Οι θρησκείες, από τη στιγμή που ο άνθρωπος ερχόταν σε επίγνωση και κατανοούσε ότι απέναντι στον Θεό είχε φταίξιμο, αμαρτία, αποτυχία, με συνοδευτικό την ενοχή, είχαν καθιερώσει μία σειρά καθαρμών, εξιλαστήριων τελετών, με κύριο γνώρισμά τους τη θυσία ζώων. Ήταν μέσα στη λογική και πρακτική τους δεδομένο ότι το αίμα των ζώων, αντί για το ανθρώπινο, έκανε τον θεό λιγότερο εξοργισμένο. Ήταν μια σχέση δούναι και λαβείν. Ο θεός ευχαριστιόταν διότι ο άνθρωπος είχε κάτι να δώσει σ’ αυτόν ως αντάλλαγμα για ό,τι εκείνος του είχε προσφέρει, και μάλιστα αντί για τις αμαρτίες του, που προσβάλλουν τον θεό. Αλλά και ο άνθρωπος ηρεμούσε, διότι με αυτόν τον τρόπο ένιωθε ότι οι αμαρτίες του δε θα ήταν εμπόδιο στο να έχει την εύνοια του Θεού, πόσο μάλλον να μην κινδυνεύσει με κάποια αιώνια καταδίκη από τη στιγμή που θα έφευγε από αυτή τη ζωή.
Η πνευματική παράδοση της πίστης μας άλλαξε αυτή την αντίληψη. Κατήργησε τις θυσίες, διότι είναι ο Υιός του Θεού τώρα ο Οποίος προσφέρει άπαξ το Αίμα Του για να σωθεί ο άνθρωπος. Μάλιστα, ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Εβραίους, επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Ει γαρ το αίμα ταύρων και τράγων και σποδός δαμάλεως ραντίζουσα τους κεκοινωμένους αγιάζει προς την της σαρκός καθαρότητα, πόσο μάλλον το αίμα του Χριστού» (Εβρ. 9, 13-14). «Αν το αίμα των ταύρων και των τράγων και το ράντισμα με τη στάχτη του δαμαλιού εξαγνίζουν τους θρησκευτικά ακάθαρτους, καθαρίζοντάς τους εξωτερικά, πόσο μάλλον το αίμα του Χριστού». Ο Χριστός έδωσε το Αίμα Του στον Σταυρό για όλους τους ανθρώπους, όχι μόνο για τους τότε αλλά και για όσους θα ζούνε μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία. Γι’ αυτό και δε χρειάζεται στο εξής να γίνεται οποιαδήποτε θυσία. Μάλιστα, σε κάθε θεία λειτουργία έχουμε ανάμνηση της θυσίας του Κυρίου στον Γολγοθά και ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλονται, δια της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος, σε σώμα και αίμα Χριστού. Όποιος κοινωνεί τον εσταυρωμένο και αναστάντα Κύριο λαμβάνει άφεση αμαρτιών και ζωή αιώνιο και δεν χρειάζεται να θυσιάσει κάτι από αυτόν τον υλικό κόσμο, για να λάβει τον εξιλασμό.
Μας αγιάζει το σώμα και το αίμα του Χριστού. Και υπερβαίνει τη λογική του δούναι και λαβείν στη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό. Δε χρειάζεται ο Θεός κάτι από τον άνθρωπο. Ποτέ άλλωστε δε χρειαζόταν. Αν ήταν έτσι, δε θα ήταν πλήρης και τέλειος. Ο άνθρωπος χρειάζεται τις προϋποθέσεις για να μπορεί να οικειωθεί τη χάρη του Θεού, να βιώσει με όλη του την ύπαρξη την παρουσία του Ζώντος Θεού και να αγιασθεί. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος καλείται να εναποθέσει τις αμαρτίες του, τα λάθη του, την επίγνωση για τα πάθη, τον εγωισμό του, την αυτοθέωσή του στην Εκκλησία, να μετανοήσει και να αγωνιστεί να ξεκινήσει μία καινούργια ζωή, για να αφήσει χώρο στην ύπαρξή του για τον Θεό. Να γίνει δεκτική η ύπαρξή του στη χάρη του Θεού η οποία συνεχώς δίδεται σε όσους έχουν βαπτιστεί, αλλά η καρδιά μας δεν είναι ανοιχτή και έτοιμη να την καταστήσει ενεργή. Εμείς έχουμε ανάγκη τον Θεό.
Καθώς πλησιάζουμε προς το Πάσχα ας θυμόμαστε ότι η σχέση μας με τον Θεό πλέον δεν είναι σχέση δούναι και λαβείν, αλλά βήματα οικειότητας από εμάς προς τον Θεό, ο Οποίος μας απέδειξε ότι μας θεωρεί οικείους Του νικώντας τον θάνατο για λογαριασμό μας στο Πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού. Ας θυμόμαστε ότι δεν μας σώζουν τα λόγια και οι καλές πράξεις, αλλά η μετοχή μας στο ποτήριο της ζωής, η κοινωνία του σώματος και του αίματος του Χριστού. Προϋπόθεση η άσκηση και η διάκριση. Και ας ξεκινούμε να εορτάσουμε το Πάσχα έχοντας πάρει την απόφαση μέσα από την μετοχή μας στη λειτουργία να βλέπουμε τα πάντα και τους πάντες στη ζωή μας με άλλη ματιά. Και όλα αυτά στην Εκκλησία, η οποία δεν είναι ένα θρησκευτικό κατάλοιπο του παρελθόντος, αλλά ο χώρος και ο τρόπος της θυσίας του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου.