Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ 82

Τ0 ΨΑΡΙ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΥ
Σ' ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί ζούσε προ ετών ένας ιερέας ευλαβέστατος. Η ψυχούλα του ήταν γεμάτη στοργή για το ποίμνιό του και ειδικά για τους πονεμένους. Έφτασε όμως η μέρα που δοκιμάστηκε κι εκείνος και πόνεσε πολύ.
Η κόρη του, μια εξαιρετική κοπέλα, είχε παντρευτεί πρόσφατα μ' ένα νοικοκυρεμένο παλικάρι. Έφτασε, λοιπόν, ο καιρός να φέρει στον κόσμο το πρώτο παιδάκι της. Κατά τον τοκετό όμως, πέθανε! Πήγε Μάρτυρας να συναντήσει τον Πλάστη της, αφήνοντας πολύ πόνο πίσω της.
Ο ιερέας πατέρας της πόνεσε κι αυτός πολύ στο χωρισμό, αλλά με ακλόνητη Πίστη στο Θεό πρόσφερε δοξολογία στο άγιο όνομά Του. Την αγάπη του δε, για την θυγατέρα του εξέφραζε με θερμές προσευχές για την ψυχή της και με κρυφές ελεημοσύνες.
Ο ιερέας είχε έναν αδελφό καπετάνιο που, απόμαχος πια της θάλασσας, είχε γίνει στεριανός για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του. Είχε δημιουργήσει περιουσία κι απολάμβανε πλέον τους κόπους του. Δυστυχώς, όμως, ήταν σχεδόν άπιστος, παρ' όλο που είχε καλή καρδιά. Τα βραδάκια, όταν μαζεύονταν στο φιλόξενο σπίτι του παπά μαζί με μερικούς φίλους, κάποιους αγαθούς νησιώτες που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην εκκλησία, έπιναν το ζεστό τους φασκόμηλο και κουβέντιαζαν. Ο καπετάνιος ένα βράδυ ειρωνεύτηκε τον ιερέα και του είπε:
- Σιγά καημένε παπά, μην υπάρχει άλλη ζωή και σε βλέπει η κόρη σου τι λέμε και τι κάνουμε!
Ο ιερέας με πραότητα προσπάθησε να τον βοηθήσει ν' αποβάλει την απιστία, γιατί ήξερε πως κατά βάθος υπέφερε η ψυχή του μέσα στη θανατερή παγωνιά της. Εκείνος, όμως, δε φάνηκε να επηρεάζεται.

Ένα βράδυ, λοιπόν, ο ιερέας βλέπει τη θυγατέρα του στον ύπνο του. Ήταν ολόφωτη. Λευκοντυμένη, χαρούμενη, και του λέει: "Πατέρα, σ' ευχαριστώ για όλα. Για την αγάπη σου, τις προσευχές σου, και τις ελεημοσύνες που κάνεις για την ψυχή μου. Πες, σε παρακαλώ, και στον θείο μου (τον καπετάνιο) ότι τον ευχαριστώ για το ψάρι που μού 'στειλε!".
Αυτά είπε κι ενώ χαμογελούσε αγγελικά, τ' όνειρο έσβησε.

Ο ιερέας, όταν σηκώθηκε το πρωί, αισθανόταν μεγάλη χαρά και συγκίνηση.
Το βράδυ διηγήθηκε τ' όνειρο στη συντροφιά. Όλοι συγκινήθηκαν, μόνο ο καπετάνιος κοιτούσε δύσπιστα τον αδελφό του. Όταν όμως του είπε ότι η ανιψιά του τον ευχαριστεί για το ψάρι που της έστειλε, κι ότι δεν μπορεί να εξηγήσει αυτά τα λόγια της, ο καπετάνιος τινάχθηκε όρθιος. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα και τα χέρια του άρχισαν να τρέμουν. Απ' το στόμα του βγήκε η κρυφή Πίστη της καρδιάς του:
- "Θεέ μου!", ψιθύρισε και μια κοίταζε τον ένα και μια τον άλλον σαστισμένος.

