Σάββατο 30 Μαΐου 2015

«εκάθισέ τε εφ ένα έκαστον αυτόν»

Η Πεντηκοστή αποτελεί την αφετηρία αυτής της συνεχούς παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στη ζωή του κόσμου και των ανθρώπων, στην δική μας προσωπική ζωή. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αφήγηση στις Πράξεις των Αποστόλων σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο το Άγιο Πνεύμα φανερώνεται στους Αποστόλους: «εκάθισέ τε εφ ένα έκαστον αυτόν» (Πράξ. 2, 3). Η παρουσία Του υπήρξε προσωπική επάνω στον καθέναν από τους μαθητές. Δεν ήταν μόνο μία γενική δωρεά προς όλο τον κόσμο και τους ανθρώπους, αλλά και μία ειδική εγκαθίδρυση στον καθέναν μαθητή, ο οποίος Το προσδοκούσε. Αυτή ακριβώς η προσδοκία, καρπός της αγάπης προς το Χριστό, ο Οποίος προετοίμασε τόσο πριν την Ανάσταση όσο και μετά από αυτήν τους αποστόλους για τον ερχομό του Αγίου Πνεύματος, αποτελεί το χαρακτηριστικό σημείο, το οποίο συνήθως λείπει από την δική μας ζωή. Σημεία της προσδοκίας ήταν η συγκέντρωση των Αποστόλων στον ίδιο τόπο. Ήταν η ομοψυχία τους. Ήταν η ετοιμότητά τους να μοιραστούν τη χαρά και τον θησαυρό των αγαθών. Ήξεραν πως ό,τι επρόκειτο να τους δοθεί δεν θα ήταν για την προσωπική τους καταξίωση, αλλά για την διακονία του Ευαγγελίου σε όλη την κτίση. Για την συνέχεια του έργου που ο Διδάσκαλός τους είχε ξεκινήσει. Και περίμεναν αυτή την παρουσία του Αγίου Πνεύματος όντας ομόψυχοι. Έχοντας μία ψυχή και μία καρδιά. Μη βάζοντας τα προσωπικά τους πιστεύω, τον τρόπο της θέασης του κόσμου, τα χαρίσματα, τις γνώσεις, τις ικανότητές τους πιο πάνω από την ενότητα μεταξύ τους. Και την ίδια στιγμή συγκεντρώθηκαν επί το αυτό. Δεν έμειναν σε μία ενότητα καρδιακή, πνευματική, ιδεολογική. Η ενότητά τους περιελάμβανε και την χαρά της συντροφιάς, της κοινότητας, της παρουσίας στον χώρο όπου είχαν αγιαστεί χάρις στην παρουσία του Χριστού.
Αυτά τα τρία σημεία αποτέλεσαν την βάση για να τους αγγίξει το Άγιο Πνεύμα σε προσωπικό επίπεδο. Όταν οι άνθρωποι ανήκουμε στην Εκκλησία, δηλαδή συγκεντρωνόμαστε εν Χριστώ στον τόπο και τον τρόπο του Ευαγγελίου, όταν η καρδιά μας είναι ομόψυχη με των άλλων, δηλαδή προσδοκούμε την παρουσία του Χριστού, Εκείνον ζητούμε, αγαπούμε και είμαστε πρόθυμοι να αφήσουμε κατά μέρος κάθε τι το ανθρώπινο και καθημερινό, τότε έχουμε όλες τις προϋποθέσεις της λήψης του Αγίου Πνεύματος. Αλλά και όταν έχουμε την διάθεση να αναλάβουμε την αποστολή να πορευθούμε στον κόσμο ο καθένας μιλώντας για το θαύμα το οποίο ζει, τότε το Άγιο Πνεύμα δεν μένει στην γενική ευλογία. Έρχεται στον καθέναν από εμάς και μας δίνει την χάρη και την ευλογία να προσφέρουμε και να προσφερόμαστε και να διακονούμε το έργο της σωτηρίας όχι μόνο του εαυτού μας, αλλά και του κόσμου.
Ο κόσμος έχει ως κέντρο τον εαυτό του, το άτομό του. Ζητά τα προσωπικά χαρίσματα, όχι για να λειτουργήσει σε προοπτική συλλογικότητας, αλλά για την ατομική καταξίωση και επιτυχία. Η κοινωνία αποτελείται από άθροισμα ατομικοτήτων, που δεν αποσκοπούν στην ομοψυχία, στην κοινότητα, στην αποστολή της προσφοράς του μηνύματος του Ευαγγελίου σε όλο τον κόσμο και την κοινή σωτηρία, αλλά στην ατομική δόξα. Γι’ αυτό και ζητά από την Εκκλησία την ικανοποίηση των ατομικών θρησκευτικών, κοινωνικών, υλικών αναγκών του. Δεν μπορεί να σκεφτεί ότι η Εκκλησία, ως το σώμα του Χριστού το οποίο συγκροτείται εν Αγίω Πνεύματι, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτόν τον αρμονικό συγκερασμό, της καταξίωσης του προσώπου που λαμβάνει έκαστον τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος όχι για να τα κρατήσει για τον εαυτό του, αλλά ως αποτέλεσμα της εκκλησιαστικής προοπτικής και ένταξης. Γι’ αυτό και τίποτε στην Εκκλησία δεν λειτουργεί στην προοπτική της ατομοκεντρικότητας, αλλά στην πορεία του σώματος του Χριστού και στην ένταξη σ’ αυτό. Ο άνθρωπος βάζει την προσδοκία, την ομοψυχία και την αποστολή και το Άγιο Πνεύμα καταξιώνει τον καθέναν.
Μπορεί το λογικό μας να μην κατανοεί τι σημαίνει Άγιο Πνεύμα. Όταν όμως είμαστε συνηγμένοι επί το αυτό στην ευχαριστιακή και κάθε άλλη εκκλησιαστική σύναξη και νιώθουμε ότι μπορούμε να αφεθούμε στην προοπτική της προσδοκίας της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος, όταν επιδιώκουμε ομοψυχία και αισθανόμαστε ότι ακόμη κι αν είμαστε διαφορετικοί, εντούτοις δεν μπορούμε χωρίς τους αδελφούς μας, όταν επιλέγουμε να αισθανόμαστε απεσταλμένοι όχι για να σώσουμε, αλλά για να μοιραστούμε ό,τι έχουμε λάβει, τότε υπάρχουν τα σημεία που αποδεικνύουν ότι υφίσταται η παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Το παράδοξο είναι ότι μέσα από την στροφή προς τους άλλους, καταξιώνεται και ο εαυτός μας, αποκτά νόημα η ζωή μας και βρίσκουμε ό,τι μας λείπει.


