Σάββατο 27 Ιουνίου 2015

"ἐλευθερωθέντες ἀπό τῆς ἁμαρτίας ἐδουλώθητε τῇ δικαιοσύνῃ"

"ἐλευθερωθέντες ἀπό τῆς ἁμαρτίας ἐδουλώθητε τῇ δικαιοσύνῃ"

Με δύο ζευγάρια αντιθέτων λέξεων ο Απ. Παύλος απευθυνόμενος στους Ρωμαίους, τους δείχνει την κατάσταση στην οποία ζούσαν πριν και μετά τη γνωριμία τους με το Χριστό!
Αναφέρεται την ελευθερία, σε μια έννοια που και σήμερα είναι ουσιαστικά ζητούμενο για τον άνθρωπο. Πόσο ελεύθεροι είμαστε στην εθνική και συλλογική μας ζωή όταν άλλοι καθορίζουν, έστω και με την σύμφωνη γνώμη μας, την πορεία μας; Πόσο ελεύθεροι είμαστε στην διαπροσωπική μας ζωή, όταν οι βιοτικές μέριμνες μας κάνουν να μην έχουμε χρόνο; Πόσο ελεύθεροι είμαστε στον εαυτό μας, όταν βλέπουμε τα πάθη μας να μας ταλαιπωρούν και να μην μπορούμε συχνά να αντιταχθούμε στον εγωισμό μας; Όταν βλέπουμε τους άλλους να μας εκμεταλλεύονται όχι για δική μας χαρά, αλλά για αποκλειστικά δική τους;
Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, η εθνική, κοινωνική και συλλογική ζωή, στο σύνολό της, ελάχιστα επηρεάζεται από τις δικές μας επιθυμίες. Υπάρχει ένας εξουσιαστικός προκαθορισμός, ο οποίος λειτουργεί δεσμευτικά. Ακόμη και κριτική να είμαστε σε θέση να κάνουμε, ακόμη κι αν μέσα μας επαναστατούμε, πάντοτε έρχεται οπίσω ημών ο ισχυρότερος ημών που αποφασίζει για μας και χρησιμοποιεί τα ποικίλα όργανα με τα οποία τον έχει πλαισιώσει το πολιτισμικό σύστημα το οποίο οδηγεί τα πράγματα στις κατευθύνσεις που θέλει. Τηλεόραση, ΜΜΕ, πρόσωπα που υπηρετούν το σύστημα ποικιλοτρόπως και ολόκληρος ο μηχανισμός της αγοράς, μέσα από τον οποίο επιβιώνει ή αγωνίζεται να επιβιώσει το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, δεν επιτρέπουν μεγάλες αλλαγές. Η δουλεία μας πρέπει να θεωρείται δεδομένη, για τον πρόσθετο λόγο ότι οι περισσότεροι δεν είναι σε θέση να εκτιμήσουν τα πραγματικά δεδομένα, αλλά άγονται και φέρονται από το συλλογικό εκκρεμές.
Αυτό που η Εκκλησία μας επισημαίνει είναι ότι ο άνθρωπος οφείλει να απελευθερωθεί από τον ζυγό της αμαρτίας σε προσωπικό επίπεδο, γιατί αυτός ο ζυγός δεν είναι μόνιμος εφόσον ο καθένας αποφασίσει να τον αποτινάξει, να αφιερώσει την ζωή του σε μιαν άλλη δουλεία, αυτή της δικαιοσύνης. Μόνο που αυτή τελικά δεν είναι δουλεία καταναγκασμού, αλλά αγώνας χαράς και ζωής, που νοηματοδοτεί την πορεία μας στον κόσμο. Η αμαρτία είναι συλλογικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, με αποτέλεσμα να συναντιέται και σε συλλογικό και σε διαπροσωπικό επίπεδο. Όμως η μεγαλύτερη δυσκολία θεραπείας της έγκειται στο προσωπικό επίπεδο, στον εαυτό μας.