Όλοι τον ρώτησαν τι συνέβαινε. Γιατί τόση ταραχή, γιατί τόση συγκίνηση; Εκείνος, όταν συνήλθε κάπως, ξανακάθισε στην καρέκλα του και χωρίς να εμποδίζει τα δάκρυά του να τρέχουν στο ηλιοψημένο πρόσωπό του, τους είπε με ταπεινή φωνή: "- Ναι, είναι αλήθεια, ζουν οι ψυχές και μας βλέπουν! Ανήμερα στην κηδεία της ετοιμαζόμουν να κατέβω στην εκκλησία, όπου θα την διαβάζατε. Είχα πολύ πόνο μέσα μου. Το ξέρεις, παπά, πόσο αγαπούσα αυτή τη θυγατέρα σου. Ήταν πάντα άγγελος.
Εκείνη τη στιγμή έφθασε ένας φίλος μου ψαράς κάτω απ' τον πέρα γιαλό. Τούχα πει πως, όταν έπιανε καλό ψάρι να μου τό 'φερνε κι εγώ θα το πλήρωνα όσο- όσο. Όμως, εκείνη την ώρα του πόνου για την απώλεια της ανιψιάς μου, με νευρίασε ακόμη κι η παρουσία του, καθώς κρατούσε το ροφό κρεμασμένο στο πλάι του. Του είπα λοιπόν απότομα:
- Δε θέλω ψάρια σήμερα, δεν θέλω τίποτε. Σήμερα κηδεύω την ανιψιά μου!
Ο άνθρωπος όταν τ' άκουσε πάγωσε και με κοίταζε αμίλητος. Τον λυπήθηκα και του είπα:
- Όμως, να, στο πληρώνω και συ δώστο σε κανένα φτωχό για την ψυχή της!
Εκείνος πήρε τα χρήματα, με συλλυπήθηκε κι έφυγε γρήγορα. Το περιστατικό αυτό δεν τό 'πα σε κανέναν και το είχα ξεχάσει. Αλλά η ψυχούλα της δεν το ξέχασε και μού 'στειλε τις ευχαριστίες της", είπε και σκούπισε με την ανάστροφη του χεριού του τα δάκρυά του. Μετά χαμογέλασε γλυκά, μα τόσο γλυκά! Μέσα σ' αυτό το χαριτωμένο χαμόγελο ο ιερέας διέκρινε το γλυκοχάραμα της αναγεννημένης Πίστεώς του. Η νύχτα της απιστίας έφυγε.
Λίγα λόγια για το θέμα του μήνα.

Μέσα στην αναστάσιμη περίοδο του Πεντηκοσταρίου που διανύουμε, όπου η χαρά της Αναστάσεως του Χριστού, άλλοτε επισκιάζεται από το άγχος και τις δυσκολίες της καθημερινότητας, άλλοτε πάλι αμφισβητείται από την έντονη παρουσία του θανάτου που εξακολουθεί να αρπάζει αγαπημένα μας πρόσωπα, θεωρώ ότι η ιστορία που προηγήθηκε μας δείχνει ακριβώς το τι είναι η Ανάσταση.
Ανάσταση είναι η πίστη στην αθανασία της ψυχής. Δεν χάνονται, δεν εξαφανίζονται αυτοί που φεύγουν από την παρούσα ζωή. Βρίσκονται σε μια «άλλη διάσταση», μπορεί να μην τους βλέπουμε, να μην τους αισθανόμαστε με τις σωματικές αισθήσεις μας, αλλά αυτοί και μας παρακολουθούν και αισθάνονται τα αισθήματά μας προς το πρόσωπό τους.
Ανάσταση είναι η συμμετοχή μας στη ζωή της Εκκλησίας, όπου ζώντες και κεκοιμημένοι συνυπάρχουν. Οι ζώντες προσεύχονται για τις ψυχές των κεκοιμημένων και η θριαμβεύουσα εκκλησία μεσιτεύει στο Θεό για τους αγωνιζομένους στην παρούσα ζωή. Άλλωστε σε κάθε θεία Λειτουργία οι μερίδες των ψυχών (τα ψίχουλα της λειτουργιάς που βγάζει ο ιερέας στην προσκομιδή όταν μνημονεύει τα ονόματα) και των μεν και των δε, βρίσκονται δίπλα στο σώμα του Χριστού και ενώνονται μεταξύ τους και με Τίμιο Αίμα του Χριστού στο Άγιο Ποτήριο.
Ανάσταση είναι η εφαρμογή του νόμου της αγάπης. Η συγχωρητικότητα, η ταπείνωση, η ελεημοσύνη, η συναντίληψη, ο λόγος παρηγοριάς, προς αυτόν που έχει την ανάγκη. Και που λογίζεται ως καλό και όταν γίνεται στη μνήμη άλλου. Και χαίρεται με αυτό και ο ζωντανός που το πραγματώνει ο κεκοιμημένος στο όνομα του οποίου γίνεται.
Ανάσταση είναι το ξύπνημα της συνείδησης, το πύρωμα της πίστης στην καρδιά, η εξομολόγηση των αμαρτιών μας και ο αγώνας να ελευθερωθούμε από τα πάθη και τις αδυναμίες μας.
Ανάσταση είναι προετοιμασία μας για την ώρα του θανάτου μας.