Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018

Δε θέλει θόρυβο η πίστη.

Υπάρχουν άνθρωποι που εξαιτίας της θέσης τους ή των έργων τους προσελκύουν τη δημοσιότητα, είτε το θέλουν είτε όχι. Υπάρχουν και κάποιοι που αγωνίζονται συνειδητά γι’ αυτήν. Για να ακούσουν τα «μπράβο» των άλλων, να συζητηθεί το όνομά τους. Μάλιστα, ικανοποιούνται ακόμη και όταν το όνομά τους ακούγεται με άσχημα σχόλια, αρκεί που ακούγεται. Δεν τους ενδιαφέρει όμως η αιτία ή το περιεχόμενο. Και στην εποχή μας που η τεχνολογία έχει τέτοια δύναμη, και η εικόνα μεταφέρεται τόσο εύκολα, παρουσιάζουμε μόνοι μας τα πάντα από τη ζωή μας για να μας δούν οι άλλοι! Ταυτόχρονα δε, και η επιλογή των ηγετών δεν κρίνετε από τα προγράμματά τους, αλλά από αυτό που δείχνουν προς τα έξω, την εμφανισιμότητα, την επικοινωνιακότητα, ίσως το «απόλυτο τίποτα».
Απέναντι σ’ αυτήν την κατηγορία των ανθρώπων, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, οι οποίοι λειτουργούν με σεμνότητα. Με μέτρο. Όχι μόνο δεν αυτοπροβάλλονται, αλλά προχωρούν σχεδόν κρυφά και αποφεύγουν να προκαλέσουν να ελκύσουν το ενδιαφέρον των άλλων για συγκεκριμένους λόγους. Περνούν χωρίς θόρυβο. Ει δυνατόν να μην τους αντιληφθεί κανείς. Είναι όσοι γράφουν ιστορία μέσα από την ταπεινή διακονία. Όσοι ζούνε και πορεύονται στον χρόνο όντας γνωστοί από λίγους που μπορούν να τους εκτιμήσουν, κυρίως όμως από τον Θεό. Αυτοί που δεν κραυγάζουν, δεν θέλουν να γίνουν διάσημοι, αλλά θα μείνουν στις καρδιές όσων τους συναντούν όντας οι γείτονες της διπλανής πόρτας, αυτοί που είναι διαθέσιμοι οτιδήποτε κι αν συμβεί, αυτοί που ξέρουν να αγαπήσουν, να συμπαρασταθούν.
Δύο ανθρώπινους τύπους, έναν επιφανή και έναν ταπεινό, συνάντησε ο Χριστός, όταν, μετά τη θεραπεία του δαιμονισμένου των Γαδαρηνών, επιστρέφει στην Καπερναούμ. Από την μία τον αρχισυνάγωγο Ιάειρο, γνωστό και σπουδαίο στην περιοχή, το δωδεκάχρονο κορίτσι του οποίου ήταν ετοιμοθάνατο. Από την άλλη μία αιμορροούσα γυναίκα, η οποία επί δώδεκα έτη ήταν καταδικασμένη στην ασθένειά της. Ξόδεψε όλη της την περιουσία στους γιατρούς, αλλά δεν κατάφερε τίποτε. Ο Ιάειρος πηγαίνει και παρακαλεί δημόσια τον Χριστό να έρθει στο σπίτι του και να γιατρέψει την άρρωστη θυγατέρα του. Η αιμορροούσα, αισθανόμενη ντροπή για τη ασθένειά της, αλλά και με μεγάλη ταπείνωση «προσελθούσα οπίσω ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού και παραχρήμα έστη η ρύσις του αίματος αυτής» (Λουκ. 8, 44). «Πήγε πίσω από τον Ιησού, άγγιξε την άκρη του ρούχου Του κι αμέσως η αιμορραγία της σταμάτησε». Κανείς δεν την είδε, στριμωγμένη κι αυτή μέσα στο πλήθος που περιτριγύριζε τον Ιησού. Μόνο ο Χριστός κατάλαβε ότι έφυγε από Αυτόν δύναμη θεραπευτική. Και όταν απαίτησε να φανερωθεί «ποιος Τον άγγιξε», τότε «τρέμουσα» (Λουκ. 8,47) η γυναίκα έπεσε στα πόδια Του και ομολόγησε ενώπιον όλων την αρρώστια και την ίαση. Για να ακούσει το «θάρσει, θύγατερ. Η πίστις σου σέσωκέ σε. Πορεύου εις ειρήνην» (Λουκ. 8,48). Στη συνέχεια ο Χριστός θα αναστήσει και την νεκρή κόρη του Ιάειρου, δείχνοντας ότι ο Θεός ακούει και βλέπει όσους αγαπούν και πιστεύουν, ανεξαρτήτως αν κάνουν θόρυβο ή μένουν κρυμμένοι.
Ας μείνουμε στην αιμορροούσα γυναίκα. Τρία είναι τα χαρακτηριστικά της παρουσίας της. Πρώτα το ότι προσπάθησε να αντιμετωπίσει την ασθένειά της με τα ανθρώπινα μέσα. Την επιστήμη. Τη γνώση. Δεν έμεινε απαθής στο πρόβλημά της. Μοιρολατρική. Παραιτημένη. Το δεύτερο είναι ότι πίστευε στον Θεό. Πίστευε ότι στα αδύνατα των ανθρώπων υπάρχει η δύναμη του Θεού και αυτή την πίστη την εξέφρασε στο πρόσωπο του Χριστού. Το τρίτο είναι η ταπεινή προσέγγιση. Δεν αισθάνθηκε ικανή να βγει δημόσια να ζητήσει το θαύμα. Άξια να παρακαλέσει ή να απαιτήσει. Μόνο αγγίζει κρυφά το ιμάτιο του Χριστού, δείχνοντας ότι δεν ήθελε τον θόρυβο, αλλά γνώμονάς της η ελπίδα ότι ο Θεός δε θα την απορρίψει για την αμαρτωλότητά της, καθότι εκείνα τα χρόνια η αρρώστια θεωρούνταν ως η τιμωρία από τον Θεό για τις αμαρτίες των ανθρώπων. Και αναγνωρίζοντας τη δική της αναξιότητα, αγγίζει. Και σώζεται.
Δε θέλει θόρυβο η πίστη. Η σχέση με τον Χριστό. Δε θέλει καμία δημοσιότητα. Συναίσθηση της αναξιότητάς μας θέλει. Ελπίδα και τόλμη να αγγίξουμε, όχι όμως γιατί δικαιούμαστε, αλλά γιατί Εκείνος μας αγαπά.



Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

Το θαύμα της Μυρόβλυσης του Αγίου Δημητρίου!

Το θαύμα της Μυρόβλυσης του Αγίου Δημητρίου!

Στην ανάρτηση αυτή θα αναφερθούμε στο θαύμα της μυρόβλησης του Αγίου Δημητρίου, εντός του Ιερού Ναού του στη Θεσσαλονίκη, κατά το έτος 1987, όπως την διηγείται ο τότε διάκονος του Ναού και σημερινός Εφημέριος του Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Σαράντα Εκκλησιών Θεσσαλονίκης, π. Χρήστος Κότιος.
Ήταν 26 Οκτωβρίου 1987. Ώρα περασμένες δέκα το βράδυ. Η Θεσσαλονίκη γιόρταζε την μνήμη της αθλήσεως του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου καθώς και τα ελευθέριά της από την περίπου πεντακοσίων ετών (1430-1912) καταδυναστεία των Οθωμανών. Ο ναός του Αγίου Δημητρίου με ανοιχτές τις πόρτες δεχόταν τους νυχτερινούς προσκυνητές, που γονάτιζαν μπροστά στην ασημένια λάρνακα με τα άγια λείψανα του Μυροβλύτου. Την ώρα εκείνη δεν θα ήταν περισσότεροι από τριάντα με σαράντα άνθρωποι στον ναό. Μια ομήγυρις περίπου δέκα γυναικών, μπροστά στην λάρνακα, έψελνε την παράκληση του Αγίου. Μοναδικός κληρικός που παρευρισκόταν, ο νεαρός και νεοχειροτονηθείς διάκονος του ιερού ναού μαζί με την διακόνισσα-σύζυγό του. Ο τότε προϊστάμενος του ναού και νυν μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας Παντελεήμων, τους είχε παραγγείλει να βρίσκονται εκεί και να τον περιμένουν.
Ξαφνικά, οι γυναίκες που έψελναν την παράκληση άρχισαν να φωνάζουν! Ο διάκονος έτρεξε κοντά τους και αυτές, με ανάμικτα συναισθήματα, του έδειξαν την λάρνακα! Ήταν λουσμένη κυριολεκτικά με ένα ελαιώδους συστάσεως μύρο (λέω μύρο γιατί η ευωδία του ήταν ασύγκριτη). Θα έλεγε κανείς με σιγουριά, ότι κάποιος άδειασε επάνω της τουλάχιστον δυο «κουβάδες» αρωματικό υγρό (χρησιμοποιώ την λέξη «κουβάδες» για να γίνει κατανοητό ότι η ποσότητα του μύρου που γλυστρούσε στα συμπαγή τοιχώματα της αργυρής λάρνακας με τις ανάγλυφες παραστάσεις, ήταν μεγάλη).
Ο διάκονος για μια στιγμή σάστισε: ο Άγιος μυροβλύζει! Χωρίς να αμφιβάλει καθόλου για το θαύμα, και ευρισκόμενος σε μια κατάσταση χαράς, έκπληξης και ενθουσιασμού, έτρεξε να φέρει βαμβάκι από κάποιο έπιπλο του ιερού βήματος. Επέστεψε τρέχοντας και άρχισε να σκουπίζει με το βαμβάκι το μύρο από τα εξωτερικά τοιχώματα της λάρνακας και να δίνει τμήματα από μυρωμένο αυτό βαμβάκι στους προσκυνητές. Σκούπιζε και το μύρο δεν τελείωνε, αλλά συνέχισε να αναβλύζει μυστικά, χωρίς να υπάρχει κάποια ορατή πηγή. Χαρακτηριστικά, του έκανε πολύ εντύπωση ένα γεγονός: με ένα μεγάλο κομμάτι βαμβάκι σκούπισε το μύρο από μια λεία περιοχή της λάρνακας. Το βαμβάκι σκούπισε καλά όλο το μύρο, όπως όταν σκουπίζουμε ένα τζάμι με ένα στεγνό πανί πιέζοντάς το καλά και αφαιρούμε την υγρασία που μπορεί να υπάρχει επάνω. Μια γυναίκα έσυρε την παλάμη του χεριού της πάνω στο τμήμα της λάρνακας που μόλις είχε σπογγιστεί. Ο διάκονος, με θαυμασμό, είδε το χέρι της βρεγμένο από το ελαιώδες κιτρινοπράσινο μύρο!!!
