Σάββατο 13 Μαΐου 2017

τη προθέσει της καρδίας

Στην Αντιόχεια της Συρίας η Εκκλησία των Ιεροσολύμων απέστειλε τον απόστολο Βαρνάβα, για να μιλήσει και να ενισχύσει την εκεί χριστιανική κοινότητα. Ο απόστολος διαπίστωσε ότι υπήρχε χάρις Θεού, διάθεση καλή και απόφαση να παραμείνουν πιστοί οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως των δυσκολιών. Τους προέτρεψε τότε «τη προθέσει της καρδίας προσμένειν τω Κυρίω» (Πράξ. 11, 23). Να μένουν δηλαδή αφοσιωμένοι στον Κύριο, με όλη τους την καρδιά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα για πρώτη φορά οι μαθητές του Ιησού Χριστού να ονομαστούν «χριστιανοί», διότι η κοινότητα αυξήθηκε χάρις και στον ερχομό του αποστόλου Παύλου.
Ο λόγος του Βαρνάβα να παραμένουν με την πρόθεση της καρδιάς τους αφοσιωμένοι στον Κύριο είναι πολύτιμος και για μας σήμερα. Γιατί, αλήθεια, πού δίνουμε την καρδιά μας; Αν εξετάσουμε με ειλικρίνεια τον εαυτό μας θα δούμε ότι η καρδιά μας είναι γεμάτη πράγματα που μας ανήκουν ή που θα θέλαμε να μας ανήκουν. Ακόμη και τους ανθρώπους που έχουμε στην καρδιά μας, τους έχουμε ως κτήματα και όχι ως πρόσωπα.
Δίνω την καρδιά μου στο Θεό, σημαίνει ότι εμπιστεύομαι απόλυτα το θέλημα του Θεού, χωρίς να λυγίζω από τις όποιες δυσκολίες.
Δίνω την καρδιά μου σημαίνει ότι έχω αποφασίσει πως η σχέση μου με τον Θεό είναι το παν, προηγείται οποιασδήποτε άλλης σχέσης και όλα τα άλλα διαμορφώνονται με κριτήριο αυτήν και τις εντολές του Θεού, που απέδειξε και αποδεικνύει έμπρακτα την αγάπη Του προς τον καθέναν μας με τον Σταυρό και την Ανάστασή Του που απευθύνονται προσωπικά.
Δίνω την καρδιά μου σημαίνει ότι έχω επίγνωση πως ο χρόνος στον οποίο ζω υπάρχει για να βρω τον προσανατολισμό μου και να εργαστώ μ’ αυτόν.
Δίνω την καρδιά μου σημαίνει την απόφασή μου να συναντήσω τον συνάνθρωπό μου, ασχέτως αν αυτός είναι καλός ή ταιριαστός με μένα.
Δίνω την καρδιά μου σημαίνει ότι αγαπώ.
Δίνω την καρδιά μου σημαίνει ότι είμαι αληθινός και μαρτυρώ περί της αληθείας.
Δίνω την καρδιά μου σημαίνει ότι γίνομαι μάρτυρας της αναστάσεως και της αγιότητας.
Αυτό το μένω αφοσιωμένος με την πρόθεση της καρδιάς μου γεννά χριστιανούς οι οποίοι δε βλέπουν τη ζωή στην προοπτική της επικράτησης, αλλά στην προοπτική της προσφοράς, της συγχώρεσης και της επιμονής. Δεν διαλύει άμεσα αμφιβολίες και πειρασμούς, αλλά κάνει τον χριστιανό να έχει το εργαλείο της πίστης εντός του που τον βοηθά να πατήσει στα πόδια του. Και γίνεται μαρτυρία για τους άλλους ανθρώπους. Πιστεύοντας χλιαρά ή παραδοσιακά ή χωρίς αφοσίωση, σημαίνει ότι τελικά αυτό που ζητά ο Χριστός από εμάς να γίνουμε φως και να δίνουμε φως, για να δοξάζεται ο Θεός, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Κι εδώ έγκειται η ευθύνη μας. Ο χριστιανός καλείται να μοιραστεί το φως που λαμβάνει στη ζωή της Εκκλησίας αφού δώσει την καρδιά του σ΄αυτό. Και τότε δε θα νιώσει μόνος του, αλλά θα βλέπει στη ζωή του να απλώνεται η χάρη του Θεού, να τον ομορφαίνει και να τον αγιάζει παρά τους διωγμούς και τις δυσκολίες. Όταν αγαπάς τον Θεό, μαθαίνεις να αγαπάς τα πάντα στον κόσμο και να έχεις μία σταθερότητα που σε βοηθά να γίνεσαι σημείο αναφοράς, σημείο αλήθειας και αγάπης. Ό,τι δηλαδή λείπει από τα πρότυπα και τις ιδέες του κόσμου.