Αν δεν αλλάξουμε εντός μας, αν δεν ανταλλάξουμε την αμαρτία με την δικαιοσύνη, τότε είναι αδύνατον να γίνει συλλογική αλλαγή. Πώς να θεραπευθεί η ανελευθερία σε κοινωνικό επίπεδο, όταν επικρατεί η αμαρτία και δεν μπορεί να θριαμβεύσει η δικαιοσύνη; Τι σημαίνει όμως δικαιοσύνη και πώς αυτή έρχεται σε αντίθεση με την αμαρτία;
Δικαιοσύνη πρωτίστως σημαίνει σχέση με τον μόνο Δίκαιο Θεό. Αυτός δεν επηρεάζεται από πρόσωπα, δεν μεροληπτεί, δεν εξαγοράζεται γιατί δεν έχει πάθη και αδυναμίες, αλλά εκ φύσεως είναι δίκαιος και αληθινός. Άρα η απόκτηση της δικαιοσύνης κατορθώνεται μέσα από την σχέση με το Θεό.
Δικαιοσύνη σημαίνει ήσυχη συνείδηση και όχι ντροπή για οτιδήποτε. Η συνείδηση είναι δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Η καθαρή συνείδηση απαλλάσσει από ψυχολογικές δυσκολίες, από τους φόβους και τις ανεπάρκειες. Γιατί ο άνθρωπος ενδόμυχα έχει έργα, λογισμούς, επιθυμίες που τον κάνουν να ντρέπεται και η συνείδησή του τον ελέγχει. Και η ντροπή έχει να κάνει τόσο με το Θεό, για την αμαρτία, όσο και με την κοινωνία, για την όποια ανομία, αλλά και για τον πλησίον, για πράξεις ή παραλείψεις στην αγάπη, όπως επίσης και για τον ίδιο του τον εαυτό, για τις ανεπάρκειες και τις αποτυχίες του, τα πάθη του.
Δικαιοσύνη, τέλος, σημαίνει αγιασμός. Σημαίνει επιλογή ενός στόχου εντελώς διαφορετικού από αυτόν που ο πολιτισμός μας θέτει και έχει γεμίσει τη ζωή μας με αδιέξοδα. Δεν είναι η ικανότητα για κατανάλωση, για άνεση, για ευμάρεια το κριτήριο της ευτυχίας, αλλά ο αγιασμός της ζωής και της ύπαρξης, ο στόχος δηλαδή της αγιότητας, η πρόγευση της Βασιλείας του Θεού μέσα από την αγάπη και τη συγχώρεση. Η αίσθηση ότι ο θάνατος κάθε μορφής δεν μπορεί να μας νικήσει και την ίδια στιγμή μία δοτικότητα, τόσο στην προσευχή όσο και στην καθημερινή διακονία του πλησίον.
Όταν ο κόσμος μιλά για δικαιοσύνη έχει στο νου του τον θεσμό, τα δικαστήρια, τους νόμους. Ή έχει στο νου του το τι είναι δίκαιο και τι είναι άδικο σε ό,τι αφορά στα ανθρώπινα πράγματα και μέτρα. Για την πίστη δικαιοσύνη σημαίνει νίκη κατά της αμαρτίας και την ίδια στιγμή ζωή υιοθετημένη από το Θεό και κατά το θέλημά Του. Ήρεμη συνείδηση και αγώνας εν ταπεινώσει προσφοράς στον πλησίον. Και αγιασμός μέσα στη ζωή της Εκκλησίας. Αυτή τη δικαιοσύνη, αν την επιλέξουμε και συσστρατευθούμε στον αγώνα για να την ζήσουμε, υπάρχει ελπίδα αλλαγής και στο σύνολο, στο ανθρώπινο συλλογικό, διαπροσωπικό και ατομικό στοιχείο. Ας τολμήσουμε.


Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 93

Η κρίση των … γαϊδάρων

Μια μέρα εμφανίσθηκε σε ένα χωριό ένας άνδρας με γραβάτα. Ανέβηκε σε ένα παγκάκι και ανακοίνωσε σε όλο τον τοπικό πληθυσμό ότι θα αγόραζε όλα τα γαϊδούρια που θα του πήγαιναν έναντι 100 ευρώ, και μάλιστα μετρητά!
Οι ντόπιοι το βρήκαν λίγο περίεργο, αλλά η τιμή ήταν πολύ καλή και όσοι προχώρησαν στην πώληση γύρισαν σπίτι με το τσαντάκι γεμάτο και το χαμόγελο στα χείλη.
Ο άνδρας με τη γραβάτα επέστρεψε την επόμενη μέρα και πρόσφερε 150 ευρώ για κάθε απούλητο γάιδαρο, κι έτσι οι περισσότεροι κάτοικοι πούλησαν τα ζώα τους. Τις επόμενες ημέρες πρόσφερε 300 ευρώ για τα ελάχιστα ζώα που ήταν ακόμα απούλητα, με αποτέλεσμα και οι τελευταίοι αμετανόητοι να πουλήσουν τα γαϊδούρια τους.
Όταν βεβαιώθηκε ότι στο χωριό δεν έμεινε πια ούτε ένας γάιδαρος, ανακοίνωσε σε όλους ότι θα επέστρεφε μετά από μία εβδομάδα, για να αγοράσει οποιονδήποτε γάιδαρο έβρισκε έναντι 500 ευρώ! Και αποχώρησε.
Την επόμενη μέρα ανέθεσε στο συνέταιρό του το κοπάδι των γαϊδάρων που είχε αγοράσει και τον έστειλε στο ίδιο χωριό με εντολή να πουλήσει όλα τα ζώα στην τιμή των 400 ευρώ το ένα.
Οι κάτοικοι βλέποντας τη δυνατότητα να κερδίσουν 100 ευρώ την επόμενη εβδομάδα, αγόρασαν ξανά τα ζώα τους σε πολλαπλάσια τιμή απ΄ ό,τι τα είχαν πουλήσει και, για να το πετύχουν αυτό, αναγκάστηκαν να ζητήσουν δάνειο από την τοπική τράπεζα!
Όπως φαντάζεστε, μετά τη συναλλαγή οι δύο επιχειρηματίες έφυγαν διακοπές σε έναν φορολογικό παράδεισο της Καραϊβικής, ενώ οι κάτοικοι του χωριού βρέθηκαν υπερχρεωμένοι, απογοητευμένοι, και με τα γαϊδούρια στην κατοχή τους, που δεν άξιζαν πλέον τίποτα.
Φυσικά οι αγρότες προσπάθησαν να πουλήσουν τα ζώα, για να καλύψουν τα χρέη. Μάταια. Η αξία τους είχε χαθεί τελείως. Η τράπεζα λοιπόν κατάσχεσε τα γαϊδούρια και εν συνεχεία τα νοίκιασε στους πρώην ιδιοκτήτες τους.
Ο τραπεζίτης όμως πήγε στο δήμαρχο του χωριού και του εξήγησε ότι ,εάν δεν ανακτούσε τα κεφάλαια που είχε δανείσει, θα κατέρρεε και αυτός, και κατά συνέπεια θα ζητούσε αμέσως το κλείσιμο της ανοικτής πίστωσης που είχε με το δήμο.
Πανικόβλητος ο δήμαρχος και, για να αποφύγει την καταστροφή, αντί να δώσει λεφτά στους κατοίκους του χωριού για να καλύψουν τα χρέη τους, έδωσε λεφτά στον τραπεζίτη, ο οποίος παρεμπιπτόντως ήταν κουμπάρος του αντιδημάρχου.