Εν τω μεταξύ η ευωδία είχε πλημμυρίσει όλον τον ναό και ξεχείλιζε από τις ανοιχτές πόρτες προς την οδό Αγίου Δημητρίου, προσελκύοντας τους περαστικούς, που έσπευδαν να δουν τι συμβαίνει και από που προέρχεται η ευωδία αυτή. Όλοι κατευθύνονταν προς την λάρνακα με τα λείψανα του Αγίου Δημητρίου, που ήταν τοποθετημένη όχι στο κιβώριό της (ακόμα δεν είχε κατασκευαστεί) αλλά μπροστά στο τέμπλο του ναού.
Οι ευχάριστες όμως εκπλήξεις δεν σταμάτησαν εκεί! Οι προσκυνητές διαπίστωσαν ότι όλες οι εικόνες του ναού, οπουδήποτε κι αν βρίσκονταν, σε προσκυνητάρια ή στο τέμπλο, ανέβλυζαν μύρο. Μάλιστα ο διάκονος είδε προσκυνητές να βγάζουν χαρτομάντηλα και να σκουπίζουν τα τζάμια τα προστατευτικά των εικόνων του τέμπλου και τα χαρτομάντηλα να κιτρινίζουν από το μύρο το οποίο «έτρεχε» και από τις δύο πλευρές του τζαμιού, εσωτερική και εξωτερική. Το μέγεθος του θαύματος ήταν τέτοιο που δεν άφηνε το παραμικρό περιθώριο για αμφισβήτηση. Δεν καταλαβαίναμε τί ζούσαμε, ήταν κάτι σαν όνειρο μέσα στην ομίχλη, αλλά το ζούσαμε!!! Το ψηλάφιζαν τα χέρια μας, το έβλεπαν τα μάτια μας, το μύριζαν τα αισθητήρια της όσφρησής μας!!!
Σε λίγο χρόνο δημιουργήθηκε μια «ουρά» από ανθρώπους που με δάκρυα στα μάτια προσκυνούσαν την λάρνακα του Μυροβλύτη και συνειδητοποιούσαν γιατί του δόθηκε το προσωνύμιο αυτό. Εν τω μεταξύ έφθασε στον ναό και ο προϊστάμενος ιερεύς με άλλους κληρικούς. Ξεκλείδωσαν τα ανοίγματα της λάρνακας και αποκαλύφθηκαν τα άγια λείψανα του Πολιούχου της Θεσσαλονίκης. Ευωδίαζαν μεν, αλλά ήταν η ευωδία των ιερών λειψάνων. Η ευωδία του μύρου ήταν διαφορετική και χαρακτηριστική.
Ο μακαριστός Μητροπολίτης κυρός Παντελεήμων ο Β΄, ο Χρυσοφάκης, απέδωσε το θαύμα της μυρόβλυσης του Αγίου Δημητρίου στο εξής γεγονός: Εκείνο το βράδυ, στην εορταστική τελετή του Πανεπιστημίου για τα ελευθέρια της Θεσσαλονίκης, ο κεντρικός ομιλητής αγνόησε στην ομιλία του παντελώς τον Άγιο, και δεν αναφέρθηκε καθόλου σ’ αυτόν. Ο Άγιος Δημήτριος όμως δήλωσε με την μυρόβλυσή του ότι, όπως ποτέ δεν εγκατέλειψε την πόλη του Θεσσαλονίκη έτσι και τώρα είναι πάντοτε παρών και αυτός είναι που την έσωσε και από την σκλαβιά και από τους σεισμούς, αλλά και διαμαρτύρεται όταν οι Θεσσαλονικείς αποδεικνύονται αχάριστοι και απομακρύνονται από τον Χριστό και τους Αγίους Του.
Πέρασαν 24 χρόνια από τότε. Είμαι ο τότε διάκονος του ναού, τώρα ιερεύς στην Θεσσαλονίκη και σας γράφω τα γεγονότα όπως τα θυμάμαι. Την ώρα εκείνη ήταν σαν να ζούσα ένα μυστήριο. Δεν μπορώ να περιγράψω τι αισθανόμουν! Χαρά, έκπληξη, συγκίνηση, ενθουσιασμό… δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς. Πάντως είναι από τα γεγονότα που ενισχύουν την πίστη, που μας γεμίζουν χαρά, ελπίδα και αίσθηση της παρουσίας του Χριστού και των Αγίων. Η πίστη μας είναι «ζωντανή». (Κείμενο του 2011)