Σάββατο 23 Μαΐου 2015

ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα

«ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τούς μαθητάς ὀπίσω αὐτῶν» (Πράξ. 20, 30).
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο απόστολος Παύλος στους χριστιανούς της Εφέσου, όταν επρόκειτο να αναχωρήσει από εκεί, «Από ανάμεσά σας θα βγουν πρόσωπα που θα διδάσκουν πλάνες για να παρασύρουν τους πιστούς με το μέρος τους. Το ερώτημα ανακύπτει εύλογα: γιατί υπάρχουν χριστιανοί οι οποίοι ελκύονται από λόγο παραπλανητικό ως προς την αλήθεια της πίστης και τη ζωή της Εκκλησίας;
Η απάντηση έχει να κάνει με τρία σημεία. Το πρώτο έγκειται στην αναζήτηση της αλήθειας δια του νου και του ορθού λόγου. Ο άνθρωπος δεν εμπιστεύεται την εμπειρία της Εκκλησίας, την αυθεντία του πατερικού λόγου, την φώτιση των μεγάλων προσωπικοτήτων που χάραξαν υγιείς γραμμές στη ζωή της πίστης, αλλά τον εαυτό του και τις δικές του αναζητήσεις. Τον δικό του τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται την πίστη. Κι ενώ το κίνητρό του είναι υγιές, καθώς αναζητεί το κάτι παραπάνω στην κατανόηση και ίσως και την βίωση του λόγου και της χριστιανικής εμπειρίας, δεν καταθέτει την αναζήτησή του στο Σώμα του Χριστού, αλλά επιδιώκει να σύρει αυτό το Σώμα προς την δική του λογική, την δική του κατεύθυνση. Έτσι ο λόγος του, από λόγος αναζήτησης, γίνεται διεστραμμένος λόγος. Είναι όμως συνήθως και ελκυστικός λόγος, γιατί καλύπτει και ανησυχίες άλλων. Έτσι, αποσπά χριστιανούς προς την δική του πορεία, για να έχει συμμετόχους στην πλάνη του. Καμία αναζήτηση δεν μπορεί να αποβεί υγιής αν δεν είναι ενταγμένη στο σώμα του Χριστού, στην κοινωνία εν τη Εκκλησία. Αυτό δεν σημαίνει στατικότητα στην αναζήτηση ούτε αίσθημα αυτάρκειας. Κάποιοι πιστεύουν ότι οι παλαιότεροι έχουν μιλήσει για όλα. Δεν είναι όμως υγιές να μην μπορούμε να αξιοποιήσουμε την σοφία, την γνώση και την εμπειρία των παλαιότερων, οι οποίοι είχαν ως κριτήριό τους την Αλήθεια εν τη Εκκλησία και να προχωρήσουμε σε όποιον διάλογο με τον εαυτό μας, με την εποχή μας, με τον κόσμο μας. Ο λόγος των παλαιοτέρων είναι το όριο, είναι το σύνορο στο οποίο η αναζήτησή μας μπορεί να αισθάνεται ότι είναι υγιής.
Το δεύτερο σημείο, ως συνέχεια του πρώτου, έχει να κάνει με μια τελειομανία που διακατέχει όλους εκείνους που γίνονται αιρετικοί. Έχοντας την δίψα να είναι οι εκλεκτοί, οι τέλειοι, οι καθαροί, δεν μπορούν να αποδεχθούν εντός τους πώς ο Θεός συγκαταβαίνει στην ανθρώπινη αδυναμία, πώς προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση και την συνενώνει με την θεότητα, πώς οδηγείται στο πάθος, τον θάνατο, πώς με την ανάστασή Του επαναπροσλαμβάνει το ανθρώπινο σώμα και την ίδια στιγμή, με την ένδοξό του Ανάληψη, το ανεβάζει στον ουρανό, σε πλήρη κοινωνία με τον Πατέρα. Για τους αιρετικούς αυτή η συγκατάβαση αντίκειται στα δεδομένα της λογικής τους, είτε αυτά στηρίζονται στην φιλοσοφική παιδεία των αρχαίων Ελλήνων που δεν μπορούσαν να δεχτούν την κένωση του Θεού και αρκούνταν σε μία φαινομενική μεταμόρφωσή του, είτε αυτά στηρίζονται στην ιουδαϊκή αυτάρκεια, η οποία δεν μπορούσε να διανοηθεί σωτηρία για όλους όσους δεν ήταν Ιουδαίοι, ο περιούσιος δηλαδή λαός του Θεού. Αυτά τα στοιχεία