Δυστυχώς όμως ο τραπεζίτης, αφού ανέκτησε το κεφάλαιό του, δεν έσβησε το χρέος των κατοίκων και ούτε το χρέος του δήμου, ο οποίος φυσικά βρέθηκε ένα βήμα πριν την πτώχευση.
Βλέποντας τα χρέη να πολλαπλασιάζονται και στριμωγμένος από τα επιτόκια, ο δήμαρχος ζήτησε βοήθεια από τους γειτονικούς δήμους. Αυτοί όμως του έδωσαν αρνητική απάντηση, γιατί, όπως του είπαν ,είχαν υποστεί την ίδια ζημιά με τους δικούς τους γαϊδάρους!!…
Ο τραπεζίτης τότε έδωσε στο δήμαρχο την «ανιδιοτελή» συμβουλή / οδηγία να μειώσει τα έξοδα του δήμου: λιγότερα λεφτά για τα σχολεία, για το νοσοκομείο του χωριού, για τη δημοτική αστυνομία, κατάργηση των κοινωνικών προγραμμάτων, μείωση της χρηματοδότησης για καινούρια έργα υποδομών, κλπ.
Αυξήθηκε η ηλικία συνταξιοδότησης, απολύθηκαν οι περισσότεροι υπάλληλοι του δημαρχείου, έπεσαν οι μισθοί και αυξήθηκαν οι φόροι!
Ήταν, έλεγε, αναπόφευκτο, αλλά υποσχόταν με αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές «να βάλει τάξη στη λειτουργία του δημοσίου, να βάλει τέλος στις σπατάλες» και να ηθικοποιήσει το εμπόριο των γαϊδάρων.
Η ιστορία άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα, όταν μαθεύτηκε πως οι δύο επιχειρηματίες και ο τραπεζίτης είναι ξαδέρφια και μένουν μαζί σε ένα νησί κοντά στις Μπαχάμες, το οποίο και αγόρασαν με τον … ιδρώτα τους!
Ονομάζονται οικογένεια Χρηματοπιστωτικών Αγορών, και με μεγάλη γενναιότητα προσφέρθηκαν να χρηματοδοτήσουν την εκλογική εκστρατεία των δημάρχων των χωριών της περιοχής.
Σε κάθε περίπτωση η ιστορία δεν έχει τελειώσει, γιατί κανείς δεν γνωρίζει τι έκαναν μετά οι αγρότες. Εσύ τι θα έκανες στην θέση τους; Τι θα κάνεις εσύ;
(Μετάφραση από το ιταλικό κείμενο το οποίο ήταν μετάφραση του γαλλικού και πάει λέγοντας. Φυσικά τα κείμενα αυτά είναι μεταφρασμένα σε όλες τις γλώσσες, γιατί ως γνωστόν στην ιστορία αυτή εμπλέκονται επιχειρηματίες, τραπεζίτες, δημοτικές αρχές και φουκαράδες χωρικοί όλου του κόσμου, καθώς όλος ο πλανήτης υπόκειται στους «κανόνες της αγοράς» … των γαϊδάρων.) www.pentapostagma.gr
Λίγα λόγια για το θέμα του μήνα
Δεν ξέρω τι σχόλιο θα μπορούσα θα κάνω στο παραπάνω κείμενο, το οποίο δυστυχώς περιγράφει μια πραγματικότητα την οποία ζούμε ως χώρα αλλά και παγκοσμίως. Δεν θα προσπαθήσω καθόλου να σχολιάσω τους εμπόρους, τον τραπεζίτη, το δήμαρχο, αλλά θα μείνω στο ερώτημα που θέτει η ίδια η ιστορία: «Εσύ τι θα έκανες στη θέση τους; Τι θα κάνεις εσύ;»
Θα ξεκινούσα κάνοντας μια ειλικρινή εξέταση της δικής μου συμπεριφοράς στο παρελθόν. Γιατί πούλησα τον γάιδαρό μου; Γιατί χρεώθηκα να τον ξαναγοράσω; Μήπως έχω χάσει τον έλεγχο του εαυτού μου και παρασύρομαι εύκολα σε όποιον μου τάζει εύκολο πλουτισμό; Μήπως δεν έχω συνειδητοποιήσει τα λάθη μου και επιμένω αμετανόητος να ακούω δημαγωγούς; Μήπως προτιμώ συνειδητά το ψέμα, γιατί αποφεύγω να αντικρίσω την αλήθεια που τις περισσότερες φορές μας πονά; Μήπως και τώρα δεν αναζητώ ανθρώπους τίμιους και ηθικούς, για να εμπιστευθώ τη διοίκηση των κοινών; Μήπως δε μαθαίνω από τα λάθη των συνανθρώπων μου και πέφτω στις ίδιες παγίδες; Μήπως και εγώ, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, «εκμεταλλεύομαι» ευκαιρίες πλουτισμού σε βάρος των άλλων και γίνομαι και εγώ λίγο έμπορoς ή λίγο τραπεζίτης ή λίγο δήμαρχος, αλλά έχω απαιτήσεις από τους άλλους να είναι τίμιοι και ειλικρινείς; Μήπως και εγώ έχω συντελέσει στην άμβλυνση των κριτηρίων της ηθικής και του δικαίου στην κοινωνία που ζω; Μήπως επιτρέπω στον εαυτό μου να εφησυχάζει και να αδιαφορεί για την πρόσληψη αληθινής παιδείας και παρασυρόμενος από τα πρότυπα που προβάλλονται θέτω λάθος στόχους και προτεραιότητες στη ζωή μου;
Νομίζω πως αυτό που ο καθένας μας μπορεί άμεσα να κάνει είναι να ασχοληθεί σε βάθος και να καλλιεργήσει τον εαυτό του, να επανεκτιμήσει τις προτεραιότητές του, να γίνει δίκαιος προτάσσοντας το κοινό καλό και συμφέρον έναντι του ατομικού. Έτσι, αρκετά προβλήματα της καθημερινότητας θα λυθούν γρήγορα, αλλά και σε ευρύτερο επίπεδο θα αναδειχθούν καλοί και άξιοι ηγέτες!


Μην περιμένεις να αλλάξει ο κόσμος,
αν δεν αλλάξεις πρώτος εσύ!


«ου γαρ οι ακροαταί του νόμου δίκαιοι παρά Θεώ, αλλά οι ποιηταί»


Ο Θεός δεν δικαιώνει αυτούς που ακούνε απλώς τον νόμο του, είτε αυτός είναι εκ φύσεως, είτε εκ συνειδήσεως είτε εκ διδαχής και εντάξεώς τους στην Εκκλησία, αλλά εκείνους που γίνονται ποιητές του, τον εφαρμόζουν έμπρακτα.
Πώς εφαρμόζεται ο φυσικός νόμος; Με την επίγνωση της ισότητας όλων των ανθρώπων έναντι του Θεού και της ζωής. Όταν ο καθένας μας καταλαβαίνει πως δεν είναι ανώτερος από τους άλλους, αλλά μετέχει στην κοινή ανθρώπινη φύση, στα υποστατικά της ιδιώματα, είναι κτιστός και φθαρτός, γεννιέται, μεγαλώνει και πεθαίνει, αναπτύσσει τις δυνατότητες και τα χαρίσματά του, όμως δεν είναι κάτι περισσότερο από τους άλλους μέσα στην διαφορετικότητά του. Άρα, αυτός που ακολουθεί το φυσικό νόμο σέβεται τον συνάνθρωπό του. Δεν συμπεριφέρεται με έπαρση και αλαζονεία έναντί του, αλλά συνυπάρχει. Και την ίδια στιγμή επιδιώκει να γνωρίσει τον πλησίον του και να τον κατανοήσει, για να μπορέσει να δημιουργήσει μαζί του μία υγιή κοινωνία.