Λίγα λόγια για το θέμα του μήνα.
Όντως, η πίστη μας είναι ζωντανή. Είναι ζωντανή η παρουσία του Θεού στη ζωή μας, με την παρουσία των Αγίων και των θαυμάτων. Άγιοι υπήρξαν και υπάρχουν σε κάθε εποχή και μάλιστα στις πιο δύσκολες είναι και περισσότεροι για να ενισχύουν τους πιστούς. Δεν κάνει επίδειξη δύναμης ο Θεός. Η πίστη είναι αυτή που παρηγορεί τον καθένα μας για την αδυναμία μας έναντι του χρόνου, του κακού και του θανάτου. Τα θαύματα κάποτε συμπληρώνουν την παρηγοριά, τονώνουν, όμως δεν καταργούν την ανάγκη να αναλάβουμε την ευθύνη να παλέψουμε για περισσότερη πίστη. Για υπερνίκηση του πνεύματος του ορθολογισμού, που μετρά τον Θεό με αποδείξεις και δε μας αφήνει να γίνουμε παιδιά που Τον βλέπουμε και Τον ζούμε ως τον πατέρα μας. Αυτόν που μας δίνει την ασφάλεια της αγάπης Του, ακόμη κι αν αυτή μας βάζει σε όρια.
Το πρώτο θαύμα είναι η ζωή. Το δεύτερο θαύμα είναι η αγάπη. Το τρίτο και κορυφαίο είναι η ανάσταση. Με τη ζωή υπάρχουμε. Με την αγάπη έχει νόημα η ύπαρξή μας, διότι δεν είμαστε μόνοι μας. Με την ανάσταση υπάρχουμε για πάντα. Τα μικρότερα θαύματα, όταν συμβαίνουν, επιβεβαιώνουν αυτά τα τρία. Αυτός είναι ο δρόμος των αγίων μας, οι οποίοι, επειδή ο Θεός θέλει, εξακολουθούν να θαυματουργούν όχι όμως για να μας αφήσουν στο πρόσκαιρο, αλλά για να μας δείξουν τον Θεό και την παρουσία Του.


Πρόγραμμα Εβδομάδος

ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ
Δευτέρα 22 – Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018:
5.00 μ.μ. Εσπερινός Αγίου Δημητρίου

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018 (Αγ. Δημητρίου):
7.30 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018 (Αγ. Νέστωρος):
7.30 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.
5.00 μ.μ. Εσπερινός

Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2018 (Αγ. Σκέπης Θεοτόκου):
7.30 – 10.30 π.μ. Όρθρος, Θεία Λειτουργία, Δοξολογία Εθνικής επετείου.
11.00 π.μ. Επιμνημόσυνη Δέηση και Εόρτια εκδήλωση για την Εθνική Επέτειο – Αγιασμός ενάρξεως κατηχητικών συνάξεων.

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018:
5.00 – 6.00 μ.μ. Εσπερινός και Παράκληση στην Παναγία.
6.00 μ.μ. Κύκλος Συμμελέτης Αγίας Γραφής.

Η σχέση με τον Χριστό είναι το παν!

