Σάββατο 8 Αυγούστου 2015

Η απόστασή μας από την Αγιότητα!

«λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν,διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν»
Στους εμπαιγμούς απαντάμε με καλά λόγια, στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με λόγια φιλικά.
Την απόστασή μας από την αγιότητα, θα μπορούσαμε να μετρήσουμε έτσι απλά, με κριτήριο τη συμπεριφορά μας απέναντι στους εμπαιγμούς, τους διωγμούς και τη συκοφαντία. Η συνήθης - φυσική στάση των ανθρώπων όταν αντιμετωπίζουν λοιδορίες, διωγμούς, βλασφημίες είναι η λύπη, κατόπιν η οργή και στη συνέχεια η αντίδραση είτε δια της ανταπόδοσης είτε δια της εκδίκησης είτε δια της καταφυγής σε εκείνους που μπορούν να μας κάνουν να βρούμε το δίκιο μας απέναντι σ’ αυτούς που μας συμπεριφέρονται κατ’ αυτόν τον τρόπο. Ο Απόστολος των εθνών όμως επισημαίνει ότι η χριστιανική στάση δεν μπορεί να είναι αυτή, ακόμη κι αν η εσωτερική πάλη γίνεται στην καρδιά μας.
Η λοιδορία πηγάζει από ένα αίσθημα υπεροχής, το οποίο συχνά οι άνθρωποι αναπτύσσουμε έναντι των άλλων. Είτε εξαιτίας υπαρκτών χαρισμάτων, είτε εξαιτίας μιας φαντασιακής αίσθησης ότι είμαστε ικανότεροι, ευφυέστεροι, πιο δυνατοί από τους άλλους, τους ειρωνευόμαστε, μειώνοντάς τους έναντι των υπολοίπων ανθρώπων για να δείξουμε την δική μας υπεροχή. Το να απαντά κάποιος με καλά λόγια σε όσους τον λοιδορούν, περιγράφει μία καρδιά η οποία δεν διακατέχεται ούτε από πνεύμα εξουσίας, και γι’ αυτό δεν θέλει να αφήσει την θιγμένη υπερηφάνεια να λειτουργήσει ως τρόπος αντίδρασης. Ο Παύλος περιγράφει μία καρδιά ταπεινή και την ίδια στιγμή αγαπητική έναντι των λοιδορούντων, δηλαδή μία καρδιά στην οποία η χάρις του Θεού αναπαύεται.
Ο διωγμός πηγάζει και πάλι από ένα αίσθημα υπεροχής και εξουσίας εναντίον των άλλων. Ο Παύλος, χωρίς να δικαιολογεί τους διώκοντες, μιλά για την ανοχή, ως υπομονή και έκφραση ταπεινής αγάπης έναντί τους. Η ανοχή δεν είναι παθητική στάση. Δεν είναι σιωπή, όπως κάποιος εύκολα θα μπορούσε να συμπεράνει. Είναι όμως άρνηση ανταπόδοσης της κακίας και της εξουσιαστικότητας και την ίδια στιγμή προσευχή για τους διώκτες, και υπομονή στα δεινά. Είναι ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο μαρτύριο, το οποίο φέρει μαζί του και την χάρη του Θεού. Ο ανεχόμενος καταθέτει την άρνησή του να συμμορφωθεί με τον διώκτη του, γιατί αυτή η άρνηση στηρίζεται στην πίστη στο Θεό, αφήνει τα πάντα στο έλεος του Θεού και στην δική Του δύναμη.
Η συκοφάντηση ή οι υβριστικοί λόγοι εις βάρος των άλλων αποτελούν έκφραση ζήλιας και οργής. Ο Παύλος μιλά για την παράκληση ως απάντηση στην βλασφημία της συκοφαντίας και του υβρισμού. Παράκληση σημαίνει λόγια φιλικά, λόγια που γαληνεύουν και παρηγορούν, καταλαγιάζουν τον άλλο, λόγια δηλαδή που αποκαλύπτουν την αληθινή κατάσταση εκείνου και την ίδια στιγμή μαρτυρούν την αγάπη του χριστιανού. Αυτά τα λόγια πηγάζουν από καρδιά που έχει πραότητα, συγχωρητικότητα και αγάπη, δηλαδή από ταπεινή καρδιά.
Πόσο είναι εφικτό να αποκτήσουμε μια τέτοια καρδιά, όταν συχνά οι άνθρωποι μάς προκαλούν εκνευρισμό, απογοήτευση, θυμό για την αδυναμία μας να συνεννοηθούμε ή και για την εμμονή τους στην προκλητική και αντίθετη με τα όσα θα θέλαμε συμπεριφορά τους; Η πνευματική ζωή είναι ο στίβος για την απόκτηση και καλλιέργεια της αγάπης και της υπομονής. Την ίδια στιγμή, ο καθένας μας καλείται με την προσευχή, την νηστεία, την άσκηση, την μετάνοια να εμβαθύνει στην ανάγκη της μακροθυμίας, της ταπείνωσης, της συγχώρεσης, αφήνοντας όσο το δυνατόν έξω από την καρδιά του το πνεύμα της εξουσίας, της εμπάθειας, του φθόνου, της ανταπόδοσης έναντι των άλλων. Ο αγώνας αυτός είναι συνεχής. Ελκύει όμως την χάρη του Θεού, η οποία δεν μας αφήνει μόνους. Ταυτόχρονα είναι αυτός που μπορεί τελικά να παραδειγματίσει και όλους εκείνους που λειτουργούν από θέση ισχύος, εμπαίζουν, διώκουν, συκοφαντούν και βλασφημούν. Κι εδώ έγκειται η ευθύνη μας ως χριστιανών. Να είμαστε αληθινοί τηρητές των λόγων και των βιωμάτων του Ευαγγελίου και της εκκλησιαστικής παράδοσης. Ακόμη κι αν τελικά αδικούμαστε.