υλικό, αλλά και ως στοιχείο του χαρακτήρα μας, αποτελεί δωρεά του Θεού, ώστε να μπορούμε να σπουδάζουμε στη ζωή την αγάπη. Να εργαστούμε και να το πολλαπλασιάσουμε. Να το προσφέρουμε στον πλησίον και την ίδια στιγμή να δοξάσουμε ευχαριστιακά τον Θεό για το ότι μας το έδωσε. Και γι’ αυτό το τάλαντό μας είναι ένας επιπλέον λόγος αυτοεκτίμησης. Πάλι μας αγαπά ο Θεός τόσο, ώστε να μας δίνει την δυνατότητα να έχουμε στοιχεία με βάση τα οποία θα αγαπήσουμε και θα αγαπηθούμε.
Κάθε στιγμή της ζωής μας όμως χρειάζεται να έχουμε κατά νουν ότι θα λογοδοτήσουμε για ό,τι μας δόθηκε και το αφήσαμε αναξιοποίητο. Για ό,τι κληθήκαμε, επειδή ο δρόμος της ζωής μας είναι η αγάπη, να το προσφέρουμε ακριβώς για να φανεί η αγάπη, κι εμείς αδιαφορήσαμε. Είπαμε ότι έχουμε χρόνο ή το σπαταλήσαμε με γνώμονα τον εαυτό μας και την ατομική μας απόλαυση. Αν θέλουμε βεβαίως να είμαστε ειλικρινείς, μάλλον ουδείς εξ ημών θα μπορούσε να βρει δικαίωση ενώπιον του Θεού. Διότι η οφειλή μας ήταν και θα είναι αναρίθμητη, καθώς ουδέποτε μπορούμε να ανταποδώσουμε στον Θεό ό,τι μας προσέφερε, όσο κι αν στη θρησκευτική ζωή φαντασιωνόμαστε ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Υπάρχει και η μετάνοια για ό,τι δεν μπορέσαμε. Και η μετάνοια προϋποθέτει ταπείνωση. Επίγνωση του χρέους μας και έκκληση στην μακροθυμία του Θεού. Όμως συχνά ο εγωισμός μας και η αίσθηση ότι εμείς είμαστε οι κριτές του εαυτού μας και του κόσμου, δεν μας επιτρέπουν να μετανοήσουμε για ό,τι δεν μπορέσαμε. Εμμένουμε στην αίσθηση ότι δεν χρωστούμε σε κανέναν ή, ακόμη χειρότερα, έχουμε διαίωμα να κάνουμε ό,τι θέλουμε με τα τάλαντά μας, διότι δεν είμαστε διαχειριστές τους, αλλά μας ανήκουν.
Ο Θεός αγαπά απροϋπόθετα. Και η μακροθυμία Του είναι δεδομένη. Έτσι είναι πρόθυμος να μας δώσει δεύτερες ευκαιρίες. Να μας ανεχτεί και τελικά να μας συγχωρήσει. Εκεί όμως έρχεται το δεύτερο κλειδί για να κατανοήσουμε ότι η ευθύνη μας κρίνεται από την δύναμη της αγάπης. Διότι οι άνθρωποι αλληλο-οφείλουμε στους συνανθρώπους μας. Όπως τα αναξιοποίητα χαρίσματά μας δημιουργούν βάρη ενώπιον του Θεού, έτσι και έναντι των ανθρώπων. Άλλοτε οφείλουμε, άλλοτε μας οφείλουν. Η μακροθυμία του Θεού όμως θα κριθεί από τη δική μας μακροθυμία. Από τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσουμε το χρέος των άλλων έναντί μας. Θα είμαστε συγχωρητικοί και αγαπητικοί ή θα είμαστε απαιτητικοί, δίκαιοι, αχάριστοι και αγνώμονες έναντι του Θεού που μακροθυμεί για να μακροθυμήσουμε κι εμείς έναντι της εικόνας Του που είναι ο συνάνθρωπος; Κι ενώ έναντι του Θεού ζητούμε αγάπη, έναντι των άλλων ζητούμε δικαιοσύνη. Απέναντι στον Ισχυρό παρακαλούμε. Απέναντι στον αδύναμο απαιτούμε και συντρίβουμε. Μόνο που αν επιλέξουμε αυτήν την οδό, τότε οδηγούμε και τον Θεό σ’ αυτήν την επιλογή. Της δικαιοσύνης. Θα μας αφαιρεθούν λοιπόν τα τάλαντα και θα μας απαιτηθεί να πληρώσουμε τα χρέη μας. Και τότε τίποτε δεν θα μπορεί να μας σώσει. Δηλαδή, με τον τρόπο που εμείς κρίνουμε τους άλλους θα κριθούμε και με τον τρόπο που εμείς μετράμε τους άλλους θα μετρηθούμε. Άρα καταλαβαίνουμε ότι εμείς κρατάμε στο χέρι μας την κρίση μας;



Σάββατο 4 Αυγούστου 2018

Ο διάβολος τρελαίνει τον άνθρωπο, όταν τον ελέγχει.