συνεχίζονται και στην εποχή μας. Από την μία έχουμε να κάνουμε με όλους εκείνους οι οποίοι δεν μπορούν να δεχθούν έναν Θεό αδύναμο, που δεν υποτάσσει τον κόσμο στο θέλημά Του, καθώς μάλιστα αυτό είναι για το καλό και την επικράτηση της δικαιοσύνης, και από την άλλη με εκείνους οι οποίοι ζητούν έναν Θεό αποκλειστικά για τους ίδιους. Ζητούμε οι άνθρωποι έναν Θεό αυστηρό στα παραπτώματα των άλλων, και αδιαφορούμε για έναν Θεό που ζητά αγάπη, συγχωρητικότητα, κατανόηση, σεβασμό στον άνθρωπο. Ζητούμε έναν Θεό ο Οποίος θα είναι επιεικείς με όσους τηρούν τις εντολές Του και θα τους δίδει ξεχωριστή θέση σε σχέση με όσους είναι φαινομενικά ή πραγματικά μακριά από Εκείνον, ενώ ο Θεός είναι για όλους. Και ακολουθούμε ευκολότερα τους αυστηρούς, οι οποίοι όμως διαπνέονται συνήθως και από ένα πνεύμα υπερηφάνειας για τα κατορθώματά τους, κυρίως ασκητικά, χωρίς να διαβλέπουμε ότι ο Θεός είναι αγάπη.
Τέλος, πολλοί άνθρωποι ακολουθούν όσους μιλούν διεστραμμένα διότι εκείνοι έχουν μέσα τους ιεραποστολικό ζήλο, ο οποίος μεταφράζεται με την αναζήτηση και καλλιέργεια διαπροσωπικών σχέσεων. Ο αιρετικός νιώθει έντονη την ανάγκη να πείσει. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει μόνο με τον λόγο. Επιστρατεύει την κοινωνικότητα και τα όποια χαρίσματά του, τα οποία τα θέτει στην υπηρεσία της πλάνης του, για να μπορέσει να ελκύσει και άλλους στην πορεία του. Αυτός ο κατά τα άλλα αξιοθαύμαστος ιεραποστολικός ζήλος, ο οποίος όμως δεν πηγάζει συνήθως από γνήσια αγάπη για τον άλλον, αλλά έχει να κάνει με την αγωνία της υπέρβασης της προσωπικής μοναξιάς και την αυτοδικαίωση του αιρετικού, χτίζει κοινότητες. Την ίδια στιγμή, στην Εκκλησία υπάρχει μία παθητική θέαση του κόσμου και των ανθρώπινων σχέσεων. Δεν αισθανόμαστε την ανάγκη να συναντήσουμε πραγματικά τον άλλον, αλλά αρκούμαστε σε μία φιλάνθρωπη βοήθεια στις δυσκολίες του ή σε μία ατομοκεντρική συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας, ο καθένας ακολουθώντας το πρόγραμμα και τους ρυθμούς της ζωής του, ενώ δεν κατανοούμε και δεν νιώθουμε ότι χωρίς άνοιγμα, μετοχή στις δυσκολίες αλλά και στη χαρά του άλλου δεν νοείται η αγάπη. Αλλά, την ίδια στιγμή, μας διακρίνει και μία παθητικότητα στην έννοια της ιεραποστολής. Δεν συνειδητοποιούμε ότι εφόσον βιώνουμε την σωτηρία, δηλαδή την Αλήθεια που είναι ο Χριστός, η δωρεά αυτή δεν πρέπει να παραμένει κλεισμένη στα ίδια, αλλά να δίδεται και στους άλλους. Όχι για να κάνουμε οπαδούς, αλλά για να μοιραστούμε την χαρά της όντως ζωής.
Εύκολη είναι η κριτική του εκκοσμικευμένου πνεύματος. Ίσως θα ήταν σκοπιμότερη και γνησιότερη η αυτοκριτική μας για την δυσκολία μας να εμπιστευτούμε την πνευματική μας παράδοση, για την αδυναμία μας να αγαπήσουμε και να μην κατακρίνουμε, αλλά και για την έλλειψη διάθεσης ουσιαστικού ανοίγματος προς τον πλησίον και τις διανθρώπινες σχέσεις, όπως αυτό επιτυγχάνεται μέσω της ιεραποστολής. Ας προβληματιστούμε λοιπόν και ας αναζητήσουμε στην ζωή και την διδαχή των Πατέρων μας τα πρότυπα εκείνα τα οποία θα μας βοηθήσουν να ζήσουμε πιο γνήσια τη ζωή της Εκκλησίας και να μην παρασυρθούμε από ανθρώπους που με την διαστροφή του λόγου τους θα βρούνε την αδυναμία μας και θα μας αποτραβήξουν από την Αλήθεια.