Ο Παύλος απευθυνόμενος στους ομοεθνείς του Εβραίους της Μ. Ασίας, τονίζει την ιδιαιτερότητα αυτής της καταγωγής ως έχοντες ξεχωριστή ευλογία από το Θεό, το νόμο και την Π. Διαθήκη και αισθάνεται υπερήφανος γι΄ αυτήν. Με αυτό δεν θέλει να μειώσει τους άλλους λαούς, αλλά, τον ενδιαφέρει να δείξει ότι δεν αρκεί να καυχόμαστε γα την καταγωγή μας και την θρησκευτική μας ταυτότητα και παράδοση. «Ημείς εις Χριστόν Ιησούν επιστεύσαμεν, ίνα δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χριστού και ουκ εξ έργων νόμου, διότι ου δικαιωθήσεται εξ έργων νόμου πάσα σαρξ» (Γαλ. 2, 16) λέει στους Γαλάτες. «Γι’ αυτό κι εμείς πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό, για να δικαιωθούμε με την πίστη στον Χριστό και όχι με τα έργα του νόμου, διότι με αυτά δεν θα σωθεί κανένας άνθρωπος».
Μ’ αυτήν την φράση ο απόστολος των εθνών αποκαλύπτει μεγάλες αλήθειες.
Πρώτον, ότι τα σχήματα για τα οποία περηφανευόμαστε δεν μπορούν να δώσουν την τελική απάντηση στο υπαρξιακό μας πρόβλημα: πώς δηλαδή μπορούμε να σωθούμε, να ζήσουμε αιώνια, να νικήσουμε τον θάνατο. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την μετοχή μας στην Βασιλεία του Θεού, στην Εκκλησία, με την ιδιότητα δηλαδή του χριστιανού, που πηγάζει από την πίστη, την σχέση με τον Θεάνθρωπο Ιησού. Αυτή η πίστη είναι υπεράνω των σχημάτων του κόσμου τούτου, τα οποία σβήνουν μαζί με την έξοδό μας από αυτόν.
Δεύτερον, ότι η θρησκευτική μας παιδεία, τα έργα που πηγάζουν από την τήρηση οποιωνδήποτε νόμων και κανόνων, εάν μας γεννούν το αίσθημα της αυτάρκειας, αποτελούν παγίδα που οδηγεί σε πνευματική καταδίκη. Χωρίς να απορρίπτονται, δεν αρκούν από μόνα τους, εάν δεν συνοδεύονται από την σχέση και την ζωή με τον Χριστό, επομένως από την μετοχή μας στην Εκκλησία. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα ημών τω χριστιανών. Θεωρούμε ότι είναι αρκετό να τηρούμε τις εντολές, να αισθανόμαστε καλά που είμαστε άμεμπτοι και ανεπίληπτοι, όσο αυτό είναι εφικτό, και να μην βλέπουμε ότι πιο πάνω από τις εντολές και τον νόμο είναι η κοινωνία με τον Χριστό, η οποία επιτυγχάνεται όταν αγαπάμε αληθινά, όταν παραδίδουμε όλον μας τον εαυτό στον Χριστό, όταν αισθανόμαστε ανάξιοι μπροστά Του και τον προσεγγίζουμε ταπεινά, επικαλούμενοι το έλεός Του.
Τρίτον, ότι η χριστιανική μας ιδιότητα τελικά, χωρίς να αρνείται τα ιστορικά σχήματα στα οποία είμαστε ενταγμένοι, δηλαδή την πατρίδα, τον τόπο, την ιστορία, τον πολιτισμό, την γλώσσα, βλέπει πέρα από αυτά. Ο χριστιανός δεν είναι αν-ιστορικό πρόσωπο. Όμως ξέρει ότι δεν αρκεί να κατάγεται από λαό και κοινότητα χριστιανική αν δεν φέρει ο ίδιος την ευθύνη για την πορεία του, αν δεν μεταποιήσει τα στοιχεία της ταυτότητάς του σε ζωή κι ελπίδα τόσο για τον εαυτό του όσο και για τον κάθε πλησίον τον οποίο ο Θεός επιτρέπει να συναντήσει. Η ευθύνη ελευθερώνει. Το αίσθημα της αποστολής. Η εμπειρία της Εκκλησίας, η μυστηριακή ζωή, η αγάπη και η ευσπλαχνία, η συγχώρεση και η ασκητικότητα, όλα σ’ αυτό συντείνουν: στην ευθύνη για την προσωπική μας πορεία, στην ευθύνη διά της αγιότητας να μεταμορφωνόμαστε και να αγωνιζόμαστε για την μεταμόρφωση όλων, εμπιστευόμενοι τον Χριστό και αφημένοι στην χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Σε μια εποχή σύγχυσης, στην οποία άλλοι επιμένουν στην αυτάρκεια της καταγωγής και της θρησκείας και άλλοι ισχυρίζονται ότι ο χριστιανισμός είναι αν- ιστορικός, ο λόγος του αποστόλου μας δείχνει την οδό της πίστης στον Χριστό, της ένταξης στην Εκκλησία, της πρόσληψης των ιστορικών σχημάτων και της υπέρβασής τους διά της αγάπης. Αποδεικνύουμε ότι είμαστε χριστιανοί και ότι ανήκουμε σε πατρίδα με ιστορία ζώντας τις αξίες, αλλά και στοχεύοντας στην σωτηρία και την αιωνιότητα. Η σχέση με τον Χριστό τελικά είναι το παν!