Ο Χριστός, μετά την μεταμόρφωσή του στο όρος Θαβώρ, βρέθηκε μπροστά σε μία δύσκολη κατάσταση. Ένας πατέρας πέφτει στα πόδια Του και Τον παρακαλεί να απαλλάξει τον σεληνιαζόμενο και επιληπτικό υιό του από την δαιμονική επίδραση, την οποία οι μαθητές δεν κατάφεραν να θεραπεύσουν. Σημειώνει χαρακτηριστικά ότι το πνεύμα του κακού κάνει τον γιο του «πολλάκις» να «πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ» (Ματθ. 17, 15). Το νερό και η φωτιά είναι δύο εντελώς αντίθετα στοιχεία. Όπου υπάρχει νερό, δεν υπάρχει η φωτιά και το αντίστροφο. Στην περίπτωση του παιδιού, το δαιμονικό πνεύμα το ρίχνει και στο ένα και στο άλλο στοιχείο, κάνοντάς το να συμπεριφέρεται αντιφατικά και ταυτόχρονα καταστροφικά. Γιατί τα δύο στοιχεία από μόνα τους είναι ικανά είτε να πνίξουν είτε να κάψουν το παιδί. Η αντιφατικότητα εδώ συνεπάγεται τον θάνατο. Την ίδια στιγμή όμως μένει δυσερμήνευτη. Δε θα ήταν αρκετό μόνο το ένα από τα δύο στοιχεία;
Ο διάβολος τρελαίνει τον άνθρωπο, όταν τον ελέγχει. Τον κάνει να μην έχει σειρά στη ζωή του. Να φάσκει και να αντιφάσκει. Να μην μπορεί να ισορροπήσει. Και ο τελικός σκοπός του διαβόλου είναι να πάρει τη ζωή του ανθρώπου, όχι κατ’ ανάγκην τη βιολογική, αλλά, κυρίως, την πνευματική, να τον απομακρύνει από τον Θεό. Έτσι, τον κάνει να μην λειτουργεί ισορροπημένα. Άλλα θέλουμε, άλλα λέμε και άλλα κάνουμε. Ή άλλο ζητάμε και γκρινιάζουμε και όταν αυτό γίνει και πάλι δεν ικανοποιούμαστε, αλλά για να ταλαιπωρήσουμε τους άλλους τους ζητάμε τα αντίθετα. Αυτή η κατάσταση προεκτείνεται σε όλες τις αντιφάσεις του ανθρώπου. Όταν ο νους και η καρδιά μας, η ύπαρξή μας δεν είναι αποφασισμένη να ακολουθεί μία σειρά, να έχει συνέπεια, να μην υποκρίνεται, αλλά να είναι ειλικρινής, τότε βαδίζει προς μία καταστροφικότητα, η οποία είναι και ψυχολογική, αλλά και κοινωνική. Ψυχολογική, διότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του, γιατί κάνει ό,τι κάνει, όπως επίσης και γιατί δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος. Παράλληλα, ένας ασταθής άνθρωπος δεν γεννά εμπιστοσύνη στις σχέσεις του, με αποτέλεσμα αυτές γρήγορα να διαλύονται και τα τραύματα να γίνονται εμφανή, καθώς η αγάπη δεν είναι δυνατή.
