Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΥ

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ 20η 29 – 30.3.2014

Ο Ευρωκλύδων και οι τρίχες της κεφαλής μας
Μετά την απολογία του Αποστόλου Παύλου στον βασιλιά Αγρίππα και στον Ρωμαίο διοικητή Φήστο, αποφασίστηκε από τους Ρωμαίους ο Παύλος να σταλεί στη Ρώμη, για να αποφασίσει γι' αυτόν ο Καίσαρας. Το καράβι έφτασε πρώτα στην Κρήτη, σε έναν τόπο, που τον έλεγαν Καλοί Λιμένες, κι εκεί κοντά ήταν η πόλη Λασαία.
Επειδή, όμως, πέρασε αρκετός χρόνος και ήταν πια επικίνδυνο το ταξίδι, γιατί είχε περάσει κιόλας το φθινόπωρο που ήταν η εποχή της νηστείας, τους συμβούλευε ο Παύλος λέγοντάς τους: άντρες, προβλέπω ότι η συνέχιση του ταξιδιού θα γίνει με ταλαιπωρία και πολλή ζημιά, όχι μόνο για το φορτίο και το πλοίο, αλλά και για τη ζωή μας. O εκατόνταρχος, όμως, που ήταν επικεφαλής του ρωμαϊκού αποσπάσματος στο καράβι, εμπιστευόταν πιο πολύ στον κυβερνήτη και στο ναύκληρο παρά σε αυτά που έλεγε ο Παύλος. Κι επειδή το λιμάνι δεν βοηθούσε για ξεχειμώνιασμα, οι περισσότεροι πήραν την απόφαση να αποπλεύσουν κι από εκεί, μήπως και κατόρθωναν να φτάσουν στο Φοίνικα, ένα λιμάνι της Κρήτης, που βλέπει προς τα νοτιοδυτικά και βορειοδυτικά, για να να περάσουν το χειμώνα εκεί.
Έτσι, όταν φύσηξε ένας ελαφρός νοτιάς, επειδή νόμισαν πως θα κατάφερναν να πραγματοποιήσουν το σχέδιο τους, σήκωσαν τις άγκυρες κι άρχισαν να πλέουν πιο κοντά στις ακτές της Κρήτης. Μα λίγο αργότερα, ξέσπασε σε αυτήν ένας άνεμος δυνατός σαν τυφώνας, αυτός που ονομάζεται Ευρωκλύδων. Κι επειδή το πλοίο παρασύρθηκε και δεν μπορούσε να πάει αντίθετα στον άνεμο, οι ναύτες την τρίτη ημέρα της τρικυμίας έριξαν στη θάλασσα τόσο το φορτίο του πλοίου, όσο και τον εξοπλισμό του. Σ' αυτό βοήθησε και ο Παύλος και άλλοι συγκρατούμενοί του. Και, επειδή για μέρες πολλές δε φαίνονταν ούτε ο ήλιος ούτε τα άστρα και η κακοκαιρία ήταν μεγάλη, έσβηνε η ελπίδα της σωτηρίας.
Τότε, κι επειδή δεν είχαν πια καμιά διάθεση για φαγητό, στάθηκε ο Παύλος ανάμεσά τους και είπε: άντρες, θα έπρεπε, βέβαια, να με ακούσετε και να μην αποπλεύσετε από την Κρήτη. Έτσι, θα είχατε γλιτώσει την ταλαιπωρία αυτή και τη ζημιά. Μα και τώρα σας προτρέπω να ηρεμήσετε, γιατί κανενός σας η ζωή δε θα χαθεί, εκτός από το πλοίο. Γιατί τη νύχτα αυτή παρουσιάστηκε σε μένα ένας άγγελος του Θεού, στον οποίο ανήκω και τον οποίο λατρεύω, και μου είπε: Μη φοβάσαι Παύλε. Στον Καίσαρα οπωσδήποτε πρέπει να παρουσιαστείς. Τώρα, λοιπόν, ο Θεός σού έχει χαρίσει όλους αυτούς που συνταξιδεύουν μαζί σου. Για αυτό το λόγο, άντρες, να ηρεμήσετε, γιατί πιστεύω στο Θεό, ότι θα γίνει έτσι ακριβώς όπως μου έχει αναγγελθεί. Έτσι, θα προσαράξουμε οπωσδήποτε σε κάποιο νησί.