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2018

ΟΙ ΜΩΡΕΣ ΖΗΤΗΣΕΙΣ

Τα περισσότερα θέματα με τα οποία ασχολούμαστε οι άνθρωποι είναι χωρίς νόημα. Αποσκοπούν απλώς στο να μας κάνουν να περάσουμε ευχάριστα τον χρόνο μας, στο να μας αυτοδικαιώσουν και να μας καταστήσουν αποδεκτούς τόσο από τον εαυτό μας όσο και από τον συνάνθρωπό μας ή να μας δώσουν την αίσθηση ότι είμαστε δυνατοί και σημαντικοί, αφού έχουμε άποψη για όλους και για όλα. Χωρίς ουσιαστικό νόημα είναι και οι αναζητήσεις που δεν αποσκοπούν στην αποτύπωση της αλήθειας. Κάποτε και οι επιστημονικές πραγματείες, όταν αποβλέπουν στο κέρδος ή στην εξυπηρέτηση ιδεολογικοποιημένων, από πριν προσανατολισμένων συμπεριφορών. Σίγουρα είναι χωρίς τελικό νόημα κάθε αναζήτηση που δεν εμπεριέχει την αγάπη.
Οι άνθρωποι φλυαρούμε. Κρίνουμε και κατακρίνουμε, με κριτήριο το «εγώ» μας, την υπεροχή μας, την ευφυΐα και τα χαρίσματά μας ή αυτά που θεωρούμε ότι μας καθιστούν ξεχωριστούς. Έχουμε ένα αίσθημα αφ’ υψηλού θεώρησης του κόσμου, όταν κέντρο είναι μόνο ο εαυτός μας. «Εμείς ξέρουμε». «Εμείς έχουμε δίκιο». «Οι άλλοι είναι λιγότερο ικανοί από εμάς, δεν μπορούν να σκεφτούνε με τον δικό μας τρόπο που είναι ο σωστός». Έτσι ακόμη και οι όποιες αναζητήσεις μας δεν έχουν ως κριτήριο την αλήθεια και την αγάπη, αλλά να δείξουμε στους άλλους ποιοι είμαστε. Αυτός ο δρόμος έχει ως αποτέλεσμα να φτάνουμε στην μωρία. Διότι εύκολα παρασυρόμαστε από τον ατομοκεντρισμό μας, εύκολα κάνουμε λάθη, διότι η αλήθεια πάντοτε βρίσκεται μέσα από την σχέση μας με τους άλλους, με τις γνώσεις, με τις ιδέες, με την πίστη, η αλήθεια προϋποθέτει έξοδο, δηλαδή λόγο και αντίλογο, με πνεύμα ταπείνωσης και όχι την βεβαιότητα ότι το απόλυτα ορθό βρίσκεται σε μας. Μπορεί κάποτε τα συμπεράσματα στα οποία φτάνουμε να μην είναι ανόητα. Αν όμως δεν συνοδεύονται από μία συνολική στάση ζωής, η οποία να νοηματοδοτεί το ήθος και το βίωμά μας, αλλά και να μας κάνει να γνωρίζουμε ποιος είναι ο τελικός σκοπός μας, ακόμη και η σωστή κρίση, ακόμη και η επιτυχία θα έχουν πρόσκαιρα αποτελέσματα. Ίσως μας γεμίσουν αυταπάτες για το ποιοι είμαστε, για το τι μας χρωστούν ο Θεός, οι άλλοι, η ζωή και μέσα από την φανερή ή κεκρυμμένη έπαρση ζήσουμε το μάταιο και ανωφελές ως δήθεν ουσιώδες.
Ο απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος στον μαθητή του Τίτο, επίσκοπο Κρήτης, τον συμβουλεύει: «Μωράς δε ζητήσεις και γενεαλογίας και έρεις και μάχας νομικάς περιίστασο. Εισί γαρ ανωφελείς και μάταιοι» (Τίτ. 3, 10). «Να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις σε γενεαλογικούς καταλόγους, τις φιλονικίες και τις διαμάχες γύρω από τις διατάξεις του ιουδαϊκού νόμου, γιατί όλα αυτά είναι ανώφελα και μάταια». Ο απόστολος περιγράφει την νοοτροπία των καιρών, κατά την οποία οι θρησκευτικοί άνθρωποι έκαναν συζητήσεις και αναζητήσεις για τα πια επουσιώδη στοιχεία της θρησκευτικής τους πίστης, με σκοπό μέσα από αυτές να παραστήσουν τους ξεχωριστούς και τους ανώτερους στη γνώση. Όντας επιτηδευμένοι να δείξουν στους άλλους τον δήθεν εαυτό τους ως τον σπουδαίο και αληθινό. Έτσι η μωρία φάνταζε σοφία.
Στην αυθεντική εκκλησιαστική ζωή η μωρία των αναζητήσεων ξεπερνιέται με την ταπείνωση της αγάπης και του σταυρού. Δεν είναι κακό να ψάχνουμε νόημα, να έχουμε άποψη, να μην επαναπαυόμαστε στα όσα γνωρίζουμε. Αν όμως αυτή η αναζήτηση δεν έχει ως κριτήριο την αλήθεια, τον διάλογο που σημαίνει την ακρόαση της γνώμης του άλλου με σεβασμό, την αγάπη που γίνεται έμπρακτη άρση του σταυρού και της αγωνίας του άλλου και όχι επιθυμία αυτοδικαίωσης διά της νοημοσύνης, του αξιώματος, της δοκησισοφίας, τότε καθίσταται μωρία. Ακόμη κι αν η αδυναμία της φλυαρίας υπάρχει στην καρδιά και τον χαρακτήρα μας, ας μην λησμονούμε το τι ζητά ο Θεός από εμάς: την επίγνωση της σωτηρίας μας που περνά μέσα από την Βασιλεία Του, τον τρόπο δηλαδή και τα πρόσωπα της Εκκλησίας.
Οι μωρές ζητήσεις είναι έπεα πτερόεντα. Χάνονται και δεν ωφελούν. Μπορεί να είναι ανθρώπινη ανάγκη κάποτε. Αν όμως γίνονται ο κανόνας, όπως στους καιρούς του Διαδικτύου, της ματαιοδοξίας και της ματαιότητας του πολιτισμού μας, τότε μας αποπροσανατολίζουν από την αυθεντική πνευματική ζωή, που έχει να κάνει με την αλήθεια, την αγάπη, το ουσιώδες, το πρόσωπο δηλαδή του Χριστού και τα πρόσωπα των ανθρώπων. Μόνο που κι εκεί η όποια αναζήτηση είναι ανάγκη να εισάγεται στην προοπτική της επαλήθευσης εν τη σχέσει. Εν τη παραδόσει. Όχι με κριτήριο το εγώ, αλλά το τι κομίζει η Εκκλησία ανά τους αιώνες. Και εκεί καλείται και η Εκκλησία να στρέψει τον λόγο της, για να δώσει καρπό εκατονταπλασίονα!


Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018

«έδωκεν αυτόν τη μητρί αυτού»

Είναι μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη η παρουσία του συμφέροντος, ακόμη κι αν αυτό το εξωραΐζουμε με την βοήθεια της αγάπης. Έτσι, και στην προσευχή μας, ζητούμε από το Θεό ό,τι μας συμφέρει, ό,τι μας χρειάζεται. Κι αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκην κακό. Το συμφέρον μας καθοδηγεί στο να κάνουμε επιλογές που θα βοηθήσουν την πορεία της ζωής μας και δεν θα μας κάνουν να οπισθοδρομούμε. Άλλοτε όμως, το συμφέρον γίνεται ιδιοτέλεια. Αποσκοπεί στο να επικρατήσουμε εις βάρος των άλλων, μας κάνει άπληστους, μας κάνει να αναζητούμε συνεχώς το δίκιο μας, να πετύχουμε τα δικαιώματά μας να εκπληρώνονται, ακόμη κι αν αυτό δεν έχει να κάνει με την αγάπη αλλά τον ανταγωνισμό, την αυτοδικαίωση και την υπερηφάνεια. Τότε, όποιος λειτουργεί προτάσσοντας την αγάπη θεωρείται ρομαντικός και ξεπερασμένος και καλείται να προσαρμοστεί στα δεδομένα της ζωής, να γίνει ρεαλιστής, διότι αλλιώς κινδυνεύει με μία μόνιμη δυστυχία.
Σε μία από τις πιο συγκινητικές ευαγγελικές περικοπές ο Χριστός βρίσκεται στην είσοδο μιας μικρής πόλης που ονομαζόταν Ναΐν. Γίνεται μάρτυρας ενός δυσάρεστους θεάματος. Κηδεύεται ο μοναχογιός μιας χήρας γυναίκας. Ο πόνος της μάνας απερίγραπτος. Πολλοί ακολουθούν, χωρίς όμως να μπορούν να πάρουν από την μάνα τον πόνο. Και εκείνη δεν ζητά τίποτε από το Χριστό. Έχει συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτε που να μπορεί να της δώσει νόημα στη ζωή της, τίποτε που να μπορεί να την ωφελήσει, να της δώσει χαρά. Βλέπει το νεκρό παιδί της και παραδίδει τον εαυτό της στον πόνο. Όμως ο Χριστός, βλέποντάς την, την ευσπλαχνίζεται και της λέει να μην κλαίει. Ακουμπά την σορό και διατάζει το νέο παιδί να σηκωθεί. Ο νεκρός ανακαθίζει και αρχίζει να μιλάει. Και τότε ο Ιησούς «έδωκεν αυτόν τη μητρί αυτού» (Λουκ. 7,15). Της προσέφερε το μοναδικό δώρο για το οποίο δεν θα μπορούσε ποτέ να ελπίσει ότι θα λάμβανε, το ίδιο το παιδί της ζωντανό.
