Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

«Οἱ ούρανοί ἀπολοῦνται, σύ δέ διαμένεις»

 

«Οἱ ούρανοί ἀπολοῦνται, σύ δέ διαμένεις» (Εβρ. 1, 11)   «Οι ουρανοί θα εξαφανιστούν, ενώ εσύ αιώνια παραμένεις»

 

            Δοκιμάζεται η πίστη μας αυτό το διάστημα. Δεν είναι μόνο οι συντονισμένες επιθέσεις που η πνευματική μας παράδοση δέχεται από τους εκτός, αλλά και από τους εντός Εκκλησίας. Είναι και ερωτήματα που αναφύονται έντονα σε κάθε εποχή στην οποία το κακό θριαμβεύει ανεξέλεγκτα.

            Γιατί ο Θεός δεν παρεμβαίνει, ώστε να σταματήσει το κακό, η επιδημία, ο φόβος, η αγωνία των ανθρώπων, που είναι παιδιά του;

            Γιατί οι συνέπειες του κακού να αγγίζουν και την ζωή της Εκκλησίας, να υπάρχει αμφισβήτηση τόσο του κοινωνείν τον Θεό, όσο και του κοινωνείν μεταξύ των ανθρώπων; Και τα δύο τίθενται υπό διωγμώ, υποτίθεται για το καλό του κόσμου, για να ανακουφιστεί ο φόβος. Δεν αρκούν οι προτροπές της Εκκλησίας σε όσους δυσκολεύονται, να μείνουν στα σπίτια τους. Δεν αρκεί η εμπειρία αιώνων της πίστης για την μετάδοση της θείας κοινωνίας. Στην ουσία όλα φαίνεται να λειτουργούν ως μία μικρή πρόβα, για μεγαλύτερους διωγμούς στο μέλλον. Τώρα στήνεται ο μηχανισμός, αύριο θα υπάρξει η διάρκεια.

            Γιατί δεν γίνεται καθόλου λόγος για την αιτία του κακού, που δε είναι άλλη από την ποικίλη αμαρτία, δηλαδή την αυτοθέωση του ανθρώπου, την υπεροψία, την πεποίθηση ότι όλα στην ζωή εξαρτώνται από τον νου και τον ορθολογισμό, τα επιτεύγματα της επιστήμης και ότι δεν χρειάζεται πίστη και Θεός; Γιατί δεν επισημαίνεται ότι κάθε μορφή κακού δεν είναι τίποτε άλλο παρά έκφραση της ανεξέλεγκτης παντοδυναμίας του ανθρώπου, ο οποίος, ζώντας την ελευθερία του, θεωρεί ότι μπορεί να φάει ό,τι θέλει, να πιει ό,τι θέλει, να σμίξει με όποιον και όποια θέλει, να πάει όπου θέλει, να ζήσει όπως θέλει, χωρίς νοικοκυροσύνη, σταθερότητα, αγάπη, μέτρο, εγκράτεια, άσκηση;

            Γιατί δεν γίνεται καθόλου λόγος για την φθορά και τον θάνατο που είναι συνδεδεμένα με την φύση μας,  για το ότι ο άνθρωπος καλείται να δει την οντολογική παρουσία του στην ζωή, την ύπαρξή του, να απαντήσει στο ερώτημα αν υπάρχει συνέχεια της ζωής, να διακριβώσει για το αν και πόσο πιστεύει, να μιλήσει, αν είναι χριστιανός, και να διατρανώσει την πίστη στην ανάσταση; Το κακό μένει πίσω στην ζωή αυτή και στον χρόνο του κόσμου. Κανείς όμως δεν θέλει να το δει στην προοπτική της κατάργησής του, με την ανάσταση του Χριστού και των ανθρώπων. Θέλουμε να ζήσουμε όλοι για πάντα. Το ερώτημα όμως είναι κατά πόσον κατανοούμε την φθαρτότητά μας και κατά πόσο εναποθέτουμε την ελπίδα για την ζωή και τούτη και την άλλη στον Θεό, στα έργα της αγάπης, στην μετάνοια για τα λάθη μας, στον τρόπο της αγιότητας; Ο άνθρωπος έχει όριο. Να παλέψουμε να παρατείνουμε την ζωή μας, αλλά αυτό δεν φτάνει. Ποιας ποιότητας και περιεχομένου ζωή έχουμε ανάγκη; Αυτή της διασκέδασης, της ασωτίας, της αυτάρκειας, της ευχαρίστησης με κάθε τρόπο, χωρίς σεβασμό και αγάπη ή κάποια άλλη ζωή χρειαζόμαστε τελικά;

            Στην δεύτερη Κυριακή της Σαρακοστής η Εκκλησία μας φέρει στην σκέψη και στην καρδιά έναν λόγο του αποστόλου Παύλου, παρμένο από τους Ψαλμούς του Δαβίδ (101): «οι ουρανοί θα εξαφανιστούν, ενώ εσύ, Κύριε, αιώνια παραμένεις»  (Εβρ.  1,11). Η βεβαιότητα της φθαρτότητας, ότι «παράγει το σχήμα του κόσμου τούτου» είναι δεδομένη. Ακόμη και η επιστήμη το παραδέχεται, ότι όλα έχουν τέλος. Η βεβαιότητα της πίστης όμως είναι ένα δώρο που χαρίζεται σε όλους, αλλά δεν βιώνεται από όλους. Δεν είναι θέμα μόνο αναζήτησης και προβληματισμού. Είναι θέμα καρδιακής απόφασης. Ο ταπεινός άνθρωπος, αυτός που γνωρίζει τα μέτρα του, νιώθει ότι δεν μπορεί να εξηγήσει πολλά από τον κόσμο και την ζωή. Αφήνεται λοιπόν στην πίστη, μπορεί να κλαίει για τον πόνο του κόσμου και τον δικό του, αλλά δεν εγκαταλείπει τον Θεό και την αγάπη Του.

