ότι ο Χριστός Αναστήθηκε;
Μου το βεβαιώνει η συνείδησή μου πριν απ’ όλα. Κατόπιν ο νους μου και η βούλησή μου.
Πρώτον, η συνείδησή μου λέει: τόσα πάθη που υπέστη ο Χριστός για το καλό και τη σωτηρία των ανθρώπων δεν θα μπορούσαν να επιβραβευτούν με τίποτε άλλο παρά με την ανάσταση και την υπερκόσμια δόξα. Τα ανείπωτα πάθη του Δικαίου στεφανώθηκαν με την ανείπωτη δόξα. Αυτό μου δίνει ικανοποίηση και ηρεμία.
Δεύτερον, ο νους μού λέει: χωρίς την λαμπρή αναστάσιμη νίκη όλο το έργο του Υιού του Θεού θα παρέμενε στον τάφο, ολόκληρη η αποστολή Του θα ήταν μάταιη.
Τρίτον, η βούληση μού λέει: η ανάσταση του Χριστού με έσωσε από τους ταλαντευόμενους δισταγμούς ανάμεσα στο καλό και το κακό και με θέτει αποφασιστικά στον δρόμο του καλού. Και αυτό μου φωτίζει τον δρόμο και μου δίνει στήριγμα και δύναμη.
Εκτός όμως από τις τρεις φωνές, οι οποίες από μέσα μου βεβαιώνουν εμένα, υπάρχουν ασφαλώς και άλλοι μάρτυρες που το βεβαιώνουν. Είναι οι ένδοξες μυροφόρες γυναίκες, είναι οι δώδεκα μεγάλοι απόστολοι και πέντε εκατοντάδες άλλων μαρτύρων, που όλοι μετά την ανάστασή Του Τον έβλεπαν και Τον άκουγαν, όχι στον ύπνο τους αλλά στην πραγματικότητα, και όχι μόνο για ένα λεπτό αλλά για σαράντα ολόκληρες ημέρες. Μου το βεβαιώνει εκείνος ο πύρινος Σαύλος ο μεγαλύτερος Εβραίος διώκτης του χριστιανισμού· μου το μαρτυρεί το γεγονός ότι είδε εκείνο το φώς του αναστηθέντα Κυρίου καταμεσής της ημέρας, και ότι άκουσε τη φωνή Του, και ότι υπάκουσε την εντολή Του. Αυτή τη μαρτυρία ο Παύλος δεν ήθελε να την αρνηθεί ούτε μετά από τριάντα χρόνια, ούτε ακόμα και την ώρα που στη Ρώμη του Νέρωνα η μάχαιρα έπεφτε στο κεφάλι του. Μου το βεβαιώνει και ο άγιος Προκόπιος, αρχηγός του Ρωμαϊκού στρατού, που ξεκίνησε να αφανίσει τους χριστιανούς στις χώρες της ανατολής, και στον οποίον εμφανίστηκε ξαφνικά ζωντανός ο Χριστός και τον γύρισε με το μέρος Του. Και αντί να σφάξει ο Προκόπιος τους χριστιανούς, αυτοβούλως παραδόθηκε για να τον σφάξουν στο όνομα του Χριστού. Μου το βεβαιώνουν ακόμα χιλιάδες μαρτύρων του Χριστού στις φυλακές, στους τόπους εκτελέσεων, αιώνες και αιώνες τώρα, από τους μάρτυρες των Ιεροσολύμων μέχρι τους μάρτυρες των Βαλκανίων, έως τις μέρες μας, έως τους νεότερους Μοσχοβίτες μάρτυρες.
Μου το βεβαιώνουν και όλες οι δίκαιες και αγαθές ψυχές, τις οποίες συχνά συναντώ στη ζωή, και οι οποίες χαίρονται, όταν ακούν ότι ο Χριστός αναστήθηκε εκ νεκρών. Αυτό ανταποκρίνεται στη συνείδησή τους, δονεί την ψυχή τους και ευφραίνει την καρδιά τους.
Μαρτυρία όμως παίρνω και από τους αμαρτωλούς και τους αντιπάλους του Χριστού. Και μόνο το γεγονός ότι αυτοί, ως αμαρτωλοί και μοχθηροί, απορρίπτουν την ανάσταση του Χριστού, εγώ βεβαιώνομαι για το αντίθετο. Σε κάθε δικαστήριο τίθεται θέμα της συμπεριφοράς των μαρτύρων, και ως εκ τούτου σταθμίζουν την αξία της μαρτυρίας τους. Όταν νηφάλιοι, καθαροί και άγιοι μάρτυρες ισχυρίζονται πως ξέρουν ότι ο Χριστός ανέστη, λαμβάνω με ευχαρίστηση την μαρτυρία τους ως αληθή. Αλλά όταν οι ακάθαρτοι, άδικοι και ασυνείδητοι απορρίπτουν την ανάσταση του Χριστού, μ’ αυτό ενδυναμώνουν τη μαρτυρία των πρώτων και επιβεβαιώνουν ακόμα περισσότερο την αλήθεια της Ανάστασης του Κυρίου μου, εφόσον αυτοί όσα απορρίπτουν, τα απορρίπτουν από κακεντρέχεια και όχι από γνώση.