Πώς εφαρμόζεται ο νόμος της συνειδήσεως; Όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται να κατανικήσει την αμαρτία και το κακό, ό,τι δηλαδή τον χωρίζει από τον πλησίον του, που είναι η ιδιοτέλεια και το συμφέρον, ό,τι τον καθιστά ανήμπορο να συγχωρήσει τον άλλον, ό,τι είναι δείγμα αδικίας έναντί του, δηλαδή εκμετάλλευσής του προς ίδιον όφελος. Και την ίδια στιγμή, η συνείδηση οδηγεί τον άνθρωπο να μην παρανομεί, όχι από φόβο για τιμωρία ή ενοχή, αλλά από επιλογή ελευθερίας, γιατί γνωρίζει ότι μόνο όταν ο καθένας επιλέγει να σέβεται τους κανόνες και τις αξίες μπορούν αυτές να εφαρμοστούν αληθινά.
Υπάρχει και ο νόμος της διδαχής κατά Θεόν. Αυτός έχει να κάνει με την καινή εντολή της αγάπης, η οποία συνδυάζει τους δύο άλλους νόμους. Αυτός που πιστεύει στο Θεό και διδάσκεται το θέλημά Του, κατανοεί ότι καλείται να αγαπήσει όχι απλώς έναν συνάνθρωπο με τον οποίο είναι ίσος έναντι της φύσης και της ζωής, αλλά έναν συνάνθρωπο που είναι πρόσωπο, εικόνα Θεού, για τον Οποίο ο Χριστός σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Και την ίδια στιγμή δεν παρανομεί όχι μόνο επειδή φοβάται το Θεό, αλλά και γιατί νιώθει ότι δεν έχει δικαίωμα να βλάψει, να πειράξει, να κάνει κακό στον άλλο, αλλά μάλλον το αγαθό, να ακολουθήσει δηλαδή τον δρόμο του Χριστού, τον δρόμο της θυσίας, της προσφοράς, της συγχώρεσης, της ταπείνωσης και της ζωής με γνώμονα και τον πλησίον. Αυτός που ακολουθεί τον νόμο της διδαχής κατά Θεόν υπάρχει γιατί αγαπά.
Το περί δικαίου αίσθημα λοιπόν οδηγεί στην κρίση των άλλων. Το κατά Θεόν δίκαιο, χωρίς να αρνείται την κρίση, την αφήνει στο Θεό και την ίδια στιγμή προτείνει την βίωση της διδαχής της αγάπης. Εκεί όπου δεν χρειάζονται οι νόμοι της φύσης και της συνείδησης, καθώς η αγάπη καλύπτει τα πάντα. Εκεί όπου ο χριστιανός δεν φοβάται τον κρατικό νόμο και την κοινωνική αποδοκιμασία, διότι ακολουθεί τον νόμο του Θεού που απορρίπτει κάθε παρανομία ως ένδειξη απουσίας αγάπης. Και προσδοκά την τελική κρίση του Θεού όχι για να αισθανθεί δικαιωμένος έναντι του κόσμου και των άλλων ανθρώπων, αλλά για να ζήσει την τελείωση της αγάπης που δεν θα γνωρίζει φθορά και ματαιότητα, ούτε θα απειλείται από την κακία και την αμαρτία.
Ζούμε σε μία εποχή εύκολης κατάκρισης των άλλων και σύγχυσης σχετικά με το τι επιτρέπεται. «Όλα επιτρέπονται» χωρίς Θεό. Ας ξαναγίνουμε ακροατές του νόμου Του και την ίδια στιγμή ποιητές του, με γνώμονα την αγάπη. Για να επέλθει αλλαγή νοοτροπίας στη ζωή μας και στη ζωή όσων σχετιζόμαστε.

