Πρόκειται για μία εντελώς διαφορετική θέαση της ζωής. Αντί να μιλά για την υπομονή ως φάρμακο στις δοκιμασίες, μιλά για τις δοκιμασίες που οδηγούν στην υπομονή. Δε θεωρεί τις δοκιμασίες απορριπτέες στη ζωή, αλλά ως την οδό που οδηγεί στην υπομονή. Η υπομονή χτίζεται με τις δοκιμασίες, δεν είναι έτοιμη κατάσταση. Και χρειάζεται η υπομονή στη ζωή μας, διότι γεννά χαρακτήρα δοκιμασμένο, δηλαδή χαλυβδωμένο και δυνατό, όχι ηττημένο, αλλά ανθεκτικό στην ήττα και τον πόνο και τον θάνατο. Αυτό βεβαίως δε συνεπάγεται αποδοχή τους, δηλαδή μοιρολατρία, αλλά επίγνωση των ορίων μας. Ότι δεν είμαστε αυτοί που ελέγχουμε τον κόσμο και τη ζωή, αλλά ο Θεός, ο οποίος επιτρέπει, για λόγους που Εκείνος γνωρίζει, συνήθως για τις αμαρτίες μας, να περνάμε δυσκολίες, να χάνουμε, να αισθανόμαστε ότι δεν είμαστε εμείς που ελέγχουμε και κυβερνάμε την οδό μας, αλλά όλα ανήκουν αλλού. Ακόμη και εκείνοι που ζούνε με την ψευδαίσθηση ότι είναι πανίσχυροι, συνειδητοποιούν το εφήμερο της δυναστείας τους. Και μόνο έτσι ο δοκιμασμένος χαρακτήρας μπορεί να σταθεί στα πόδια του. Να βρει την ελπίδα, δηλαδή την επίγνωση ότι τα πάντα είναι στον Θεό και Εκείνος θα βάλει το τελικό όριο τόσο στη δοκιμασία όσο και στην ήττα μας. Γιατί ακόμη και αυτά δείχνουν την αγάπη του Θεού, η οποία πλούσια έχει δοθεί στον καθέναν μας, δια του Αγίου Πνεύματος, και γεμίζει και ξεχειλίζει με περίσσεια ζωής τις καρδιές μας.
Οι άνθρωποι σκεπτόμαστε διαφορετικά. Παρασυρμένοι από τον πονηρό και από το κοσμικό πνεύμα θεωρούμε ότι δικαιούμαστε μία αμέριμνη ζωή ή μία ζωή στην οποία τα πάντα θα έρχονται όπως μας αξίζουν. Το αντίθετο είναι αδικία. Και αυτό το μεταφέρουμε και στη σχέση μας με τον Θεό. Ζητούμε από Εκείνον την εκπλήρωση των ονείρων μας για ευτυχία. Θεωρούμε ότι είναι Δίκαιος όταν μας δίνει αυτό που μας αρέσει. Και αναρωτιόμαστε συνεχώς γιατί να συμβαίνει το αντίθετο. Δε θέλουμε έναν Θεό που δε μας ευχαριστεί, που δεν επιτρέπει στη ζωή να πορεύεται σύμφωνα με τις επιθυμίες μας. Δε θέλουμε έναν Θεό που αφήνει να φαίνεται ένας τρόπος προβληματισμού για το εφήμερο και υπέρβασής του. Θέλουμε έναν Θεό που να καταφάσκει στο εδώ και τώρα μας, ώστε να μπορούμε να βλέπουμε τα πάντα στην προοπτική της στιγμής, της ευχάριστης στιγμής. Και γι’ αυτό είτε λησμονούμε τον Θεό, είτε Τον απορρίπτουμε, είτε Τον θυμόμαστε στις δοκιμασίες μας, όχι για να μας βοηθήσει να αντέξουμε, αλλά για να τις πάρει από μας.
Δεν είναι όμως αυτό το νόημα της χριστιανικής πίστης και γι’ αυτό οι πολλοί στέκουν αδιάφοροι έναντί της. Η πίστη που γεννιέται στην καρδιά αυτού που θέλει να αγαπήσει αληθινά τον Θεό δεν κοιτά το αποτέλεσμα, την ωφέλεια, το ευχάριστο, αλλά τη σχέση καθαυτή με Αυτόν που μας αγαπά. Η πίστη πηγάζει από την εμπιστοσύνη και είναι εμπιστοσύνη. Εμπιστεύομαι σημαίνει ότι αφήνω κατά μέρος κάθε προσανατολισμό προς τα έξω ή προς τον εαυτό μου και εργάζομαι σε ό,τι έχω κληθεί να παλέψω, υλικό, πνευματικό, κοινωνικό, με κριτήριο και έκβαση το θέλημα του Θεού.
Η πίστη χτίζεται. Ο δρόμος που περιγράφει ο Παύλος είναι ο τρόπος της. Η Εκκλησία δια του Αγίου Πνεύματος και της εμπειρίας της μάς δείχνει την οδό της αποδοχής του θελήματος του Θεού, της αποδοχής των ορίων μας, της αποδοχής της αγάπης του Θεού που χτίζει επιπλέον πίστη!