Παρεμβαίνει ο Θεός στο κακό, δίνοντας δύναμη σε όσους Τον εμπιστεύονται, να αντέξουν. Αφήνει ο Θεός και την Εκκλησία να δοκιμάζεται, γιατί η ζωή της Εκκλησίας είναι σταυρός. Οι πιστοί κρίνουν και αποφασίζουν αν θα αφήσουν το κοινωνείν. Τώρα δεν είναι θέμα να χτυπήσει η Εκκλησία την καμπάνα, αλλά να ζητήσουν αυτοί που θέλουν να κρατήσουν στις καρδιές τους τον τρόπο της ζωής της. Προσευχή, νηστεία,  υπομονή, επικοινωνία με κάθε εφικτό τρόπο, καθώς η παγκοσμιοποίηση της εποχής μας έχει δώσει όπλα τα οποία μπορούν οι πιστοί να χρησιμοποιήσουν ώστε να μην χαθεί η κοινωνία. Και η προσευχή και η λατρεία του Θεού, όπως και η κοινωνία του σώματος και του αίματος του Θεού, υπάρχουν τρόποι να μην σταματήσουν. Πρωτίστως όμως τα πάντα χρειάζονται μετάνοια. Χρειάζονται και προσευχή για τον εαυτό μας και για τους άλλους.

200 χρόνια από την Επανάσταση!

200 χρόνια από την Επανάσταση!

«Ξεσηκωθείτε και χτυπάτε, αδέλφια. Ο κόσμος μπορεί να μας πει τρελούς. Μα εμείς, αν δεν ήμασταν τρελοί, δε θα κάναμε την επανάσταση. Καιρός να πάρουμε εκδίκηση για τα τόσα βάσανα και να αποτινάξουμε το ζυγό της σκλαβιάς. Όποιος είναι Χριστιανός και αγαπά την πατρίδα του, ας έρθει μαζί μου. Η νίκη θα είναι δική μας. Ο Θεός υπόγραψε την ελευθερία μας και δεν παίρνει πίσω την υπογραφή του. Εμπρός αδέλφια. Μην ξεχνάτε πως είμαστε Έλληνες και πως τη λευτεριά μας την κερδίζουμε πάντα με αγώνες και αίμα. Μη σκύβετε άλλο πια το κεφάλι στον τύραννο. Ας εναντιωθούμε στη μοίρα μας και ας σπάσουμε με τα σπαθιά μας τις ματωμένες αλυσίδες της σκλαβιάς μας. Ας ορκιστούμε όλοι μαζί, αδέλφια. Ελευθερία ή Θάνατος».  Θ. Κολοκοτρώνης.

-----------------------------------------------------------------------------------------------

«Κι' όσα σηµειώνω τα σηµειώνω γιατί δεν υποφέρνω να βλέπω το άδικον να πνίγη το δίκιον. ∆ια 'κείνο έµαθα γράµµατα εις τα γεράµατα και κάνω αυτό το γράψιµον το απελέκητο, ότι δεν είχα τον τρόπον όντας παιδί να σπουδάξω˙ ήµουν φτωχός κ' έκανα τον υπερέτη και τιµάρευα άλογα κι' άλλες πλήθος δουλειές έκανα να βγάλω το πατρικό µου χρέος, οπού µας χρέωσαν οι χαραµήδες, και να ζήσω κ' εγώ σε τούτην την κοινωνίαν όσο έχω τ' αµανέτι του Θεού εις το σώµα µου. Κι' αφού ο Θεός θέλησε να κάµη νεκρανάστασιν  εις την πατρίδα µου, να την λευτερώση από την τυραγνίαν των Τούρκων, αξίωσε κ' εµένα να δουλέψω κατά δύναµη λιγώτερον από τον χερώτερον πατριώτη µου 'Ελληνα. Γράφουν σοφοί άντρες πολλοί, γράφουν τυπογράφοι ντόπιοι και ξένοι διαβασµένοι για την Ελλάδα ένα πράµα µόνον µε παρακίνησε κ' εµένα να γράψω, ότι τούτην την πατρίδα την έχοµεν όλοι µαζί, και σοφοί και αµαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον µικρότεροι άνθρωποι˙ όσοι αγωνιστήκαµεν, αναλόγως ο καθείς, έχοµεν να ζήσωµεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαµεν όλοι µαζί, "να την φυλάµεν κι' όλοι µαζί και να µην λέγη ούτε ο δυνατός "εγώ", ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγη ο καθείς "εγώ"; 'Οταν αγωνιστεί µόνος του  και φκιάσει, ή χαλάσει, να λέγει εγώ˙ όταν όµως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε "εµείς". Είµαστε εις το "εµείς" κι' όχι εις το "εγώ". Και εις το εξής να µάθωµεν γνώση, αν θέλωµεν να φκιάσωµεν χωριόν, να ζήσωµεν όλοι µαζί. 'Εγραψα γυµνή την αλήθεια, να ειδούνε όλοι οι 'Ελληνες ν' αγωνίζονται δια την πατρίδα τους, δια την θρησκεία τους, να ιδούνε και τα παιδιά µου και να λένε˙ "Εχοµεν αγώνες πατρικούς, έχοµεν θυσίες", αν είναι αγώνες και θυσίες. Και να µπαίνουν σε φιλοτιµίαν και να εργάζωνται εις το καλό της πατρίδας τους, της θρησκείας τους και της κοινωνίας».  Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη.