Σάββατο 16 Μαΐου 2015

ΟΥΤΕ ΓΙΑ ΑΣΤΕΙΟ

Μια περιπέτεια του Αποστόλου Παύλου στην χώρα μας, λίγο έξω από την Καβάλα, στους Φιλίππους περιγράφει το σημερινό Αποστολικό ανάγνωσμα. Και όλα ξεκίνησαν όταν ο Παύλος θεράπευσε μια κοπέλα που βασανίζονταν από δαιμόνια.
Γιατί; Επειδή κάποιοι χάσανε τα κέρδη που η δαιμονιζόμενη κοπέλα τους απέφερε «μαντευομένη», δηλαδή με τις μαντείες της.
Και για τον Παύλο η κοπέλα αποκάλυπτε μια αλήθεια, ότι είναι απεσταλμένοι του αληθινού Θεού και ότι διδάσκουν τη σωτηρία. Και όμως ο Παύλος της απαγόρευσε να μιλά γι΄ αυτόν και τη θεράπευσε. Αλλά γιατί αφού έλεγε αλήθεια;
Ο διάβολος και οι δαίμονες, ως πνευματικές οντότητες, μπορούν και γνωρίζουν πράγματα και γεγονότα που οι δικές μας πεπερασμένες δυνάμεις δεν μπορούν να γνωρίζουν. Το κύριό τους έργο είναι να απομακρύνουν τον άνθρωπο από το Θεό. Έτσι προσπαθούν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του ανθρώπου και να τον παρασύρουν στη συνέχεια εκεί που αυτοί θέλουν. Αυτό θα συνέβαινε με τον Παύλο. Όταν ο κόσμος ανακάλυπτε πως η κοπέλα έλεγε αλήθεια για τον Παύλο θα άκουγε και κάθε άλλη συμβουλή και προτροπή της και θα γινόταν υποχείριο του διαβόλου.
Το ρόλο και το «έργο» που προσέφερε η δαιμονιζόμενη κοπέλα του Αποστολικού αναγνώσματος, σήμερα το προσφέρουν μια σειρά ανθρώπων και μέσων, μάντεις, χαρτορίχτρες, καφετζούδες, ωροσκόποι.
Ο Θεός γνωρίζοντας καλά τι μας χρειάζεται και τι όχι, δεν αποκαλύπτει το μέλλον μας, αλλά μας δίνει τη δυνατότητα να εργαστούμε για να το διαμορφώσουμε μόνοι μας. Ο περίεργος άνθρωπος όμως προσπαθώντας να λύσει απορίες καταφεύγει είτε σε απατεώνες που τον μπερδεύουν και τον εκμεταλλεύονται οικονομικά, είτε σε όργανα του διαβόλου που τον δένουν και τον δεσμεύουν κάνοντάς τον υποχείριό τους και υποχείριο του διαβόλου. Δεν συμβιβάζονται αυτά με την ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Με πονηριά ο διάβολος προσπαθεί να ξεγελάσει τα θύματά του και για αυτό βάζει τα όργανά του να παρουσιάζουν μια εξωτερική σχέση με την Εκκλησία, να έχουν εικόνες στους χώρους «εργασίας» τους, να ανάβουν κανένα κερί, να κάνουν καμιά δωρεά-αγαθοεργία κλπ.
«Μα έχει εικόνες κλπ» λένε πολλοί, άρα δεν είναι κακό και έτσι τρέχουν και ακούνε και παρασύρονται και κάνουν αυτό που ο διάβολος ουσιαστικά τους διατάζει.
ΚΑΜΙΑ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΟΛΑ ΑΥΤΑ. ΟΥΤΕ ΓΙΑ ΠΛΑΚΑ, ΟΥΤΕ ΓΙΑ ΑΣΤΕΙΟ. Η Εκκλησία μας θέλοντας να δείξει πόσο βαρύ αμάρτημα είναι, βάζει το ίδιο επιτίμιο με αυτό που βάζει στο δολοφόνο. Γιατί ο δεύτερος αφαιρεί ζωή, αλλά αυτός που ασχολείται με τα μέντιουμς και την αστρολογία και τα συναφή, πουλάει την ψυχή του στο διάβολο.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ – ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ
ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ
Δευτέρα 18 - Κυριακή 24 Μαΐου 2015

Δευτέρα 18 Maΐου 2015:
6.30 μ.μ. Εσπερινός και Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο
7.30 μ.μ. Κύκλος Συμμελέτης Αγίας Γραφής

Τετάρτη 20 Μαΐου 2015 (Απόδοση του Πάσχα):
7.30 – 9.30 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.
6.30 μ.μ. θ΄ Ώ ρα και Εσπερινός

Πέμπτη 21 Μαΐου 2015 (Αναλήψεως -Αγίων Κω/νου & Ελένης):
7.30 – 9.45 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.

Σάββατο 23 Μαΐου 2015:
7.30 – 9.45 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.
6.30 μ.μ. Εσπερινός.

Κυριακή 24 Μαΐου 2015 (Αγίων Πατέρων):
7.00 – 10.00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία.

 Σήμερα, Κυριακή 17 Μαΐου στις 7.00 το απόγευμα θα τελεστεί Ιερά Παράκληση για τους διαγωνιζομένους μαθητές.

Σάββατο 9 Μαΐου 2015

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 92

Από το «Καλή Ανάσταση» στο: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!