Ο διάβολος βεβαίως βοηθιέται από την ελευθερία μας, η οποία μας πείθει ότι δε χρειάζονται τρία πολύτιμα στοιχεία, όπως ο Χριστός επισημαίνει: η πίστη, η προσευχή και η νηστεία. Παρότι δεν φαίνεται ότι συμβάλλουν στην ισορροπία του εαυτού μας, εντούτοις αυτά τα τρία στοιχεία είναι πολυτιμότατα, για να νικήσουμε την αντιφατικότητά μας και να χτίσουμε έναν δυνατό χαρακτήρα, με νόημα και σταθερότητα. Η πίστη μας δίνει την βεβαιότητα ότι δεν είμαστε μόνοι μας στον αγώνα για βούληση προς το αγαθό, για σταθερότητα, για υπέρβαση του φόβου της ήττας ή των συνεπειών των επιλογών μας σε σχέση με τους άλλους που ζητούν ευκολία. Υπάρχει ο Θεός, ο Οποίος μας βοηθά να νικήσουμε το πειρασμό να παραδινόμαστε άλλοτε στη φωτιά και άλλοτε στο νερό και, ταυτόχρονα, να αποκτούμε ίαση στην ψυχή μας, να ξέρουμε ποιοι είμαστε και πού πορευόμαστε. Η προσευχή είναι η υπέρβαση του εγωκεντρισμού μας. Είναι η πίστη στην πράξη. Η αίσθηση ότι δεν είναι το δαιμονικό πνεύμα, το κακό, ο εγωκεντρικός τρόπος του πολιτισμού, η υπερήφανη αίσθηση της παντογνωσίας το κλειδί, αλλά η ταπεινή εναπόθεση στον Θεό των αδυναμιών μας και η εκζήτηση της βοήθειάς Του. Η νηστεία πάλι βάζει τον εαυτό μας σε πειθαρχία. Χωρίς να περιορίζει το εύρος των επιλογών μας, διότι δεν παύουμε να είμαστε ελεύθεροι, μας βάζει όρια και μέτρα επειδή εμείς το διαλέγουμε. Νικάμε το θέλημά μας και μέσα από την υπακοή στο θέλημα του Θεού δείχνουμε στο δαιμονικό πνεύμα ότι υπάρχει αυτός ο δρόμος, τον οποίο αυτό δε θέλησε να ακολουθήσει, αλλά και στον εαυτό μας ότι μπορούμε, σε πείσμα των καιρών, να ακολουθήσουμε αυτό που αποφασίζουμε, να υπολογίσουμε τις συνέπειες της αντιφατικότητας και να κάνουμε όσα θεωρούμε σωστά, όσα λέμε, όσα εννοούμε, με σχέδιο. Με πειθαρχία στον εαυτό μας. Με επίγνωση του τι μπορούμε και τι όχι και με εμπιστοσύνη στη χάρη του Θεού που αναπληρώνει τα ελλείποντά μας.
Οι καιροί μας επιβραβεύουν το ψέμα. Η αντιφατικότητα μας βγάζει ψεύτες. Καμαρώνουμε κάποτε γι’ αυτό ή δεν μας ενδιαφέρει, διότι έχουμε και θρασύτητα. Το να πέφτουμε στη φωτιά και στο νερό ταυτόχρονα δεν είναι πρόβλημα για μας, αρκεί να κάνουμε το θέλημά μας και μάλιστα, αυτό της στιγμής. Είτε το κατανοούμε είτε όχι, ουσιαστικά είμαστε παραδομένοι στον τρόπο του δαιμονικού πνεύματος. Αν όμως θέλουμε να ανήκουμε στην μεταμορφωμένη και αναστημένη γενιά, ο Χριστός μας δείχνει την αλήθεια και μας προτείνει την ίαση της αντιφατικής ψυχής. Μας δείχνει το δρόμο της πίστης, της προσευχής, της νηστείας, για να μπορούμε να έχουμε ισχυρή βούληση, να θέλουμε και να παλεύουμε!