Με διαβεβαιώνουν ακόμα αρκετοί λαοί και φυλές, που μόνο η πίστη στην Ανάσταση του Χριστού τους οδήγησε από την άγρια κατάσταση στη διαφώτιση, από τη δουλεία στην ελευθερία, από το βούρκο του αμοραλισμού και του σκοταδισμού στο φως των τέκνων του Θεού. Μήπως και η ανάσταση του σερβικού λαού δεν μαρτυρεί την Ανάσταση του Χριστού;
Ακόμα και η λέξη «Ανάσταση» εκ νεκρών μου βεβαιώνει το αυτονόητο. Γιατί χωρίς την Ανάσταση του Χριστού δεν θα υπήρχε ούτε καν η λέξη στις ανθρώπινες γλώσσες. Όταν ο Παύλος πρώτη φορά πρόφερε αυτή τη λέξη στην πολιτισμένη Αθήνα, οι Αθηναίοι εξεπλάγησαν και αναστατώθηκαν.
Και έτσι, τέκνα του Θεού, σας χαιρετώ κι εγώ. Αληθώς Ανέστη ο Χριστός.
( Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται, Εκδ. Εν πλώ, σ. 70-72)
.
Λίγα λόγια για το θέμα του μήνα.
Φυσικά στην Ανάσταση του Χριστού θα είναι αφιερωμένο το φυλλάδιο του Απριλίου. Στο γεγονός που αλλάζει τη ροή της ζωής και της ιστορίας κάθε ανθρώπου που θα θελήσει στην αρχή να το πιστέψει και στη συνέχεια να το βιώσει. Τα επιχειρήματα του συγγραφέα του παραπάνω άρθρου, ο οποίος ήταν επίσκοπος Αχρίδος της Εκκλησίας της Σερβίας, έζησε τη φρίκη του στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Νταχάου και εκοιμήθη το 1956 στην Αμερική ως ανεπιθύμητος στην Σερβία, μπορούν να βάλουν σε σκέψη τον καθένα μας. Το μόνο πράγμα για το οποίο θα πρέπει να είμαστε σίγουροι είναι πως το γεγονός της αναστάσεως του Χριστού που αποτελεί το θεμέλιο της Ορθοδόξου Χριστιανικής Πίστεως, δεν κατανοείται λογικά, αλλά γίνεται πιστευτό καρδιακά και πνευματικά.
Γενικά τα θέματα της πίστεως δεν μπορούν να τεκμηριωθούν με τις μεθόδους των θετικών επιστημών, (πείραμα, παρατήρηση κλπ), αλλά βιώνονται με το κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης που καλείται ψυχή. Απλούστατα, τα δώρα της αναστάσεως του Χριστού στους ανθρώπους είναι η δυνατότητα να πολεμούμε και να νικούμε τα πάθη και τις αδυναμίες μας, να μπορούμε να μετανοούμε για τις αμαρτίες μας και να λαμβάνουμε άφεση από το Θεό, να ετοιμαζόμαστε για την αιωνιότητα και μάλιστα για την μετά του Χριστού αιώνια ζωή. Όλα δηλαδή, έχουν πνευματική διάσταση, που βεβαίως επιδρούν στο σύνολο άνθρωπο. Η πρώτη μας προσπάθεια για να ισχυροποιήσουμε την πίστη μας στην Ανάσταση, είναι να αποδεχθούμε πλήρως, ότι ο Παθών και Ταφείς Χριστός είναι ο ενανθρωπίσας Θεός. Τον Θεό δεν μπορεί να τον κρατήσει μέσα του ένα μνημείο!!!
Οι Ακολουθίες του Νυχθημέρου.
Ο Εσπερινός (ή Λυχνικόν). Τελείται περίπου κατά τη δύση του ηλίου και αποτελεί ευχαριστία για την ημέρα που λήγει και αίτηση της προστασίας του Θεού κατά την επερχόμενη νύχτα. Στον Εσπερινό ψάλλονται πάντοτε ύμνοι αναφερόμενοι στην εορτή ή τον άγιο της επόμενης ημέρας. Είναι λοιπόν ο Εσπερινός η εναρκτήρια ακολουθία κάθε εκκλησιαστικής ημέρας. Η ακολουθία του Εσπερινού στα κύρια σημεία της είναι πάντοτε ίδια, παρουσιάζει όμως κάποιες παραλλαγές. Οι βασικοί τύποι Εσπερινού είναι δύο: α) ο Εσπερινός με Είσοδο που είναι ο Εσπερινός των Κυριακών, των δεσποτικών εορτών και των εορταζομένων αγίων και β) ο Εσπερινός χωρίς είσοδο που είναι ο Εσπερινός των καθημερινών.