Ο λόγος του Χριστού δεν απευθύνεται μόνο στους ιερείς, αλλά στον καθέναν από μας. Ο Χριστός αναγνωρίζει εκ των προτέρων κάθε κόπο ο οποίος καταβάλλεται στο πανδοχείο της Εκκλησίας (στα μυστήρια της Εκκλησίας μας), και μας διαβεβαιώνει ότι θα μας ανταποδώσει εφόσον ξοδέψουμε κάτι παραπάνω, εφόσον δηλαδή καταβάλουμε από τις δικές μας δυνάμεις, από τα δικά μας χαρίσματα προκειμένου ο πλησίον μας να αποκατασταθεί υγιής. Μας υπομιμνήσκει δηλαδή ο Κύριος το χρέος μας να είμαστε πλησίον για τους άλλους. Να μη φειδόμεθα κόπων και κυρίως των χαρισμάτων μας. Αυτός μας δίνει τα πνευματικά εργαλεία, για να μπορέσουμε να έχουμε τη βάση της ίασης. Όμως ζητά από εμάς να μη λησμονήσουμε πως ό,τι έχουμε δικό μας στην Εκκλησία δίδεται για τον πλησίον και Εκείνος θα μας το επιστρέψει στην επάνοδό Του στη ζωή μας, δηλαδή κάθε φορά που μας προσφέρει τον εαυτό του στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, κάθε φορά που μας δίνει τη χαρά της πρόνοιάς Του, αλλά και στη Δευτέρα Παρουσία Του. Ο Θεός δηλαδή μας δίνει το παράδειγμα της ευγνωμοσύνης. Μας δηλώνει ότι εκτιμά κάθε κόπο μας για τον πλησίον μας.
Ευγνωμοσύνη όμως καλούμαστε να δείξουμε έναντι του Θεού διότι στη θέση του τραυματισμένου είμαστε κι εμείς. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην ληστεύεται από τους δαίμονες, να μην απογυμνώνεται από τα χαρίσματά του εξαιτίας της απόφασής του να πορεύεται μόνος του, κατά το θέλημά του στη διαδρομή από την Ιερουσαλήμ της Βασιλείας των Ουρανών, της ζωής δηλαδή με τον Θεό, στην Ιεριχώ του κόσμου. Μέσα στη μοναξιά του εγωκεντρισμού και της ζωής χωρίς Θεό, καραδοκούν οι ποικίλοι πειρασμοί, οι οποίοι δεν φείδονται της ύπαρξής μας, αλλά τη ληστεύουν. Της αποσπούν ό,τι όμορφο έχει και την αφήνουν ακόμη πιο μόνη. Όμως ο Σαμαρείτης θα περάσει και η ευκαιρία της ίασης θα μας δοθεί. Το ερώτημα είναι αν αποφασίσουμε να συνεχίσουμε το ταξίδι του κόσμου έχοντας ως βάση το πανδοχείο της Εκκλησίας και ως συνοδοιπόρους αυτούς που συναντούμε εκεί, αυτούς που μας αγαπούν, ή αν θα ξαναβγούμε μόνοι μας στους πειρασμούς του κόσμου, με την αίσθηση ότι είμαστε άτρωτοι. Η αμαρτία τότε θα λειτουργήσει ως αχαριστία. Άλλωστε πολλοί από εμάς θεωρούμε ότι το πανδοχείο είναι υποχρεωμένο να θεραπεύει απροϋπόθετα. Εμείς μπορούμε να συνεχίζουμε το ταξίδι μας στην Ιεριχώ του κόσμου και του πολιτισμού, χωρίς να προσέχουμε τους ληστές που καραδοκούν, αφού πάντα θα βρεθεί ένας Σαμαρείτης να μας θεραπεύσει.
Την ίδια ευγνωμοσύνη καλούμαστε κι εμείς να δείχνουμε έναντι όσων μας προσφέρουν στη ζωή μας. Όσων αισθανόμαστε ότι έχουν αποφασίσει, συνειδητά ή ασυνείδητα, να είναι πλησίον μας. Και για να το κατανοήσουμε αυτό χρειάζεται να είμαστε ενεργά μέλη του σώματος του Χριστού, του πανδοχείου της Εκκλησίας. Να μπορούμε δηλαδή να αφήνουμε κατά μέρος οποιονδήποτε διχασμό, οποιανδήποτε εχθρότητα και την ίδια στιγμή να μπορούμε να είμαστε δεκτικοί στην αγάπη των άλλων. Διότι αυτό είναι τελικά το πλέον δύσκολο. Οι άνθρωποι θεωρούμε την αγάπη αυτονόητη υποχρέωση των άλλων ή αναζητούμε ιδιοτελή κίνητρα σ’ αυτήν και στην πράξη αρνούμαστε να αποδεχτούμε το κάλλος και την αξία της. Έτσι δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε την αξία να έχουμε πλησίον μας, να είμαστε και να είναι όλοι πλησίον, χωρίς προϋποθέσεις.
Ο Σαμαρείτης έφυγε και θα ξαναέρθει. Δεν μας λέει το Ευαγγέλιο αν θα συναντήσει στο πανδοχείο τον τραυματισμένο άνθρωπο. Δεν μας λέει ακόμη αν αυτός αναγνώρισε το ότι ο Σαμαρείτης έγινε πλησίον του, ο εχθρός του τον έσωσε. Δεν μας λέει αν ο τραυματισμένος αισθάνθηκε την ανάγκη να περιμένει για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του. Δεν μας χρειάζονται αυτές οι λεπτομέρειες. Μας αρκεί ότι ο Χριστός είναι ο δικός μας Σαμαρείτης, ότι εμείς μπορούμε να γίνουμε σαμαρείτες για τους άλλους.