Όταν, λοιπόν, έφτασε η δέκατη τέταρτη νύχτα, μέσα στη θάλασσα της Αδριατικής, άρχισαν οι ναύτες να σχηματίζουν την εντύπωση πως πλησίαζαν σε κάποια στεριά. Έκαναν τότε βυθομέτρηση και βρήκαν είκοσι οργιές. Άφησαν να περάσει λίγη ώρα και έκαναν πάλι βυθομέτρηση και βρήκαν δεκαπέντε οργιές. Επειδή, λοιπόν, άρχισαν να φοβούνται τους σκοπέλους, έριξαν τέσσερις άγκυρες από την πρύμνη και παρακαλούσαν να ξημερώσει. Στο μεταξύ, επειδή οι ναύτες επιδίωκαν να φύγουν από το πλοίο και είχαν κατεβάσει τη λέμβο στη θάλασσα με την πρόφαση πως θα έριχναν δήθεν άγκυρα από την πρώρα, είπε ο Παύλος στον εκατόνταρχο και στους στρατιώτες: Αν δεν παραμείνουν αυτοί στο πλοίο, εσείς δεν μπορείτε να σωθείτε. Τότε οι στρατιώτες έκοψαν τα σκοινιά της λέμβου και την άφησαν να πέσει στη θάλασσα.
Και καθώς περίμεναν πια να ξημερώσει, ο Παύλος τους πρότρεπε όλους να φάνε κάτι, λέγοντάς τους: Είναι η δέκατη τέταρτη μέρα σήμερα, που μένετε νηστικοί χωρίς να έχετε φάει τίποτε, περιμένοντας το αποτέλεσμα. Σας παρακαλώ, λοιπόν, να φάτε κάτι. Γιατί, αυτό είναι αναγκαίο για τη ζωή σας, καθόσο από κανενός σας το κεφάλι δε θα χαθεί ούτε τρίχα. Όταν τα είπε αυτά, πήρε ψωμί και ευχαρίστησε το Θεό μπροστά σε όλους. Κατόπιν, το έκοψε κι άρχισε να τρώει. Όλοι τότε βρήκαν τη διάθεσή τους κι έφαγαν κι αυτοί. Και ήταν στο πλοίο συνολικά διακόσια εβδομήντα έξι άτομα. Όταν χόρτασαν από τροφή, άρχισαν να ξαλαφρώνουν το πλοίο πετώντας το σιτάρι στη θάλασσα.
Κι όταν πια ξημέρωσε, είδαν πως η στεριά ήταν άγνωστη σε αυτούς. Έβλεπαν όμως έναν κόλπο, που είχε μια αμμουδερή παραλία, κι αποφάσισαν, αν μπορούσαν, εκεί να σπρώξουν το πλοίο. Έλυσαν, λοιπόν, τις άγκυρες και τις άφησαν να πέσουν στη θάλασσα. Συγχρόνως, χαλάρωσαν τα σκοινιά των πηδαλίων, κι αφού σήκωσαν το μπροστινό πανί, άρχισαν να κατευθύνονται με τον άνεμο στο γιαλό. Επειδή, όμως, έπεσαν σε μια λωρίδα γης, που χώριζε τη θάλασσα στα δύο, έριξαν έξω το πλοίο, έτσι που η πλώρη μπήχτηκε στην άμμο, ενώ η πρύμνη διαλυόταν από την ορμή των κυμάτων. Οι στρατιώτες, λοιπόν, πήραν την απόφαση να σκοτώσουν τους κρατουμένους για να μην τυχόν και δραπετεύσει κανένας από αυτούς κολυμπώντας. Ο εκατόνταρχος, όμως, θέλοντας να σώσει τον Παύλο, τους εμπόδισε να εφαρμόσουν την απόφασή τους και παράγγειλε, όσοι ήξεραν να κολυμπούν, να ριχτούν πρώτοι στη θάλασσα και να βγουν στη στεριά, και οι υπόλοιποι να βγουν άλλοι πάνω σε σανίδια κι άλλοι πάνω σε άλλα αντικείμενα από το πλοίο. Κι έτσι κατόρθωσαν να βγουν όλοι στη στεριά και να σωθούν.