-----------------------------------------------------------------------------------------------

«Ὅταν ἀποφασίσαμε νὰ κάμωμε τὴν Ἐπανάσταση, δὲν ἐσυλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα, οὔτε πὼς δὲν ἔχομε ἄρματα, οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τὰ κάστρα καὶ τὰς πόλεις, οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νὰ πολεμήσετε μὲ σιταροκάραβα βατσέλα», ἀλλὰ ὡς μία βροχὴ ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καὶ ὅλοι, καὶ ὁ κλῆρος μας καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ πεπαιδευμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτὸ τὸ σκοπὸ καὶ ἐκάμαμε τὴν Ἐπανάσταση.

Νὰ μὴν ἔχετε πολυτέλεια, να μὴν πηγαίνετε εἰς τοὺς καφενέδες καὶ τὰ μπιλιάρδα. Νὰ δοθεῖτε εἰς τὰς σπουδάς σας καὶ καλύτερα νὰ κοπιάσετε ὀλίγον, δύο καὶ τρεῖς χρόνους καὶ νὰ ζήσετε ἐλεύθεροι εἰς τὸ ἐπίλοιπο τῆς ζωῆς σας, παρὰ νὰ περάσετε τέσσαρους – πέντε χρόνους τὴ νεότητά σας, καὶ να μείνετε ἀγράμματοι. Νὰ σκλαβωθεῖτε εἰς τὰ γράμματά σας. Νὰ ἀκούετε τὰς συμβουλὰς τῶν διδασκάλων καὶ γεροντοτέρων, καὶ κατὰ τὴν παροιμία, «μύρια ἤξευρε καὶ χίλια μάθαινε». Ἡ προκοπή σας καὶ ἡ μάθησή σας νὰ μὴν γίνῃ σκεπάρνι μόνο διὰ τὸ ἄτομό σας, ἀλλὰ να κοιτάζῃ τὸ καλὸ τῆς κοινότητος, καὶ μέσα εἰς τὸ καλὸ αὐτὸ εὑρίσκεται καὶ τὸ δικό σας.

Εἰς ἐσᾶς μένει νὰ ἰσάσετε καὶ νὰ στολίσετε τὸν τόπο, ὁποὺ ἡμεῖς ἐλευθερώσαμε· καί, διὰ νὰ γίνῃ τοῦτο, πρέπει νὰ ἔχετε ὡς θεμέλια της πολιτείας τὴν ὁμόνοια, τὴν θρησκεία, τὴν καλλιέργεια τοῦ θρόνου καὶ τὴν φρόνιμον ἐλευθερία».

Θ. Κολοκοτρώνης, ομιλία στους νέους.

-----------------------------------------------------------------------------------------------

Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός απευθύνεται προς τους γονείς

«Και εσείς, γονείς, να παιδεύετε τα παιδιά σας εις τα χριστιανικά ήθη, να τα βάνετε να μανθάνουν γράμματα. Να κάμετε τρόπον εδώ εις την χώραν σας διά σχολείον, να βρήτε έναν διδάσκαλον να τον πληρώνετε να σας μαθαίνη τα παιδιά σας, ότι αμαρτάνετε πολύ να τα αφήνετε αγράμματα και τυφλά. Και μη μόνον φροντίζετε να τους αφήσετε πλούτη και υποστακτικά και μετά τον θάνατον σας να τα τρων και να τα πίνουν και να σας οπισωλογούν. Καλύτερα να τα αφήνετε πτωχά και γραμματισμένα, παρά πλούσια και αγράμματα».

Λίγα λόγια για το θέμα του μήνα.

Εορτάζουμε φέτος την επέτειο των 200 χρόνων από την κήρυξη της επαναστάσεως, που έφερε την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό και τη σύσταση του Ελληνικού κράτους. Οι συνθήκες όμως που επικρατούν στην κοινωνία μας δεν είναι αυτές που θα ταίριαζαν σε μια τέτοια επέτειο.   

Και αυτό δεν έχει να κάνει με τα όσα σχετίζονται με την επιδημία του κορωναϊού, αλλά με την κατάσταση που δημιουργήσαμε ή επιτρέψαμε να δημιουργηθεί αμέσως μετά την επανάσταση, αυτό που περιγράφει ο στρατηγός Μακρυγιάννης: «το άδικο να πνίγει το δίκαιο», ο καθένας να λέει το «εγώ» και να ζει μόνο για το εγώ και όχι για το “εμείς”, για το καλό της πατρίδας, της κοινωνίας.

