Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018

Η Έξοδος του Πατέρα.

Τρεις προσωπικότητες παρουσιάζει η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Τον Πατέρα και τους δύο Υιούς του. Τον υιό που ζητά το μερίδιο από την περιουσία και φεύγει μακρυά, πιστεύοντας ότι έτσι κατακτά τη ζωή του και τον μεγαλύτερο υιό που μένει μαζί με τον πατέρα. Και καλούμαστε και μεις να δούμε και να αποφασίσουμε τίνος το παράδειγμα θα ακολουθήσουμε στη ζωή μας στη σχέση μας με τον Θεό – Πατέρα μας.
Και δικαιούμαστε και μεις κάτι από την περιουσία Του. Όχι γιατί αφ’ εαυτού μας έχουμε το δικαίωμα να θέλουμε, αλλά διότι ο Θεός είναι Πατέρας. Όπως οι φυσικοί γονείς κληροδοτούν στα παιδιά τους από αγάπη ένα μέρος ή ολόκληρη την περιουσία τους, έτσι και ο Θεός, ως Πατέρας και Δημιουργός όλων μας, μοιράζει στον καθέναν από εμάς «το επιβάλλον μέρος της ουσίας» (Λουκ. 15, 12). Εκτός από όσα μας έχει δώσει στη φύση μας, δηλαδή να είμαστε εικόνες Του, έχοντας ως προνόμια την αγάπη, την δημιουργικότητα, την ελευθερία, το λογικό, μας δίνει και τα ιδιαίτερα χαρίσματα που ο καθένας μας έχει. Ό,τι δηλαδή χαρακτηρίζουν την προσωπικότητά μας, αλλά και το ένα και μοναδικό χάρισμα το οποίο αποτελεί το πολυτιμότερο δώρο που μας έχει προσφέρει: την σωτηρία από το κακό και τον θάνατο, την δωρεά της αιωνιότητας. Μόνη προϋπόθεση για να οικειωθούμε αυτό το δώρο είναι η κοινωνία με τον Θεό. Διότι η αυτονόμησή μας έχει ως αποτέλεσμα να προσπαθούμε μόνοι μας να βρούμε αυτή τη δωρεά, σε χώρα μακρινή, και κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, διότι ο άνθρωπος δεν έχει την δυνατότητα να νικήσει ένα άλλο στοιχείο της φύσης του, που είναι η μετοχή μας στον χρόνο, η αρχή και το τέλος.
Αν ακολουθήσουμε το παράδειγμα του νεώτερου παιδιού, φεύγουμε από το σπίτι Του-την Εκκλησία. Αυτό όμως, έχει ως αποτέλεσμα να σπαταλούμε τα χαρίσματά μας. Τα εξαντλούμε σε έναν εγωκεντρικό τρόπο ζωής, μετατρέποντας την αγάπη για τον Θεό και τον συνάνθρωπο σε αγάπη για τον εαυτό μας και μόνο. Την ελευθερία από τα πάθη και τις ανάγκες, σε ελευθερία από τον Θεό και αίσθημα εγωτικής αυτάρκειας. Την δημιουργικότητα που έχει ως σκοπό την προσφορά και την διάκριση, σε πνεύμα εξουσίας και υποταγής των πάντων στις ικανότητές μας. Το λογικό μας που έχει ως σκοπό την συνειδητοποίηση του νοήματος της ζωής, την παρατήρηση και την αναζήτηση τρόπων υγιούς συνύπαρξης, αλλά και την κατανόηση του κόσμου μας, σε εύρεση τρόπων να κάνουμε τους άλλους υποχείριά μας, σε έναν ορθολογισμό που απορρίπτει τον Θεό, σε θεοποίηση του νου μας. Παγιδευόμαστε τότε στην αίσθηση ότι μπορούμε να νικήσουμε την φύση μας με τη δύναμη της επιστήμης, της γνώσης, της τεχνολογίας, της ιατρικής. Να παγώσουμε τον χρόνο και να μην νικηθούμε από τον θάνατο.
Ο μεγάλος αδελφός, είτε από δειλία ή από βόλεμα έμεινε δίπλα στο Πατέρα, εντός της βασιλείας Του, η καρδιά του όμως ήθελε το δικό της μερίδιο. Δεν έβλεπε τον Θεό ως Πατέρα, αλλά ως Δεσπότη, ως Διοικητή μιας εταιρείας, μιας επιχείρησης στην οποία οι άνθρωποι δικαιούνται μερίδια και απαιτούν από Αυτόν δικαιοσύνη. Δεν είναι ο Ίδιος και η σχέση μας μαζί Του η χαρά και ο πλούτος, αλλά οι παροχές Του, τις οποίες ζητούμε να χαρούμε μόνοι μας, χωρίς Αυτόν, χωρίς την ευλογία Του. Έτσι φτάνουμε στο σημείο να μην βλέπουμε και τον πλησίον μας ως αδελφό μας, αλλά να μετρούμε τις δικές του πράξεις με γνώμονα το τι έχουμε προσφέρει εμείς, σε μία λογική δούναι και λαβείν. Οποιαδήποτε υστέρηση από τον Θεό σε μας που τόσα κάνουμε καλά, φαντάζει αδικία.
Ο μικρότερο υιός με θράσος ζητά από τον Πατέρα: «δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας». Κάνει την επανάστασή του, παρασυρόμενος από το διάβολο που προβάλει την φιληδονία, την φιλαυτία, την δόξα και την αναγνωρισιμότητα σε μακρινή χώρα.
Στο Ευαγγέλιο αυτός που σπατάλησε τα χαρίσματα και την «πατρική ουσία» ζώντας άσωτα επέστρεψε. Αυτός που μετρούσε στενόκαρδα και συμφεροντολογικά την παρουσία του στην Εκκλησία δεν γνωρίζουμε αν τελικά έμεινε σ’ αυτήν. Το ρίσκο της ελευθερίας μπορεί να φέρει μετάνοια. Πάντως και στις δύο περιπτώσεις ο Θεός Πατέρας εξέρχεται από το σπίτι. Τον ένα υποδέχεται και αποκαθιστά, τον άλλο τον παρακαλεί. Η αγάπη του Πατέρα είναι το μεγαλείο στη σχέση Θεού – ανθρώπου. Ας την αξιοποιήσουμε!