(Πράξ. 27, 1-44)
Ερμηνευτικά:
Κι επειδή το λιμάνι δεν βοηθούσε για ξεχειμώνιασμα οι περισσότεροι πήραν την απόφαση να αποπλεύσουν: ο Παύλος συμβούλεψε τους ναύτες να μην φύγουν από εκείνο το λιμάνι γιατί θα ερχόταν κακοκαιρία, όμως εκείνοι δεν άκουσαν και αργότερα έπεσαν στην τρικυμία. Με αυτό βλέπουμε ότι όταν ο άνθρωπος δεν ζητάει τη βοήθεια του Θεού και δεν του εμπιστεύεται τη ζωή του τα πράγματα δεν πάνε καλά, γιατί ο άνθρωπος από μόνος του δεν μπορεί να σώσει τη ζωή του και δεν μπορεί να προβλέψει όλα τα γεγονότα. Άλλο ένα πράγμα που βλέπουμε στην ιστορία μας είναι ότι πρέπει να κάνουμε και λίγη υπομονή. Ακόμα κι αν μια κατάσταση δεν μας αρέσει και βλέπουμε ότι κάθε άλλη κίνηση μας θα κάνει πιο δύσκολα τα πράγματα, χρειάζεται υπομονή και εμπιστοσύνη στο Θεό που όλα τα φροντίζει για τον άνθρωπο.
Πιστεύω ότι θα γίνει ακριβώς όπως μου έχει αναγγελθεί: Ο Παύλος είχε πολύ πίστη στο Θεό. Πίστευε ότι θα γινόταν όπως του είπε ο άγγελος γιατί δεν μπορούσε παρά να του πει την αλήθεια. Αυτό μας δείχνει ότι ο Θεός θέλει από εμάς να του εμπιστευόμαστε τη ζωή μας και Εκείνος θα φροντίσει όλα να γίνονται για το καλό μας αρκεί να έχουμε πίστη.
Από κανενός σας το κεφάλι δε θα χαθεί ούτε μια τρίχα: Με αυτή τη φράση θέλει να πει ο Απόστολος Παύλος ότι αφού ο Θεός τους είπε ότι θα σωθούνε, θα σωθούνε όχι με μεγάλη ταλαιπωρία, αλλά ούτε μια τρίχα δεν θα πέσει από το κεφάλι τους, για να μην μπορούν οι άνθρωποι να πουν μετά ότι «ναι μεν σωθήκαμε όπως μας είπες, αλλά σπάσαμε ένα πόδι και ένα χέρι, που είναι ο Θεός;». Έτσι δείχνει ότι ο Θεός κρατάει το λόγο του και φροντίζει τον άνθρωπο όχι λίγο, αλλά ολοκληρωτικά.
Ερωτήσεις:
1. Θα μπορούσε να γλιτώσει το πλοίο από την τρικυμία αν δεν έφευγαν από το λιμάνι Καλοί Λιμένες;
2. Ο Παύλος ενδιαφερόταν να σωθεί ο ίδιος ή να σώσει τους συντρόφους του;
3. Αν και οι άνθρωποι δεν άκουσαν τον Παύλο τους παράτησε ο Θεός να πνιγούν στην τρικυμία;
4. Τι είχε μέσα του ο Παύλος και δεν ανησυχούσε για την τρικυμία;
5. Ο Θεός φροντίζει τον καθέναν από εμάς, αν Τον εμπιστευόμαστε;
Συμπέρασμα: Η Εκκλησία πιστεύει και ζει την πρόνοια του Θεού για τον καθένα από εμάς και ζητά από εμάς την εμπιστοσύνη μας σ' Εκείνον.