Μάθαμε να ζούμε στην πολυτέλεια, να καλοπερνάμε στα «καφενεία και τα μπιλιάρδα» που έλεγε ο Κολοκοτρώνης, μείναμε αγράμματοι, ακαλλιέργητοι πνευματικά, και καταλήξαμε αγνώμονες να ξεπουλάμε τα υποστατικά και τα πλούτη των προγόνων μας -υποθηκεύσαμε τον πλούτο της χώρας μας- για να  τρώμε και να πίνουμε και να «περνάμε καλά»!

Γιορτάζουμε 200 χρόνια ΑΠΟ την επανάσταση, ενώ θα έπρεπε να γιορτάζουμε 200 χρόνια ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ!

200 χρόνια επανάσταση ενάντια στην αδικία, στον ατομισμό, στην τεμπέλικη καλοπέραση, στη βόλεψη!

200 χρόνια επανάσταση για ομόνοια, φρόνιμη ελευθερία, φιλότιμη εργασία για το καλό της πατρίδας και της κοινωνίας, καλλιέργεια στο ήθος του Χριστού, εκπαίδευση στις τέχνες και τα γράμματα, παιδεία στις συναναστροφές.

Ζούμε μια περίοδο παραλογισμού. Φοβόμαστε τον θάνατο, αλλά νομιμοποιούμε την ευθανασία, κατηγορούμε όσους δεν μας προφυλάσσουν από τον κίνδυνο της αρρώστιας αλλά μιλάμε για αυτοδιάθεση και δικαίωμα της γυναίκας στην έκτρωση, έχουμε πανεπιστήμια που δίνουν επιστημονικές γνώσεις αλλά θέλουμε αστυνομία για να τα φυλάει από τους φοιτητές, κοπτόμαστε για παιδεία ακόμη και με τηλε-εκπαίδευση αλλά έχουμε μείνει τυφλοί πνευματικά και λειτουργικά αναλφάβητοι, αισθανόμαστε αποτροπιασμό για τους κάθε λογής βιασμούς αλλά απορρίψαμε τον δρόμο του Χριστού ως πουριτανισμό.

Καιρός να διδαχθούμε από τους προγόνους μας, να μελετήσουμε και να ακολουθήσουμε το πνεύμα και το ήθος τους που τους έφερε στην αυτοθυσία. «Θέλει Αρετή και Τόλμη η Ελευθερία» μας λέει ο Ανδ. Κάλβος. Θέλει Επανάσταση κατά του κακού εαυτού μας, θέλει απεξάρτηση από τα πάθη μας, θέλει αγώνα μετανοίας!            

Και αυτό δεν έχει να κάνει με τα όσα σχετίζονται με την επιδημία του κορωναϊού, αλλά με την κατάσταση που δημιουργήσαμε ή επιτρέψαμε να δημιουργηθεί αμέσως μετά την επανάσταση, αυτό που περιγράφει ο στρατηγός Μακρυγιάννης: «το άδικο να πνίγει το δίκαιο», ο καθένας να λέει το «εγώ» και να ζει μόνο για το εγώ και όχι για το “εμείς”, για το καλό της πατρίδας, της κοινωνίας.

Μάθαμε να ζούμε στην πολυτέλεια, να καλοπερνάμε στα «καφενεία και τα μπιλιάρδα» που έλεγε ο Κολοκοτρώνης, μείναμε αγράμματοι, ακαλλιέργητοι πνευματικά, και καταλήξαμε αγνώμονες να ξεπουλάμε τα υποστατικά και τα πλούτη των προγόνων μας -υποθηκεύσαμε τον πλούτο της χώρας μας- για να  τρώμε και να πίνουμε και να «περνάμε καλά»!

Γιορτάζουμε 200 χρόνια ΑΠΟ την επανάσταση, ενώ θα έπρεπε να γιορτάζουμε 200 χρόνια ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ!

200 χρόνια επανάσταση ενάντια στην αδικία, στον ατομισμό, στην τεμπέλικη καλοπέραση, στη βόλεψη!

200 χρόνια επανάσταση για ομόνοια, φρόνιμη ελευθερία, φιλότιμη εργασία για το καλό της πατρίδας και της κοινωνίας, καλλιέργεια στο ήθος του Χριστού, εκπαίδευση στις τέχνες και τα γράμματα, παιδεία στις συναναστροφές.

Ζούμε μια περίοδο παραλογισμού. Φοβόμαστε τον θάνατο, αλλά νομιμοποιούμε την ευθανασία, κατηγορούμε όσους δεν μας προφυλάσσουν από τον κίνδυνο της αρρώστιας αλλά μιλάμε για αυτοδιάθεση και δικαίωμα της γυναίκας στην έκτρωση, έχουμε πανεπιστήμια που δίνουν επιστημονικές γνώσεις αλλά θέλουμε αστυνομία για να τα φυλάει από τους φοιτητές, κοπτόμαστε για παιδεία ακόμη και με τηλε-εκπαίδευση αλλά έχουμε μείνει τυφλοί πνευματικά και λειτουργικά αναλφάβητοι, αισθανόμαστε αποτροπιασμό για τους κάθε λογής βιασμούς αλλά απορρίψαμε τον δρόμο του Χριστού ως πουριτανισμό.

Καιρός να διδαχθούμε από τους προγόνους μας, να μελετήσουμε και να ακολουθήσουμε το πνεύμα και το ήθος τους που τους έφερε στην αυτοθυσία. «Θέλει Αρετή και Τόλμη η Ελευθερία» μας λέει ο Ανδ. Κάλβος. Θέλει Επανάσταση κατά του κακού εαυτού μας, θέλει απεξάρτηση από τα πάθη μας, θέλει αγώνα μετανοίας!           

Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

Η Πίστη

 «Πίστει Μωυσῆς μέγας γενόμενος ἤρνήσατο λέγεσθαι υἱός θυγατρός Φαραώ, μᾶλλον ἑλόμενος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ἤ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν» (Ἑβρ. 11, 24-25)

«Με την πίστη ο Μωυσής, όταν πια μεγάλωσε, αρνήθηκε να ονομάζεται γιος της κὀρης του Φαραώ. Προτίμησε να υποφέρει μαζί με τον λαό του Θεού, παρά να απολαμβάνει την πρόσκαιρη αμαρτωλή ζωή»

       
            Η Ορθοδοξία μας είναι μία αλληλουχία γεγονότων πίστης, που ξεκινούν από την Παλαιά Διαθήκη και φτάνουν μέχρι την εποχή μας, αλλά δεν θα σταματήσουν εν χρόνω, καθώς η πορεία μας είναι προς την αιωνιότητα. Η Εκκλησία προβάλλει στην πνευματική της καθημερινότητα τα πρόσωπα που έζησαν την πίστη, καθώς αυτή δεν είναι μία αφηρημένη ιδέα ή μία σειρά επιχειρημάτων θεολογικοφιλοσοφικών, αλλά τα πρόσωπα που έζησαν την παρουσία του Αποκεκαλυμμένου Θεού στην Δημιουργία, τη Ιστορία και την προσδοκία των εσχάτων. Τα πρόσωπα αυτά όμως δεν είναι αυτόνομα. Δεν είναι αυτόφωτα. Δεν είναι απομονωμένα από την παράδοση, αλλά είναι ενταγμένα οργανικά σ’ αυτήν. Και η παράδοση σαρκώνεται στο σώμα του Χριστού που είναι η Ζωή και δίνει ζωή, στην Εκκλησία μας. Εκτός Εκκλησίας η μαρτυρία των προσώπων είναι οι ιδέες και η ζωή κάποιων που διακρίθηκαν, αλλά δεν σώζουν ούτε σώζονται, δεν βλέπουν Θεού πρόσωπο, καθώς μόνο εν κοινωνία βρίσκεται η αλήθεια και η αλήθεια βρίσκεται εν κοινωνία. Στην Εκκλησία τα πρόσωπα που πιστεύουν συναντούν και άλλα τέτοια πρόσωπα. Και όλα μαζί τον Χριστό καταδεικνύουν και διά του Χριστού σώζονται. Και όποιος πιστεύει στον Χριστό, γνωρίζει τον Πατέρα και φωτίζεται από το Άγιο Πνεύμα, δηλαδή ομολογεί τον Τριαδικό Θεό!

            Ο απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος στους συμπατριώτες του Ιουδαίους, φέρει ως παράδειγμα αυτής της πίστης, μεταξύ άλλων, τον θεόπτη Μωυσή, αυτόν που έβγαλε τους Ιουδαίους από την δουλεία των Αιγυπτίων, τους οδήγησε στο πέρασμα, το Πάσχα της Ερυθράς θαλάσσης, τους έδωσε τον Νόμο, τους οδήγησε προς την γη της Επαγγελίας. Ο θεόπτης δεν νοείται εκτός του λαού. Μάλιστα, η πίστη τον έκανε να περνά όλες τις κακουχίες που πέρασε ο λαός στην δουλεία, στην έρημο, στους πολέμους, στην πείνα, στην δίψα. Κοινώνησε μαζί τους την χαρά και την λύπη. Και προτίμησε να πάρει επάνω του την αμαρτία της συχνής απιστίας του λαού του, παρά να τον αφήσει να πληρώσει γι ’αυτήν και να μην αξιωθεί να εισέλθει στο ποθούμενο, στην γη της επαγγελίας. Τόση ήταν η αγάπη για τον λαό του. Προτίμησε ακόμη να μην αποκληθεί γιός της θυγατέρας του Φαραώ, η οποία τον έσωσε από το ποτάμι όταν ήταν βρέφος, τον μεγάλωσε με όλα τα προνόμια ενός πρίγκιπα, του έδωσε την ευκαιρία να γίνει αξιωματούχος, μέγας και τρανός στην Αίγυπτο, αρκεί να απαρνιόνταν τους συμπατριώτες του, να αλλάξει ταυτότητα και να ζήσει την ζωή του.

            Αυτό είναι η πίστη. Ένα ξεβόλεμα από τους πειρασμούς και τα ταξίματα του κόσμου τούτου. Μία επιλογή κακουχίας, αγώνα, πνευματικής πάλης, αλλά και συμπόρευσης με ένα σώμα που πολλές φορές δεν ξέρει τι ζητά. Με συνανθρώπους που λένε ότι πιστεύουν, αλλά γκρινιάζουν και μεμψιμοιρούν. Που αρνιούνται την αγάπη του Θεού και την αγάπη στον συνάνθρωπο, χάριν των δικών τους ιδεών και αντιλήψεων. Κυρίως όμως η άρνηση του συσχηματισμού με έναν πολιτισμό που τα προσφέρει όλα, δόξα, ηδονή, αναγνώριση, μετοχή σε άλλες πραγματικότητες, λογική, επιτεύγματα, πρόοδο, αρκεί να αρνηθούμε την ταυτότητά μας: ότι κληθήκαμε να πιστεύουμε, δηλαδή να αγαπούμε, να είμαστε αληθινοί, να αγωνιζόμαστε ασκητικά να ζήσουμε ένα αλλιώτικο μέτρο.