Σάββατο 6 Ιουνίου 2015

Ποιός είναι ο Άγιος;

Κυριακή πάντων των Αγίων σήμερα και έρχεται το ερώτημα και πάλι στο μυαλό: «ποιοι είναι οι άγιοι και πως αγίασαν και τη σχέση έχω εγώ με τους αγίους;» είναι κάποιοι από τη διοίκηση της εκκλησίας, κάποιοι αποκομμένοι από τα ενδιαφέροντα της ζωής; .
Άγιοι είναι αυτοί που στήριξαν τη ζωή τους όλη στις υποσχέσεις και τις επαγγελίες που δίνει ο Θεός. Και οι επαγγελίες του Θεού δεν έχουν να κάνουν με την καθημερινότητα, τα συμφέροντα, τις ανάγκες, τις προσδοκίες για το σήμερα. Είναι επαγγελίες που φέρουν το νόημα της αιωνιότητας. Αντί για την ικανοποίηση του πρόσκαιρου συμφέροντος ο Θεός υπόσχεται την στενή και τεθλιμμένη πύλη, τη οδό της θυσίας, της άσκησης, της εγκράτειας, της ολιγάρκειας, ακόμη και την οδό της στέρησης. Όποιος πιστεύει, γνωρίζει ότι η ζωή του δεν θα πορευτεί κατά πώς η ανθρώπινη επιθυμία για πλατιά οδό απόλαυσης και ευθυμίας ζητεί, αλλά θα είναι έτοιμος για θυσία, η οποία θα καταξιώνεται από τη χαρά της πίστης. Η χαρά φέρει μέσα της και την λύπη, διότι δεν εκπληρώνονται τα συμφέροντα. Όμως ακριβώς τότε, ο Θεός δίνει τη Χάρη Του και υπερβαίνουμε τις ανάγκες μας.
Η σχέση με το Θεό μάς δείχνει ότι μόνο μία ανάγκη υπάρχει πραγματικά: αυτή της αγάπης. Και όποιος αγαπά πραγματικά, γεύεται και την θεία αγάπη.
Τέλος, η επαγγελία του Θεού έχει να κάνει με την υπόσχεση της Ανάστασης. Δηλαδή της αιώνιας ζωής, για την οποία ούτε καν η παρούσα δεν μπορεί να συγκριθεί. Γι’ αυτό και είναι το νέφος το περικείμενον των μαρτύρων τοσούτον, διότι η σχέση με το Θεό βάζει την καρδιά και τη ζωή του ανθρώπου σε μιαν άλλη προοπτική. Της γνώσης και της βίωσης του νοήματος της αληθινής ζωής, που είναι η κατά Θεόν. Τα υπόλοιπα, τα ανθρώπινα, ο Άγιος χωρίς να τα εγκαταλείπει, καθώς τον κόσμο οικεί, γνωρίζει την πραγματική τους αξία, που έγκεινται στην προετοιμασία για τα κρείττονα.
Οι Άγιοι γίνονται και παραμένουν τέκνα Θεού. Αυτό που λείπει ως προτεραιότητα από έναν εκκοσμικευμένο και ανθρωποκεντρικό πολιτισμό, ο οποίος δεν μπόρεσε να διακρίνει τα ουσιώδη, ίσως γιατί κι εμείς αποτύχαμε να τα ζήσουμε ή τα διαστρεβλώσαμε μέσα από μία λογική εξουσίας, άνεσης και αδυναμίας να ταπεινωθούμε μπροστά στο Θεό και να προσφέρουμε πραγματική αγάπη στο συνάνθρωπο. Οι Άγιοι έδειξαν και δείχνουν το δρόμο της θυσίας, της αγάπης, της ανάστασης. Και μεσιτεύουν για τον καθέναν μας. Ας τους ακολουθούμε εν χαρά, με την ελπίδα κι εμείς να συμμετάσχουμε στο δικό τους νέφος.