Στην πόλη Καπερναούμ ο Χριστός συναντά έναν παράλυτο, ξαπλωμένο στο κρεβάτι. Βλέποντας την πίστη των ανθρώπων που φέρνουν τον άρρωστο συνάνθρωπό τους για να τον γιατρέψει, ο Κύριος του ζητά να έχει θάρρος, διότι οι αμαρτίες του έχουν συγχωρεθεί από τον ίδιο. Ο λόγος αυτός προκαλεί λογισμούς στο νου κάποιων γραμματέων, διότι αυτοί πιστεύουν ότι μόνο ο Θεός έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα να συγχωρέσει αμαρτίες. Και ο Χριστός, που καταλαβαίνει τις πονηρές τους σκέψεις, τους ρωτά: «Τι εστίν ευκοπώτερον, ειπείν, αφέωνταί σου αι αμαρτίαι, ή ειπείν, έγειρε και περιπάτει;» (Ματθ.9,5). Τι είναι πιο εύκολο έργο για μένα: να πω «σου συγχωρούνται οι αμαρτίες» ή να πω: «σήκω και περπάτα»; Και για να τους δείξει ότι ο Υιός του Θεού έχει εξουσία να κάνει και τα δύο, ζητά από τον παράλυτο να σηκωθεί, να πάρει το κρεβάτι του και να πάει στο σπίτι του. Για τον Θεό όλα είναι εύκολα. Κριτήριο όμως άσκησης της εξουσίας Του είναι η πίστη των ανθρώπων. Και εδώ έγκειται το δύσκολο. Ότι η πίστη απουσιάζει από τον νου των ανθρώπων, οι οποίοι μετρούνε τον Θεό με τον δικό τους τρόπο ερμηνείας, με βάση τις γνώσεις τους, τη θρησκευτική τους θέση, αυτά που γνωρίζουν ή νομίζουν πως γνωρίζουν γι’ Αυτόν. Αντίθετα, όλα γίνονται εύκολα όταν η πίστη κάνει τον άνθρωπο να στέκεται ταπεινά και με εμπιστοσύνη έναντι του Θεού και να περιμένει το βλέμμα Του, χωρίς να ζητά τίποτε άλλο. (Εσύ, Κύριε γνωρίζεις).
Όλα είναι εύκολα για το Θεό. Μάς έδωσε και μας δίνει την ευκαιρία μέσα από την ενανθρώπησή Του και την ζωή της Εκκλησίας να εγκαταστήσουμε στην καρδιά μας το δώρο της πίστης. Να Τον εμπιστευόμαστε δηλαδή, χωρίς να χρειάζεται να ζητάμε αυτά που Εκείνος γνωρίζει ότι χρειαζόμαστε. Να κάνουμε υπομονή στις δοκιμασίες μας. Να είμαστε παρόντες στη λειτουργική ζωή της πίστης και της Εκκλησίας. Και να προσδοκούμε το βλέμμα Του, έχοντας εμπιστοσύνη στην κρίση Του, η οποία πρωτίστως έχει να κάνει με την άφεση των αμαρτιών μας. Για όσους ζητούνε σημείο της εξουσίας του Θεού αυτό δεν είναι το σημαντικό. Όμως ο λόγος του Κυρίου είναι ξεκάθαρος. Ό,τι ευκολότερο και ό,τι αποδεικτικό της θεϊκής αγάπης είναι η άρνηση του Θεού να μας καταλογίσει τις αμαρτίες μας. Να τις κραδαίνει ως όπλο εναντίον μας. Να μας απορρίψει διότι αυτές είναι το σημείο της αδυναμίας μας να Τον αποδεχθούμε πληρωτικά στην καρδιά μας. Να βλέπει την ασχήμια που αυτές εγκαθιδρύουν στην ύπαρξή μας.
Θεωρούμε εύκολο για τον Θεό να μας απαλλάξει από τις δοκιμασίες μας ή να μας δώσει ό,τι ζητούμε. Δεν μας ενδιαφέρει όμως το κυριότερο. Το να μας δώσει την αιώνια ζωή. Κι αυτό διότι η πίστη μας έχει την προοπτική του παρόντος. Της ικανοποίησης των αναγκών μας. Η πίστη όμως στην πραγματικότητα είναι ένα άνοιγμα στο μέλλον. Είναι η βεβαιότητα ότι Εκείνος είναι παρών στη ζωή μας και ήρθε για να μας δώσει ζωή και περίσσεια ζωής (Ιωάν. 10,10). Το δύσκολο είναι να αποδεχθούμε το Πρόσωπό Του, να πιστέψουμε σ’ Αυτόν και την αγάπη Του, να Του δώσουμε χώρο στην καρδιά μας. Το εύκολο είναι η ικανοποίηση της ανάγκης μας. Διότι, όταν εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας στο θέλημά Του, τότε μπορούμε να προσπεράσουμε ακόμη και αυτό που επιθυμούμε ή νομίζουμε ότι χρειαζόμαστε. Εκείνος γνωρίζει καλύτερα. Και θα μας δώσει αυτό που αληθινά θα υπηρετήσει την σωτηρία.