Καλή Ανάσταση!
Είναι υπέροχο που αυτή η ευχή ξεχείλισε γύρω μας, καθώς ζύγωνε το Πάσχα! Θα έχετε προσέξει ότι την έκαναν ένθεοι και άθεοι, κι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία: Δίψα για ζωή, ελπίδα για ζωή αληθινή, απελευθερωμένη από κάθε θανατίλα!
Θέλω να πω δυο λόγια, ειδικά σε όσους φίλους μου δηλώνουν άθεοι, με όλο μου τον σεβασμό προς την έγνοια τους για τη δικαιοσύνη και για την ανθρωπιά.
Η έννοια της Ανάστασης και της Επ-ανάστασης (όπως τη νοούν, ως ανατολή δηλαδή ενός νέου κόσμου, όπου το άδικο θα τερματιστεί) είναι αδιανόητες δίχως τον Χριστιανισμό. Είτε δέχεται είτε δεν δέχεται κάποιος τη χριστιανική πίστη, η έννοια της Ανάστασης και της κατάργησης του κακού (σε κάθε του μορφή) αποτελεί χριστιανική συμβολή στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Οι "αναστάσεις" που παρουσιάζονται σε άλλες θρησκείες (όπως λ.χ. στην αρχαία ελληνική, με τον μύθο της Περσεφόνης) είναι εντελώς άλλο πράγμα. Στην οπτική των άλλων θρησκειών ο χρόνος είναι κυκλικός, πράγμα που σημαίνει ότι ο κόσμος για πάντα θα υπάρχει με τον τρόπο που υπάρχει τώρα. Η Περσεφόνη "ανασταίνεται" μεν κάθε άνοιξη, αλλά αυτό σημαίνει ότι ξαναπεθαίνει άλλες τόσες φορές! Ο κύκλος είναι αιώνιος κι αδιάρρηκτος και ο θάνατος ακατάργητος. Αιώνια είναι και η αδικία, με το δίκαιο μεν να την αντιπαλεύει, αλλά να μην κυριαρχεί οριστικά ποτέ. Με δυο λόγια, στο μοντέλο αυτών των θρησκειών, ένας άλλος κόσμος ΔΕΝ είναι εφικτός. Αντιθέτως, η Βίβλος και ο Χριστιανισμός έφεραν την έννοια του ευθύγραμμου χρόνου, δηλαδή της πορείας του κόσμου προς ένα μέλλον το οποίο δεν έχει ξαναϋπάρξει: της πορείας προς το απόλυτα καινούργιο! Ναι! Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός! Αυτό σημαίνει σπάσιμο του κύκλου και τίναγμα του ταξιδιώτη κόσμου προς το αδιανόητο. Ιδού η έννοια της επανάστασης!
Για τα παραπάνω υπάρχουν πλήθος επιμέρους ζητήματα, θεολογικά, ιδεολογικά και πολιτικά. Αλλά αυτή τη στιγμή δεν θα καταπιαστώ μαζί τους. Στέκω στην επίγνωση της γενεαλογίας των ανθρωπίνων ιδεών. Και περιμένω από όλους, από την Κυριακή του Πάσχα, να λένε: "Χριστός Ανέστη!". Αυτό δεν είναι πια ευχή. Είναι δήλωση. Είναι κατάφαση του ότι, ναι, η ευχή που μέχρι χθες έδινα ("καλή Ανάσταση") δεν ήταν κενή από κάθε νόημα, αλλά όντως δύναται να γίνει πραγματικότητα. Και δείτε ότι στην συνήθη βυζαντινή εικόνα της Ανάστασης, ο Χριστός ποτέ δεν ανασταίνεται μόνος. Η Ανάστασή του είναι ΠΑΝΤΑ συν-ανάσταση του ανθρώπου. Χριστός και άνθρωπος σε χειρολαβή.
Του Αθανάσιου Παπαθανασίου

Λίγα λόγια για το θέμα του μήνα
Συνεχίζοντας τη σκέψη μας πάνω στο κείμενο του κ. Παπαθανασίου, θα ήθελα να δούμε ποιο είναι το νόημα του «Χριστός Ανέστη» στην καθημερινότητά μας, γιατί είναι εύκολο ενδεχομένως να αποδεχθώ ότι μετά θάνατον θα υπάρξει και άλλη ζωή και κοινή ανάσταση όλων των ανθρώπων, αλλά τί σημαίνει αυτό για την παρούσα ζωή;
Πολύ ωραία δίνει την απάντηση ο Σεβασμιώσματος Μητροπολίτης Μεσογαίας κ. Νικόλαος στο Πασχαλινό μήνυμά του:
‘’Από την υμνολογία της Εκκλησίας μας βλέπουμε ότι ο Αναστάς Κύριος δωρίζει στον άνθρωπο το «μέγα έλεος», δηλαδή τη μεγάλη Του συγχώρηση και το πλήρωμα της αγάπης Του. «Συγγνώμη γάρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε», λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Γι΄ αυτό και η Εκκλησία μας προτρέπει «συγχωρήσωμεν πάντα τῇ Ἀναστάσει», να συγχωρεθούμε και να συμφιλιωθούμε με όλους. Ο Χριστός σταυρώθηκε από αγάπη προς όλους και αναστήθηκε για όλους και για μας και τους φίλους και για τους εχθρούς μας.
Με την Ανάστασή του ο Χριστός έσχισε τα χειρόγραφα των αμαρτιών μας και γκρέμισε τα χωρίσματα στις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και με τον Ίδιο. Εκκλησία χωρίς συγχώρηση είναι πίστη σε Χριστό χωρίς έλεος. Και πίστη σε Θεό χωρίς έλεος είναι άρνηση της Ανάστασης. Γι΄ αυτό το «Χριστός Ανέστη» προϋποθέτει το «συγχωρήσωμεν πάντα τῇ Ἀναστάσει», το να συγχωρήσουμε και να συγχωρεθούμε με όλους και για όλα’’.
Αυτή είναι η επανάσταση της Ανάστασης! Αν αυτή τη συγγνώμη την κάνουμε πράξη στην καθημερινή μας ζωή, τότε θα βιώσουμε και την Ανάσταση. Ειδ΄ άλλως οι Πασχαλιές θα έρχονται και θα φεύγουν και σε μας θα μένει μόνο η στάχτη από τα κάρβουνα που ψήσαμε το αρνί ή τα τσόφλια απ΄ τα κόκκινα αυγά… Για τους Αγίους μας η Ανάσταση είναι καθημερινό βίωμα, γι΄ αυτό χαρακτηριστικά ο μεγάλος Ρώσος άγιος, Σεραφείμ του Σάρωφ, όλο το χρόνο προσφωνούσε κάθε επισκέπτη του: «Χριστός Ανέστη, χαρά μου». Γιατί βίωνε τη συγχωρητικότητα και τη χαρά της ειρήνης που αυτή δωρίζει στην ψυχή μας. Και βέβαια αυτή η Ανάσταση δεν περιορίζεται χρονικά στην περίοδο των σαράντα ημερών μέχρι την εορτή της Αναλήψεως, αλλά ούτε και στην παρούσα ζωή, παρά επεκτείνεται στην αιωνιότητα.
Η Ιερά Ακολουθία της Προσκομιδής - Τα δώρα των χριστιανών για τη Θεία Λειτουργία
Στον άγιο δίσκο υπάρχει μια μερίδα για κάθε μέλος της Εκκλησίας. Πάνω σ’ αυτόν τον μικρό δίσκο, σε κάθε Θεία Λειτουργία, συγκεντρωνόμαστε όλοι μας για να κοινωνήσουμε τον Χριστό (το Σώμα και το Αίμα Του) και να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας.
«Πριν από κάθε Θεία Λειτουργία, στον Όρθρο, ο ιερέας κάνει την τελετή της Προσκομιδής. Φέρνει δηλαδή στην αγία Πρόθεση τις προσφορές των πιστών και τις τεμαχίζει. Πρώτα βγάζει τη μεγάλη μερίδα, τον Αμνό, που θα μεταβληθεί σε Σώμα Κυρίου και έπειτα τις μερίδες της Κυρίας Θεοτόκου, των Αγγέλων, των Αγίων και των Χριστιανών, «ζώντων και τεθνεώτων», τις οποίες τοποθετεί γύρω από τον Αμνό, μέσα στο ιερό δισκάριο.
Βλέπετε; Ολόκληρη η Εκκλησία… μέσα στο δισκάριο! Ο Κύριος Ιησούς, η Παναγία Μητέρα Του, ο Τίμιος Πρόδρομος, οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, οι Δίκαιοι, «πάντων των αγίων ο χορός», ενωμένοι μ’ εμάς, τους ευτελείς και ταπεινούς. Κοινωνία ζωντανών και πεθαμένων. Κοινωνία Αγίων και αμαρτωλών. Κοινωνία Θεού και ανθρώπων. Αυτή είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού!»
(Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης)

Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τοῦ τάφου καθὼς προεῖπεν,
ἔδωκεν ἡμῖν τὴν αἰώνιον ζωὴν καὶ μέγα ἔλεος.


Σάββατο 2 Μαΐου 2015

Η διαχείριση μιας απώλειας

Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός πως η φθορά επικρατεί στη ζωή μας. Χάνουμε αγαπημένα μας πρόσωπα εξ αιτίας του θανάτου, βλέπουμε τις σχέσεις μας με άλλους ανθρώπους να διαλύονται κυρίως από μικρο-εγωισμούς, τα όνειρά μας να μην μπορούν να πραγματοποιηθούν γιατί εκεί που στηρίξαμε τις ελπίδες μας δεν μπορούν να μας δώσουν νόημα ζωής ή ευτυχία, χάνουμε πολλές φορές και τον εαυτό μας γιατί δεν ξέρουμε ποιοι είμαστε, τι ζητάμε και που πορευόμαστε.
Την απώλεια ενός προσώπου πλήρους αγαθών έργων και ελεημοσυνών περιγράφει η σημερινή Αποστολική περικοπή από τις Πράξεις των Αποστόλων. Μάλιστα, περιγράφεται η παρουσία χηρών γυναικών που έκλεγαν γιατί έχασαν το στήριγμά τους. «Γιατί», άραγε το επέτρεψε αυτό ο Θεός; Και αυτή την τόσο καλή γυναίκα, την αγία, που τόσο βοηθούσε πήρε από τη ζωή;
Σε πολλές περιπτώσεις απώλειας ανθρώπων είτε ακούω που το φωνάζουν, είτε μου το λένε εμπιστευτικά, «ήθελα να σου προσφέρω κι άλλα», «δεν πρόσφερα ό,τι μπορούσα», «μήπως έπρεπε να κάνω και κάτι άλλο;»
Η κοινωνία με τα πρόσωπα είναι αυτή που δίνει το κατεξοχήν νόημα ζωής στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν υπάρχει για να είναι μόνος του. Την ίδια στιγμή, μέσα από την σχέση με τους άλλους ανθρώπους διαπιστώνει τον πραγματικό του εαυτό. Την δυνατότητα να αγαπήσει και τις δυσκολίες αυτής της κίνησης. Πόσο εγωκεντρικός είναι και πόσο δοτικός και ανοιχτός. Είμαστε πλασμένοι, ως εικόνες Θεού, για να κοινωνούμε ο ένας με τον άλλο. Κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Χριστός σαρκώθηκε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Για να μας δείξει ότι αυτή η κοινωνία δεν είναι μόνο οριζόντια, αλλά ξεκινά από την κάθετη διάστασή της. Από την σχέση μας με το Θεό, ο Οποίος «τον κόσμον ούτως ηγάπησε ώστε τον μονογενή αυτού υιόν δούναι, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου). Και ζωή είναι η κοινωνία. Η συνάντηση. Η σχέση μεταξύ των προσώπων.
Στην κοινωνία αυτή ο καθένας μας καλείται να δείξει αγάπη. Και η αγάπη ξεκινά από την απλή προσφορά. Από τα υλικά αγαθά, είτε όσα μας ανήκουν είτε όσα μπορούμε να δημιουργήσουμε, μέχρι την προσευχή και την πνευματική διακονία του πλησίον μας. Και η αγάπη γίνεται η αφετηρία της κοινωνίας με τους άλλους. Αυτή η έξοδος από τον εαυτό μας, όσο κι αν φαίνεται αυτονόητη, τελικά δεν είναι. Γιατί δεν είναι εύκολο να στερηθεί κάποιος χρόνο, διάθεση, αγαθά, ό,τι του ανήκει, για να το προσφέρει. Όχι ότι δεν είναι η φυσική μας κατάσταση. Αλλά επικρατεί το πνεύμα της αμαρτίας, δηλαδή της εγωισμού.
Ο χριστιανός συνήθως έχει τον λογισμό της ανταπόδοσης από το Θεό όποιας καλοσύνης, όποιας αγάπης, ακόμη και της συνολικής του επιλογής ως προσώπου να είναι η ζωή του σύμφωνη με το θέλημά Του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορεί εύκολα να δεχθεί την δοκιμασία και την απώλεια. Έτσι φτάνει στο σημείο της απαρηγόρητης λύπης και του αναπάντητου «γιατί;», όταν διαπιστώνει ότι τόσο ο ίδιος όσο και οι οικείοι του, αλλά και οι σχέσεις του και τα αγαθά του και τα πρότυπά του υφίστανται την φθαρτότητα. Η πίστη όμως δεν νικιέται από την φθορά, αλλά επενδύει στην Ανάσταση. Και η ανάσταση δεν έρχεται χωρίς εμπιστοσύνη στο Θεό και το θέλημά Του, όπως επίσης και χωρίς την μετάνοια για τα λάθη και τις αμαρτίες μας. Καμία απώλεια δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί χωρίς την αυτογνωσία για την πορεία μας, όπως επίσης και χωρίς την αγάπη προς το Θεό. Δεν μας υποσχέθηκε ζωή χωρίς δυσκολίες. Το αντίθετο. Μας κάλεσε σε έναν πόλεμο τόσο εναντίον του κακού, όσο και εναντίον του ό,τι μας χωρίζει από Εκείνον. Και αυτός ο πόλεμος είναι συνεχής και συνοδεύεται αναπόφευκτα από απώλειες. Πρωτίστως αυτήν του «άτρωτου εγώ μας». Του αταπείνωτου φρονήματος. Αν δεν χάσουμε αυτά, τότε δεν μπορούμε να διαχειριστούμε καμία απώλεια.

ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΜΟΔΕΣΤΟΥ
ΣΑΒΒΑΤΟ, 2 ΜΑΪΟΥ 2015
ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ 23η
Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΕΜΜΑΟΥΣ

Διήγηση

Μετά την Ανάσταση του Χριστού, οι μαθητές Του δεν μπορούσαν να πιστέψουν το γεγονός. Ο Χριστός εμφανίστηκε στις Μυροφόρες και την Μαρία τη Μαγδαληνή. Ταυτόχρονα, στον τάφο του Χριστού έσπευσαν οι απόστολοι Ιωάννης και Πέτρος για να βρουν το σώμα Του, αλλά βρήκαν μονάχα τα νεκρικά σπάργανα με τα οποία τον είχαν τυλίξει, όπως επίσης και την πετσέτα (το σουδάριο), με το οποίο είχαν καλύψει το κεφάλι Του. Ο Χριστός, εν τω μεταξύ, προκειμένου να βοηθήσει τους μαθητές Του να καταλάβουν το θαυμαστό γεγονός το οποίο είχε συμβεί, εμφανιζόταν συνεχώς.
Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα, δύο από τους 70 μαθητές του Χριστού, ο Λουκάς και ο Κλεόπας, βάδιζαν έξω από τα Ιεροσόλυμα, πηγαίνοντας προς ένα χωριό που ονομαζόταν Εμμαούς. Είχαν ακούσει τα νέα της Ανάστασης, αλλά δεν τα είχαν πιστέψει. Ήταν πολύ στενοχωρημένοι για τα γεγονότα που είχαν συμβεί, για το ότι ο Χριστός πέθανε μαρτυρικά στο Σταυρό. Τότε πλησίασε κοντά τους ο Αναστημένος Χριστός, αλλά δεν τον γνώρισαν. Ο Κύριος τους ρώτησε γιατί ήταν ταραγμένοι και περπατούσαν σκυθρωποί. Τότε αυτοί του εξήγησαν τα γεγονότα των τελευταίων ημερών. Ο Κύριος τους μάλωσε και τους είπε ότι αυτά έπρεπε να πάθει ο Χριστός, καθώς έτσι έλεγαν οι Προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη και αυτό ήταν το σχέδιο του Θεού. Οι δύο μαθητές δεν χόρταιναν να τον ακούνε. Προχώρησαν τόσο πολύ, ώστε έφτασαν στο χωριό Εμμαούς, που πηγαίνανε. Και οι δύο μαθητές, κατασυγκινημένοι και καταγοητευμένοι από τα λόγια του Χριστού, τον παρακάλεσαν έντονα λέγοντας: «Μείνον μεθ’ ημών», «μείνε μαζί μας, καθώς πέρασε η ημέρα και βράδιασε». Και ο Χριστός τους ακολούθησε στο σπίτι του Κλεόπα. Εκεί έστρωσαν τραπέζι. Τότε ο Χριστός πήρε το ψωμί, όπως έκανε όταν ήταν μαζί με τους μαθητές, το ευλόγησε και τους το έδωσε. Τότε ανοίχτηκαν τα μάτια τους, αλλά ο Χριστός έγινε άφαντος από αυτούς.
Έμειναν στη θέση τους άφωνοι. Και είπαν στους εαυτούς τους: «Δεν καιγόταν η καρδιά μας από αγάπη για το Χριστό, γι’ αυτό και δεν πιστέψαμε στην Ανάσταση, αλλά ούτε και τον γνωρίσαμε. Τώρα όμως μάθαμε». Και έφυγαν, πηγαίνοντας το ίδιο βράδυ να μιλήσουν στους άλλους μαθητές και να τους ανακοινώσουν το σπουδαίο γεγονός. Ο Χριστός όμως είχε εμφανιστεί και στον Πέτρο και σε άλλους, ώστε να μπορέσουν όλοι να καταλάβουν το σπουδαίο γεγονός της Ανάστασής Του και κανένας να μην δυσπιστήσει πλέον σ’ αυτό.
(Λουκ. 24, 13-35)