            Η πίστη είναι εξορία από το πνεύμα του κόσμου και ταξίδι στην έρημο ενός Σινά που έχει λίγες παρηγοριές. Όπως ο Μωυσής έκανε οικογένεια, μοιράστηκε ως άνθρωπος αυτά που η φύση μας ορίζει, ησύχασε για λίγο, αλλά στην συνέχεια ανέλαβε μία αποστολή να αφήσει έξω ό,τι δικό του, όπως έβγαλε τα παπούτσια του ενώπιον της φλεγομένης βάτου, και να κρατήσει μόνο τον Θεό στην καρδιά του, ό,τι κι αν αυτό του κόστισε, να κοπιάσει, να νικήσει κάθε φόβο, κάθε ορθολογισμό, αλλά και την μοναξιά να είναι ο μόνος που γνώριζε τι ο Θεός ήθελε, έτσι κι εμείς καλούμαστε, χωρίς κατ’ ανάγκην να αφήσουμε τις ανθρώπινες παρηγοριές, να κρατήσουμε τον Θεό στην καρδιά μας, να νικήσουμε φόβους και ορθολογισμούς, αλλά και την μοναξιά να είναι η ζωή μας κάποτε χωρίς συμπαραστάτες. Ο Θεός όμως ακούει, όπως λαλούσε ενώπιος ενωπίω με τον Μωυσή.

            Η πίστη είναι πορεία μέχρι τέλος. Ακόμη και στην ήττα του χρόνου και του θανάτου, αυτός που πιστεύει αφήνεται στον Θεό και την χάρη του, όπως έκανε ο Μωυσής, ακόμη κι αν ο αγώνας φαίνεται για τον κόσμο αδικαίωτος. Ακόμη κι αν η ταφή του γίνεται έξω της γης της επαγγελίας, ακόμη κι αν ο λόγος του θα λησμονηθεί, θα παραποιηθεί, όπως ο μωσαϊκός νόμος από τους Εβραίους οι οποίοι τον έκαναν τυπολατρία και διατάξεις γραμματέων, η ουσία της ζωής θα παραμείνει αδιάφθορη: ο δεκάλογος σημάδεψε την πορεία του κόσμου, το Πάσχα της Ερυθράς θάλασσας γιορτάζεται, αλλά ο άνθρωπος δεν σώζει. Έπρεπε να έρθει ο Χριστός, για να αποκτήσουν αυτά την πληρότητά τους. Έτσι είναι και η ζωή κάθε χριστιανού. Μία προσδοκία Χριστού που τον κάθε κόπο θα τον νοηματοδοτήσει και θα του δώσει πληρότητα!

            Εορτάζοντας την Ορθοδοξία, ας μην λησμονούμε ότι η πίστη περνά από τα πρόσωπα και ας γίνει ο καθένας και η καθεμιά μας ένας τέτοιος κρίκος, μέλος του σώματος του Χριστού, συνοδοιπόρος στην πορεία της βασιλείας! Είναι το νόημα που αλλάζει την ζωή μας! Ας το παλέψουμε στην Εκκλησία!

                                                                                                                                (π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός)

Σάββατο 13 Μαρτίου 2021

«Ευσχημόνως περιπατήσωμεν»

 

«Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μή κώμαις καί μέθαις, μή κοίταις καί ἀσελγείαις, μή ἔριδι καί ζήλῳ» (Ρωμ. 13, 13)

«Η διαγωγή μας ας είναι κόσμια, τέτοια που ταιριάζει στο φως. Ας πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη και ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες και οι φθόνοι».

 

        Η περίοδος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι μία ευλογημένη περίοδος και ανασύνταξης των πνευματικών μας δυνάμεων και αυτογνωσίας. Είναι μια πορεία για τον άνθρωπο που έχει αποφασίσει να λέει ΝΑΙ στον Θεό και τον συνάνθρωπο, ΝΑΙ στην αγάπη, ΝΑΙ σε μία πορεία που βλέπει την ζωή με χαρά και αισιοδοξία, που βγάζει ό,τι καλό από μέσα και το μοιράζεται με τους άλλους. Αυτός ο τρόπος ζωής συνδυάζεται με την νηστεία, η οποία για την πίστη είναι χαροποιός. Δεν είναι μόνο η αλλαγή διατροφής. Είναι η επιλογή ότι κάνοντας υπακοή στην Εκκλησία ζούμε την οδό της χαράς, διότι έχουμε σημείο αναφοράς, την πίστη, διότι διαπλέουμε ένα πέλαγος στο οποίο το λιμάνι είναι η Ανάσταση, ακόμη κι αν οι φουρτούνες είναι πολλές.

       Στο ξεκίνημα όμως αυτής της πορείας, η Εκκλησία διά του Αποστόλου Παύλου, μας προτρέπει να δούμε τόσο εντός μας όσο και στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους, το ήθος που μας διακρίνει. Ζητά από μας να περπατούμε «ευσχημόνως». Ως άλλοι «ευσχήμονες» Ιωσήφ, χωρίς θόρυβο, παρόντες την κρίσιμη ώρα όταν οι άλλοι φοβούνται και κρύβονται, με σεμνότητα και σταθερότητα, να είμαστε έτοιμοι να ζητήσουμε τον Χριστό. Προϋπόθεση το να αφήσουμε πίσω ό,τι μας χωρίζει από την αγάπη Του.