Έλα, να σου πω μια προφητεία...


Όλοι γνωρίζουμε τις προφητείες των Αγίων της Εκκλησίας μας:
η Τουρκία θα διαλυθεί, οι Έλληνες θα πάρουμε την Πόλη, η Ελλάδα θα μεγαλώσει και πολλά ακόμα.
Εδώ όμως γεννιέται μια απορία. Ποιοι θα πάρουμε τη Πόλη; Επιτρέψτε μου να ξεδιπλώσω το συλλογισμό μου.
Θα πάρουν την Πόλη όλοι αυτοί που κυκλοφορούν με τα μούσια, το φραπέ στο ένα χέρι (έτσι καλεί η μόδα σήμερα για να είσαι trendy!) και τη μούρη τους στην οθόνη ενός κινητού;
Οι νεαροί με τους ψεύτικα φουσκωμένους μύες από τις ορμόνες και την πρωτεΐνη;
Ή μήπως όσοι ονειρεύονται να φύγουν να ζήσουν στο εξωτερικό και να γίνουν μεγαλοδιευθυντές πολυεθνικών;
Θα πάρουμε την Πόλη με όσους διατείνονται ότι αν γίνει πόλεμος θα τρέξουν να διαφύγουν από την Ελλάδα, γιατί δεν έχουν λόγο, όπως λένε, να καθήσουν να πολεμήσουν;
Με τα κορίτσια που κυκλοφορούν μισόγυμνα και βαμμένα σαν καρνάβαλοι πιστεύοντας αναίτια ότι είναι ωραία και sexy;
Και που βασικό τους όνειρο είναι να κάνουν σχέσεις και να συζούν;
Ή με όσες χρησιμοποιούν τις εκτρώσεις ως μέσο αντισύλληψης, γιατί έχουν δικαίωμα να κάνουν στο κορμί τους ό,τι θέλουν, όπως ισχυρίζονται;
Μήπως θα πάρουμε την Πόλη με όσους σε καθημερινή βάση αναζητούν σεξουαλικό εταίρο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (ουκ ολίγοι δυστυχώς);
Ή μήπως με όσους στα ίδια μέσα περιφέρουν την αγραμματοσύνη τους και την περηφάνια τους, ψάχνουν ευκαιρία να τσακωθούν και να ανταλλάξουν ύβρεις και ειρωνείες, αποδεικνύοντας τη μιζέρια της ζωής τους;
Μήπως πάλι με τους «ευσεβείς» χριστιανούς που αρέσκονται να διαβάζουν και να διαδίδουν προφητείες, που ψάχνουν έναν γέροντα να τους πει το μέλλον (!) και που τους νοιάζει να διαλαλούν πόσο βοηθούν τους αναξιοπαθούντες και πόση ώρα καίνε το καντήλι (λες και ο Θεός θα σου βάλει απουσία, αν δεν το ανάψεις μια μέρα);
Ή ίσως με όσους έκαναν την αμαρτία σημαία και περηφάνια, διαδηλώνοντας χωρίς ρούχα στο Σύνταγμα και ονειρευόμενοι να τελέσουν τον πολιτικό τους γάμο στη Τήλο και στη Μύκονο και να υιοθετήσουν παιδιά;
Μην αυταπατάστε και ο Θεός δεν κοροϊδεύεται.
Κι αν έχει υπομονή και μας δίνει ευκαιρίες, αυτό δεν θα το κάνει για πάντα.
Και θυμηθείτε ότι οι βουλές Του αλλάζουν σύμφωνα με τις αμαρτίες μας, την υπαρκτή ή ανύπαρκτη μετάνοιά μας και την πνευματική μας πρόοδο.
Όσο λοιπόν η υπερηφάνεια υπερισχύει της ταπεινότητας, όσο η μετάνοια είναι ανύπαρκτη και η αμαρτία περισσεύει, όσο τα club και οι καφετέριες είναι γεμάτες και οι Εκκλησίες άδειες, όσο έννοιες όπως πατρίδα, έθνος, οικογένεια και πίστη θεωρούνται παρωχημένες, πολύ φοβάμαι ότι όχι μόνο δεν θα πάρουμε την Πόλη αλλά θα χάσουμε και ό,τι έχουμε, με τη χώρα μας να περιορίζεται στα σύνορα του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού κράτους (για τους μη γνωρίζοντες, που φοβάμαι ότι είναι και οι περισσότεροι, η Ελλάδα τότε ουσιαστικά αποτελούταν από την Πελοπόννησο, ένα κομμάτι της Στερεάς, τις Σποράδες και τις Κυκλάδες)!
Μήπως λοιπόν αντί για τις προφητείες, το trendy και το sexy, πρέπει να μας ενδιαφέρει η κατάσταση της ψυχής μας;
Μήπως πρέπει πρώτα να ξαναγίνουμε Έλληνες και ύστερα να ονειρευόμαστε τα μεγαλεία;
Μήπως…; (αντιγραφή από: http://trelogiannis.blogspot.com)

ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ

ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ
Κυριακή 5 – Κυριακή 12 Αυγούστου 2018

Κυριακή 5 Αυγούστου 2018:
7.00 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.
7.00 μ.μ. Εσπερινός Μεταμορφώσεως.

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018 (Μεταμορφώσεως):
7.30 – 9.30 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.
7.00 μ.μ. Εσπερινός και Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο.

Τρίτη 7 και Τετάρτη 8 Αυγούστου 2018
7.00 μ.μ. Εσπερινός και Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο.

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018:
7.30 – 9.30 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.
7.00 μ.μ. Εσπερινός και Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο.

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2018:
7.00 μ.μ. Εσπερινός και Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο.

Σάββατο 11 Αυγούστου 2018
6.30 μ.μ. Εσπερινός

Κυριακή 12 Αυγούστου 2018:
7.00 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία
7.00 μ.μ. Εσπερινός και Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο.

 Ο π. Θεόδωρος Μπατάκας θα είναι στο Ναό μας για το μυστήριο της Εξομολογήσεως το Σάββατο 11 Αυγούστου από τις 6.00 το απόγευμα.