Ερωτήσεις

Α. Γιατί δεν πίστεψαν οι δύο μαθητές, αλλά και οι άλλοι στην Ανάσταση του Χριστού;
Β. Τι έκανε το Λουκά και τον Κλεόπα να καταλάβουν ότι ο άνθρωπος που τους συνόδευε ήταν ο Χριστός;
Γ. Είναι η Ανάσταση κοινή πορεία με το Χριστό;
Δ. Τι σημαίνει να καίγεται η καρδιά μας για το Χριστό; Είναι αυτό εύκολο στη ζωή μας;

Σχόλια

Εμμαούς: το απόσπασμα αυτό από το Ευαγγέλιο του Λουκά το διαβάζουμε την Τρίτη της Διακαινησίμου, της εβδομάδας που ακολουθεί την Ανάσταση, όπως επίσης και κάθε έντεκα Κυριακές στην ακολουθία του Όρθρου, πριν τη Θεία Λειτουργία. Είναι από τα ωραιότερα ευαγγέλια, διότι μας παρουσιάζει πώς ο Αναστημένος Χριστός πορεύτηκε μαζί με τους δύο μαθητές, τους εξήγησε τι έλεγε η Παλαιά Διαθήκη και οι Προφήτες γι’ Αυτόν και για την Ανάστασή Του. Είναι το πιο συναρπαστικό γεγονός για τη ζωή ενός ανθρώπου, να πορεύεται μαζί με το Χριστό.
Μείνε μαζί μας: οι μαθητές, χωρίς να αναγνωρίζουν Ποιος είναι, εντούτοις διαισθάνονται ότι αυτός ο συνοδοιπόρος και πνευματικός οδηγός είναι κάποιος ξεχωριστός άνθρωπος. Το παράδειγμά τους μας διδάσκει ότι όταν βρίσκουμε ανθρώπους που μας αγαπούνε αληθινά, να προσπαθούμε να αντλήσουμε από αυτούς ό,τι μπορούν να μας δώσουν.
πήρε το ψωμί και το ευλόγησε: ο Χριστός μένει κοντά μας όταν προσφέρουμε το ψωμί και το κρασί στη Θεία Κοινωνία.
δεν καιγόταν η καρδιά μας: αυτή είναι η αιτία που δεν μένει ο Χριστός μαζί μας, δεν καίγεται η καρδιά μας γι’ Αυτόν, δεν προσευχόμαστε, δεν μελετούμε το Ευαγγέλιο, δεν πάμε συχνά στην Εκκλησία, δεν Τον κοινωνάμε. Γι’ αυτό και δεν καίγεται η καρδιά μας τελικά, γιατί ο Χριστός γίνεται συνήθεια.
έφυγαν: από τη χαρά τους ξαναγύρισαν πίσω στα Ιεροσόλυμα, για να ανακοινώσουν και στους άλλους το μήνυμα της Ανάστασης. Αυτή είναι και η στάση του πραγματικού χριστιανού, αν νιώθει χαρά για την πίστη και την αγάπη του Θεού, μοιράζεται ό,τι όμορφο με τους άλλους

Προβληματισμοί- εντοπισμός στο σήμερα

Α. Ο χριστιανός καλείται να ζήσει με συνεχή πορεία με τον Αναστημένο Χριστό. Αυτή η πορεία δεν σταματά στο χρόνο και τις εποχές, ούτε έχει να κάνει με τις ηλικίες. Έχει να κάνει με την αγάπη της καρδιάς προς το Χριστό. Η καρδιά που αγαπά το Χριστό, αγαπά τον συνάνθρωπο, αγαπά τον κόσμο, αγαπά τη ζωή.
Β. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε οι άνθρωποι είναι το ότι δεν αγαπούμε αυτό που κάνουμε. Τα παιδιά δεν αγαπούν το σχολείο, δεν αγαπούν το βιβλίο, δεν αγαπούν τα δύσκολα, αλλά προτιμούν ό,τι τους ξεκουράζει και τους ευχαριστεί. Το ίδιο και οι μεγάλοι, δεν αγαπούν τη δουλειά τους, δεν αγαπούν τους δικούς τους, θα ήθελαν κάτι άλλο να κάνουν. Η Εκκλησία, με την πορεία προς Εμμαούς, μας δείχνει πως αν αγαπάς το Χριστό, αν αγαπάς τη ζωή, αν αγαπάς αυτό που κάνεις, τότε καίγεται η καρδιά σου και προχωράς με κέφι και διάθεση στη ζωή σου.
Γ. Η αγάπη μας για το Χριστό αυξάνεται όταν μελετούμε το Ευαγγέλιο, όταν προσευχόμαστε, όταν εκκλησιαζόμαστε, όταν ζούμε τη χαρά της Εκκλησίας. Ιδίως μέσα στη Θεία Λειτουργία κοινωνούμε το Χριστό και Αυτός μένει κοντά μας.

Συμπέρασμα

Να παρακαλούμε στη ζωή μας να μένει μαζί μας ο Αναστημένος Χριστός και να βαδίζουμε κοντά Του με καρδιά που καίγεται από την αγάπη προς Αυτόν.
π. Θ. Μ.