     «Ευσχημόνως περιπατήσωμεν». Να αφήσουμε πίσω τα φαγοπότια και τα άσκοπα γέλια, την διακωμώδηση που αυτά φέρνουν, όπως επίσης και την μέθη. Δεν ζητά η Εκκλησία να μην φάμε και να μην πιούμε. Ζητά από εμάς το μέτρο. Να τρώμε για να ζούμε και όχι να ζούμε για να τρώμε. Δεν ζητά η Εκκλησία να μην συναντούμε τους συνανθρώπους μας στην τροφή. Ζητά να μην γελάμε με την αμαρτία και την πτώση των άλλων, να μην είναι η γλώσσα μας πικρή, να μην είναι η συνάντησή μας χωρίς κοινωνία, χωρίς αφήγηση και συζήτηση για τα ουσιώδη της ζωής, για τον Θεό, τον άνθρωπο, την αλήθεια, την αιωνιότητα. Το έχουμε λησμονήσει αυτό στις συνάξεις μας οι άνθρωποι. Εκκοσμικευμένοι και αδύναμοι να επικοινωνήσουμε, έχουμε αφήσει την χαρά και διαλέγουμε την ευχαρίστηση. Ο θόρυβος της μουσικής και του χορού δεν μας αφήνει να συζητήσουμε, να μοιραστούμε τα προβλήματα και τους προβληματισμούς μας, τις ελπίδες και τα άγχη μας. Γι’ αυτό και η νηστεία ας είναι ευκαιρία αληθινής επικοινωνίας.

     «Ευσχημόνως περιπατήσωμεν». Ας πάψει η ασύδοτη και η ακόλαστη ζωή, μας προτρέπει ο απόστολος Παύλος. Η Εκκλησία δεν έχει πάψει να ζητά αγάπη μεταξύ των ανθρώπων. Η Εκκλησία ευλογεί την συνάντηση των ανθρώπων ως προσώπων, ως ψυχοσωματικών υπάρξεων. Ζητά από εμάς όμως να μην απολυτοποιούμε το σώμα, αλλά να το συγκρατούμε, χάριν Θεού. Να κάνουμε άσκηση. Να ελέγχουμε την πορεία μας. Να βάζουμε μέτρο. Αλλά και να δούμε τους εαυτούς μας, ιδίως στους καιρούς μας, οπότε και θριαμβεύει η σαρκική επιθυμία, ιδίως με την πρόκληση της εικόνας. Ντύσιμο, σεμνότητα, αποκοπή από θεάματα που ξεσηκώνουν την ύπαρξη, έλεγχος του λογισμού όταν βλέπει τον άλλο ως αντικείμενο, ως σάρκα, είτε στην κανονική είτε στην εικονική πραγματικότητα, αστάθεια στις σχέσεις μας, σταμάτημα της πρόταξης να είμαστε σαρκικοί άνθρωποι. Η πνευματικότητα προϋποθέτει θέαση της αγάπης ως εισόδου στην αιωνιότητα. Η πνευματικότητα είναι προσευχή και ζήτηση του Θεού και θέαση του ανθρώπου ως βοηθού μας στην πορεία αυτή, όχι ως μοναδικής προτεραιότητας.

       «Ευσχημόνως περιπατήσωμεν». Να αρνηθούμε τις φιλονικίες και τους φθόνους, δηλαδή τα παιχνίδια εξουσίας για το ποιος έχει δίκιο, όπως επίσης και την άρνησή μας να αποδεχτούμε τον άλλον με τα χαρίσματά του ως πηγή χαράς. Ο φθόνος πηγάζει από την ανασφάλειά μας και την ζήλεια μας, από μία συνεχή σύγκρισή μας με τους άλλους, η οποία δεν έχει νόημα, διότι κάθε χάρισμα και κάθε δωρεά είναι από τον Θεό. Άλλα έχουμε εμείς, άλλα ο άλλος. Η φιλονικία πάλι πηγάζει από ένα αίσθημα ότι πρέπει να δικαιωθούμε και να επικρατήσουμε τόσο ως πρόσωπα όσο και ως προς τις θέσεις μας για την ζωή και τους άλλους και αυτό μπορεί να γίνει με φωνές, με ύβρεις, με θυμό, με οργή, δηλαδή με τον τρόπο της εξουσίας.  Η οδός της πίστης προϋποθέτει απέκδυση και των δύο αυτών καταστάσεων.

      Ας κάνουμε την αυτοκριτική μας αυτό το ευλογημένο διάστημα. Ας στραφούμε στον έσω άνθρωπο. Με το «ευσχημόνως περιπατήσωμεν» ας γίνουμε έτοιμοι για τα ουσιώδη. Ας αγαπήσουμε και ας προχωρήσουμε με ταπείνωση και εμπιστοσύνη στον Θεό και, κυρίως, ας είμαστε συνειδητά μέλη της  ζωή της Εκκλησίας, όχι για να επανέλθουμε μετά το Πάσχα στην προτέρα κατάσταση, αλλά για να εισέλθουμε σε έναν δρόμο στον οποίο θα μπορούμε να εκτιμούμε τι στην πραγματικότητα δίνει αληθινή χαρά, από τι ζούμε, που για μας είναι ο Θεός!