Ο Χριστός είναι η Αγάπη. Και η Αγάπη διαβλέπει στις καρδιές των ανθρώπων τι αληθινά υπάρχει, ποιος είναι ο πόνος και ποια τα ανθρώπινα συναισθήματα. Διαβλέπει και ποια είναι η σχέση των ανθρώπων με το συμφέρον τους. Μόνο που ο Θεός δεν μένει στο επίγειο συμφέρον, αλλά βλέπει και το αιώνιο, αυτό που έχει να κάνει με την κοινωνία της ύπαρξης μαζί Του στην αιωνιότητα. Και αυτή η κοινωνία δεν μπορεί να έλθει άνευ της αγάπης. Είναι μόνο αγάπη. Δεν ήταν το συμφέρον και η απώλειά του που έκανε την μάνα να αισθάνεται άνευ νοήματος στη ζωή της με την στέρηση του υιού της. Ήταν η αίσθηση ότι η αγάπη νικιέται από τον χρόνο και τον θάνατο και γίνεται μόνο ανάμνηση. Αυτός ο μοναδικός πόνος που δεν μπορεί κανείς να τον υπερβεί είναι ό,τι κάνει την μάνα να σπαράζει. Ότι δεν θα μπορούσε να δείξει την αγάπη που βίωνε στο παιδί της πια. Η απώλειά του κλόνιζε την αγάπη της. Και αυτό ο Χριστός δεν ήθελε να συμβεί για εκείνην. Γι’ αυτό και της προσφέρει το παιδί της ζωντανό. Για να δείξει ότι η αγάπη της μπορεί να συνεχίσει να υφίσταται, όχι όμως αφ’ εαυτής της, αλλά με την παρουσία και την συνέργεια του Θεού στη ζωή.
Οι άνθρωποι εντοπίζουμε τα πάντα σε σχέση με τον εαυτό μας. Επιδιώκουμε το συμφέρον μας και ακόμη και όταν αγαπούμε, νομίζουμε ότι η αγάπη είναι δική μας κατάσταση, δική μας επιλογή. Ο Χριστός, προσφέροντας το γιο της στη χήρα γυναίκα, μας δείχνει ότι η αγάπη είναι δωρεά του Θεού στον άνθρωπο. Ότι ο θάνατος δεν τη νικά. Ότι όταν θέτει πέρα το συμφέρον και είναι ειλικρινής και δοτική, τότε ο Θεός συμπληρώνει την όποια αδυναμία, την όποια δυσκολία ανακύπτει. Ο Χριστός είναι έτοιμος να μας προσφέρει ευκαιρίες να δείξουμε την όποια αγάπη έχουμε μέσα μας. Κι αυτό καλό είναι να του ζητούμε περισσότερο στη ζωή μας. Όχι επιδιώξεις κοσμικές ή του συμφέροντος, αλλά ευκαιρίες αγάπης.
Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ανθρώπων στη ζωή που δεν λαμβάνουν από το Θεό ως δώρο την ίαση για δικούς τους ανθρώπους. Πονούν με το θάνατο. Οι ίδιοι νιώθουν αυτό το κενό της αγάπης εντός τους. Την αδυναμία να την εκπληρώσουν, εξαιτίας της στέρησης όσων αγαπούνε. Η συνάντηση με το Χριστό στην πύλη της πόλης Ναΐν μας δείχνει ότι ο Κύριος μας περιμένει στις πύλες της καθημερινότητάς μας, ζητά από εμάς να βγούμε από τον χώρο και τον τρόπο της ζωής μας και να Τον αφήσουμε να μας προσφέρει ό,τι Εκείνος ξέρει πως θα μας βοηθήσει να αγαπήσουμε. Ακόμη κι αν δεν είναι όπως εμείς το θέλουμε ή όπως μας συμφέρει, Εκείνος που είναι η Αγάπη μάς ζητά να σταθούμε στην πορεία μας προς τους τάφους στους οποίους μας οδηγούν οι επιθυμίες, τα συμφέροντα, οι κακίες μας, η αδυναμία να κρατήσουμε τις σχέσεις μας και να Τον εμπιστευθούμε. Ευκαιρίες αγάπης να ζητούμε. Για να έχει η ζωή μας νόημα.