Μια σκηνή αδυναμίας συνεννόησης μεταξύ του Χριστού και της Σαμαρείτιδος θα μπορούσαμε να πούμε ότι περιγράφεται στην ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε σήμερα. Και αυτό γιατί η δεύτερη βάζει στο μυαλό της τις ανάγκες συντήρησης κι της επιβίωσης, ενώ ο Χριστός της μιλά για την σχέση Θεού και ανθρώπου.
«Κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις, καί τό φρέαρ ἐστὶ βαθύ• πόθεν οὖν ἔχεις τό ὕδωρ τό ζῶν;» (Ιωάν. 4,11), όταν ο Χριστός της υπόσχεται ότι θα της δώσει το νερό που δίνει ζωή, αυτή υποβάλει τη λογική απορία: «Κύριε, δεν έχεις δοχείο για να αντλήσεις νερό, και το πηγάδι είναι βαθύ. Από πού θα πάρεις το νερό που δίνει ζωή;»
Αναφερόμενος στο πηγάδι του Ιακώβ, ένας σπουδαίος πατέρας της Εκκλησίας μας, ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, λέει τα εξής: «Το πηγάδι του Ιακώβ είναι η Γραφή. Το νερό είναι η θεία γνώση που περιέχει η Γραφή. Το βάθος είναι το δυσκολοπλησίαστο νόημα των γραφικών αινιγμάτων. Το δοχείο για την άντληση είναι η μάθηση του θείου λόγου μέσω αναγνώσεως, την οποία δεν είχε ο Κύριος, γιατί Λόγος είναι ο Ίδιος και δεν παρέχει σ’ όσους πιστεύουν τη γνώση που προέρχεται από μάθηση και μελέτη, αλλά δωρίζει στους άξιους τη σοφία που πηγάζει από την πνευματική χάρη και που ρέει αστείρευτα και ασταμάτητα. Γιατί το δοχείο της αντλήσεως, δηλαδή η μάθηση, παίρνει ένα ελάχιστο μέρος της γνώσεως και αφήνει το όλον που με κανένα λόγο δεν πιάνεται . ενώ η κατά χάρη γνώση έχει το σύνολο- και μάλιστα χωρίς μελέτη- της δυνατής για ανθρώπους σοφίας, η οποία αναβλύζει ανάλογα με τις ανάγκες».
Τα λόγια αυτά μάς δείχνουν τουλάχιστον τρεις μεγάλες αλήθειες: ότι ο Θεός μιλά στους ανθρώπους μέσω του λόγου Του, μόνο που ο λόγος αυτός δεν μπορεί να προσεγγισθεί και να ερμηνευθεί μέσα από την δύναμη του νου μας, ακόμη κι αν είμαστε πρόθυμοι να σπουδάσουμε και να μελετήσουμε και να μάθουμε ό,τι έχει γραφτεί και ειπωθεί, χωρίς αυτό να συνεπάγεται την άρνηση της γνώσης και της μάθησης. Ο Χριστός μάς δείχνει το πεπερασμένο της νόησής μας και μας προτείνει να είμαστε ταπεινοί, όταν θέλουμε να βρούμε απαντήσεις για το Ποιο είναι το θέλημα του Θεού στη ζωή μας, τόσο γενικά, όσο και ειδικότερα για τον καθέναν μας.
Η δεύτερη αλήθεια έγκειται στο ότι την ερμηνεία όχι μόνο των λόγων της Γραφής, αλλά και των περιστάσεων της ζωής μας τη δίνει ο Ίδιος ο Κύριος. Άρα, η κοινωνία μαζί Του αποτελεί τον ασφαλέστερο δρόμο για να φανούν οι πτυχές του θελήματός Του. Και η κοινωνία επιτυγχάνεται στη ζωή της Εκκλησίας. Εκεί διαχέεται εν Αγίω Πνεύματι η χάρη του Θεού, η οποία φωτίζει, αλλά και βοηθά να υπομένουμε, να μην νικιόμαστε από τα εύκολα και βεβαίως ανθρώπινα «γιατί;», τα οποία κλονίζουν την καρδιά μας. Στη ζωή της Εκκλησίας καθημερινά διαβάζουμε τον λόγο του Θεού. Και συνδυάζουμε την ανάγνωση με την προσευχή και την εκζήτηση της χάριτος, για να μπορέσουμε να ακούσουμε εντός μας την φωνή του Λόγου.
Η τρίτη αλήθεια έγκειται στο ότι η σοφία δίδεται ανάλογα με τις ανάγκες της ζωής. Στην απαίτηση του «εδώ και τώρα», ο Θεός μιλά στον άνθρωπο και δίδει τις απαντήσεις ανάλογα με τις πραγματικές του ανάγκες. Οι άνθρωποι νομίζουμε ότι ο Θεός πρέπει να μας δώσει αυτό που θέλουμε, ακόμη και στην οδό της γνώσης και κατανόησης, όταν εμείς το ζητούμε. Όμως Εκείνος βλέπει το αληθινό συμφέρον μας, όπως επίσης και γνωρίζει να αγαπά, διότι είναι η Αγάπη, και μας δίδει τον φωτισμό, όταν υπάρχει λόγος. Δεν είναι ο νους μας και το θέλημά μας που κατευθύνουν το Θεό, αλλά η δική Του αγάπη. Γι’ αυτό χρειάζεται πίστη, δηλαδή εμπιστοσύνη σ’ Εκείνον και όσα χρειάζεται θα μας αποκαλυφθούν. Τα υπόλοιπα είναι το μυστήριο του μέλλοντος αιώνος, το οποίο θα βιώσουμε ως επαγγελία και πληρότητα γνώσης και σοφίας.
Η αγία Φωτεινή η Σαμαρείτιδα έζησε αυτές τις τρεις αλήθειες. Και την ταπεινή προσέγγιση της γνώσης και την κοινωνία με τον Χριστό και την πίστη σ’ Αυτόν. Αξιώθηκε να γίνει ισαπόστολος και άμεσα στους συντοπίτες της και στην συνέχεια της ζωής της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και τιμούμε, ως παράδειγμα για όλους εμάς, ιδιαιτέρως σε μία εποχή, η οποία απαιτεί με εγωισμό απαντήσεις, έχει κριτήριο της αλήθειας τον νου και το θέλημά μας και αρνείται να εμπιστευθεί τον Χριστό. Ο δικός της δρόμος, ο οποίος μοιάζει μέχρι την συνάντηση με τον Χριστό, με τον δικό μας, ας γίνει η ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο που βλέπουμε την ζωή μας και να αναζητήσουμε την όντως Ζωή και Κοινωνία, τον Αναστημένο Κύριό μας, μελετώντας την Γραφή στην Εκκλησία, αλλά, κυρίως, εμπιστευόμενοι την σχέση μαζί Του.