 

Σάββατο 6 Μαρτίου 2021

"ἡ γνῶσις φυσιοῖ, ἡ δέ ἀγάπη οἰκοδομεῖ»

 

«Βλέπετε δέ μήπως ξουσία μν ατη πρόσκομμα γένηται τος σθενοσιν» (Α’ Κορ. 8,9)

«Προσέξετε  μήπως το ελεύθερο δικαίωμά σας γίνει αιτία να σκοντάψουν και να πέσουν εκείνοι που η πίστη τους είναι αδύνατη».

 

            Ο απόστολος Παύλος είχε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της κατανάλωσης των ειδωλόθυτων. Στην Κόρινθο οι χριστιανοί είχαν χωριστεί σε δύο παρατάξεις. Αυτοί που δεν είχαν πρόβλημα να αγοράσουν και να φάνε τα υπόλοιπα των κρεάτων των ειδωλολατρικών θυσιών και όσοι σκανδαλίζονταν. Οι πρώτοι ισχυρίζονταν ότι γνώριζαν πως δεν υπάρχει κανένα  είδωλο στον κόσμο και επομένως η όποια θυσία ήταν στο τίποτα. Άρα η κατανάλωση των βρωμάτων δεν εμπεριείχε κανέναν κίνδυνο ηθικό και πνευματικό, ούτε αποτελούσε παραβίαση κάποιας εντολής του Θεού. Ο Παύλος δέχεται την επιχειρηματολογία της γνώσης τους, αλλά τους τονίζει με εξαιρετική λιτότητα το περίφημο "ἡ γνῶσις φυσιοῖ, ἡ δέ ἀγάπη οἰκοδομεῖ» («η γνώση φουσκώνει τον άνθρωπο με υπεροψία απέναντι στους άλλους, ενώ η αγάπη οικοδομεί» Α’ Κορ. 8, 2).  Δεν είναι τελικά η γνώση που προέχει, αλλά η αγάπη που οικοδομεί.

            Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει είναι το: ποιός έχει τη γνώση; Συνήθως όλοι απαντάμε ότι «εγώ ξέρω», άρα όλοι έχουμε γνώση και οι άλλοι (ποιοί είναι αυτοί;) πρέπει να υπακούσουν.  Οπότε, συνειδητοποιούμε ότι η γνώση έχει να κάνει με τον βαθύτερο εαυτό μας, άρα πρέπει να την αναζητάμε και όσα θα μαθαίνουμε θα μας κάνουν να καταλαβαίνουμε ότι απέχουμε πολύ από την γνώση.

Όσο, λοιπόν θα αναζητούμε την καλύτερη γνώση του εαυτού μας θα πρέπει να απαντήσουμε και στα ερωτήματα που αφορούν την ψυχή μας. Τί  γίνεται μετά το θάνατο; Χάνετε, υπάρχει;  Αναζητώντας λοιπόν, θα βρει το δρόμο του και θα συνειδητοποιήσει ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τα πάντα με το νου. 

Ακόμη, θα κατανοήσει πως  υπάρχουν και εκείνοι οι οποίοι δεν θα αποδέχονται την γνώση και αυτόν που την κατέχει, είτε διότι η σκέψη τους είναι αδύναμη και δεν μπορεί να φτάσει στην δύναμη του σοφού και συνετού είτε διότι δεν θέλουν, για λόγους αντιπάθειας, εχθρότητας, φθόνου, κακού λογισμού να αποδεχτούν  αυτόν που γνωρίζει και ό,τι γνωρίζει. Εκεί ο κατά Χριστόν άνθρωπος οφείλει να σεβαστεί την ελευθερία των άλλων και την ίδια στιγμή να προσπαθήσει, με αγάπη και διάκριση, να βρει  τρόπο είτε να πείσει είτε να μην προκαλέσει την λύπη και τον σκανδαλισμό τους.

Ο απόστολος Παύλος ζητά την αγάπη που οικοδομεί. Τη αγάπη που ανοίγεται. Που συγκαταβαίνει. Την αγάπη που παραιτείται από δικαιώματα, ώστε να μην φέρει σε δύσκολη θέση τον άλλον. Η ανοιχτή καρδιά και ο ανοιχτός νους τελικά από κει φαίνονται. Από τον τρόπο που προσλαμβάνουμε τους άλλους. Από την τρυφερή διακριτικότητα και την ήρεμη απόπειρα πειθούς. Αν ο άλλος εμπιστευτεί το πρόσωπο, θα δει σιγά-σιγά ότι η τυπολατρία και η απολυτότητα δεν είναι η βάση της αλήθειας. Και ο διάβολος μας κάνει στο όνομα των όποιων ιδεών, στο όνομα του όποιου δίκιου, να αμφισβητούμε πρωτίστως τα πρόσωπα, ώστε να μην μπορούμε ποτέ να συνυπάρξουμε αγαπητικά.

Εν όψει της Μεγάλης Τεσσαρακοστής η Εκκλησία μας προτρέπει να γίνουμε πιο διακριτικοί και πιο αγαπητικοί, αφήνοντας στην άκρη ακόμη και το δίκιο μας, προκειμένου να συνυπάρξουμε με ειρήνη και υπομονή με τους άλλους. Η ενότητα προηγείται!