Σάββατο 19 Ιουλίου 2014

«Θάρσει τέκνον»

Αμέσως μετά τη θεραπεία των δαιμονισμένων ο Χριστός έρχεται στην Καπερναούμ, όπου του φέρνουν έναν παράλυτο. Άραγε μπορούμε να μπούμε στη θέση αυτού του ανθρώπου και να αισθανθούμε τα συναισθήματα που αισθάνονταν και αυτός μπροστά στο Χριστό;
Πιστεύει ότι ο Χριστός μπορεί να τον θεραπεύσει, τον αναγνωρίζει ως παντοδύναμο, αλλά και φοβάται μήπως η πίστη του είναι ελλιπείς και δεν γίνει το θαύμα, μήπως οι αμαρτίες του εμποδίζουν την Χάρη του Θεού. Βρίσκεται μπροστά στον παντογνώστη και καρδιογνώστη και δειλιάζει, αγωνιά, ολιγοψυχεί. Ο Χριστός, όμως, διασκεδάζει την φοβία του αυτή, απευθύνοντας προς αυτόν την φράση «Θάρσει, τέκνον∙ ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου».
Πόσες φορές δεν φτάνουμε οι άνθρωποι στην ολιγοψυχία. Οι δοκιμασίες, οι ασθένειες, ο κόπος, αλλά και ο φόβος της ήττας και της αποτυχίας, του θανάτου, αλλά και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, με τις ειδήσεις και τα γεγονότα του κόσμου που μας γεμίζουν απαισιοδοξία, αποτελούν αφορμές ώστε η καρδιά και το φρόνημά μας να μην είναι ακμαία και να έρχεται η κατάσταση της ολιγοψυχίας.
Και πάλι η φράση αυτή του Χριστού, έρχεται να μας κάνει να δούμε το ουσιώδες, που είναι η συγχώρηση των αμαρτιών μας. Η συγχώρεση που είναι η μία και μοναδική μεγάλη ανάγκη την οποία έχουμε οι άνθρωποι και που δεν μπορούμε από μόνοι μας να εκπληρώσουμε. Σε ό,τι έχει να κάνει με τα ανθρώπινα, μπορούμε να προσπαθήσουμε να βρούμε κάποια λύση. Σε ό,τι έχει να κάνει όμως με την ίδια μας την ψυχή, τον τρόπο που ζει σε σχέση με την πίστη στο Θεό, το Ευαγγέλιο και την αιωνιότητα, μόνο ο λόγος του Χριστού μπορεί να δώσει αληθινό θάρρος.
Η ολιγοψυχία έχει ως ρίζα της την αδυναμία του ανθρώπου να πιστέψει ολοκληρωτικά στο Θεό και την ήττα του από το πνεύμα του ορθολογισμού, από τα πολλά και ποικίλα «γιατί;», όπως επίσης και από την επιθυμία του να δει το μέλλον σε μια διαφορετική προοπτική, αυτή της ζωής και της ευτυχίας σύμφωνα με τα δεδομένα που όλοι επιθυμούμε. Σε κάθε δυσκολία λοιπόν, συνειδητοποιούμε την έλλειψη προσωπικής αυτάρκειας, ότι το «εγώ» μας δεν επαρκεί για την ευτυχία μας. Απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση, οι άνθρωποι επιλέγουν είτε την συντροφιά των οικείων, στους οποίους μεταφέρουν την απογοήτευσή τους, είτε την βοήθεια ειδικών, όπως οι ψυχολόγοι και οι θεραπευτές, είτε καταβάλλονται από την λύπη και την ολιγοψυχία, παραιτούμενοι από κάθε ελπίδα για το αύριο, ενίοτε και από διάθεση για ζωή.
Η Εκκλησία, μέσα από την θεραπεία του παραλυτικού, μάς δείχνει τον αληθινό τρόπο να υπερβούμε την ολιγοψυχία. Πρώτον μέσα από την πίστη στο Χριστό, η οποία όμως προϋποθέτει την εμφάνισή μας ενώπιον Του. Η πίστη δεν είναι μόνο εσωτερική κατάσταση και βίωμα. Απαιτεί την παρουσία μας ενώπιον του Κυρίου και αυτό επιτυγχάνεται τόσο με την ολόθερμη προσευχή, όσο και με την μετοχή μας στο σώμα του Χριστού, που είναι η εκκλησιαστική ζωή. Ταυτόχρονα, η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας μάς προφυλάσσει από την απόγνωση. Κάθε δοκιμασία αποτελεί για τον καθέναν μας αφορμή να δούμε την πραγματική μας κατάσταση και πορεία σε σχέση με το Χριστό και την Εκκλησία. Δεν έχει σημασία αν η δοκιμασία αποτελεί συνέπεια καθαυτό της αμαρτωλότητάς μας. Μάς βοηθά να συνειδητοποιούμε τα όρια μας, να εντρυφούμε στην μετάνοια για κάθε έργο και κάθε λογισμό μας, αλλά και να παραμένουμε ταπεινοί ή να βρίσκουμε την ταπεινότητα που οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών. Τέλος, για να νικηθεί η ολιγοψυχία χρειάζεται και η παρουσία των άλλων ανθρώπων. Δεν μπορούμε να είμαστε μόνοι μας στη λύπη. Η παρουσία όμως αυτή δεν πρέπει να περιορίζεται στην εξωτερική συμπαράσταση. Χρειαζόμαστε από τους άλλους ενίσχυση στην πίστη μας. Κι εδώ έγκειται η μεγάλη ευθύνη όλων όσων αποτελούμε το σώμα του Χριστού. Δεν αρκεί να δηλώνουμε παρόντες ως προς την ανθρώπινη διάσταση στη δοκιμασία και την ολιγοψυχία των άλλων. Χρειάζεται με τον λόγο, την προσευχή μας και την δική μας παρουσία ενώπιον του Χριστού, να τους βοηθήσουμε να νιώσουν ότι μπορούν να μοιραστούν και από την δική μας πίστη και να πάρουν δύναμη.
«Θάρσει τέκνον». Ο λόγος του Χριστού ας αποτελέσει για τον καθέναν μας στη δύσκολη εποχή της όχι μόνο της σωματικής, αλλά κυρίως της πνευματικής παράλυσης ευκαιρία αναβαπτισμού στην πίστη, στην συναίσθηση της αμαρτωλότητας που γίνεται ταπείνωση και μετάνοια.