Η ιστορία της Εκκλησίας επιβεβαιώνει συνεχώς αυτόν τον λόγο. Δεν είναι μόνο οι μάρτυρες του αίματος. Είναι και οι μάρτυρες της συνείδησης.
Είναι όλοι αυτοί οι οποίοι επέλεξαν να μην προσαρμοσθούν στο κοσμικό πνεύμα, δηλαδή στην όψη της αμαρτίας.
Είναι αυτοί που εγκατέλειψαν την κοσμική πραγματικότητα και πάλεψαν με τον εαυτό τους και τα πάθη τους στα μοναστήρια, στις σπηλιές, στις οπές της γης, στην έρημο και στα όρη.
Είναι αυτοί οι οποίοι πάλεψαν να κρατήσουν τίμιο τον γάμο τους και την κοίτη τους αμίαντο.
Αυτοί οι οποίοι είχαν τη δυνατότητα, αφήνοντας κατά μέρος τον νόμο του Θεού, να γίνουν πλούσιοι και ισχυροί, αλλά διάλεξαν να μείνουν πιστοί στα όσα το Ευαγγέλιο και η Εκκλησία λέει, και ας χάσουν.
Αυτοί που μάτωσαν εσωτερικά για να συγχωρήσουν ενώ μπορούσαν να τιμωρήσουν και να εκδικηθούν.
Αυτοί που δεν απάντησαν, ενώ μπορούσαν να ανταποδώσουν τα λεκτικά και άλλα χτυπήματα.
Είναι αυτοί που βλέπουν την εξουσία που έχουν ως διακονία και υπηρεσία προς τον άλλον και όχι ως ευκαιρία απόλαυσης.
Γιατί όμως διώκονται όλοι όσοι θέλουν να ζούνε με ευσέβεια, η οποία δεν έχει να κάνει μόνο με την εξωτερική συμπεριφορά, αλλά με την ταπείνωση της ψυχής και την απόφαση το Ευαγγέλιο να είναι ο οδηγός τους;
Η απόρριψη του κόσμου και ο διωγμός έχει να κάνει με την μισαλλοδοξία που γεννά ένας άλλος τρόπος σκέψης και ζωής σε εκείνους που κρίνονται. Ο εγωισμός τους κινδυνεύει από αυτόν που εκφράζει κάτι διαφορετικό, κάτι που τις περισσότερες φορές δείχνει μεγαλείο ψυχής. Ακόμη, οι άνθρωποι ελέγχονται από τον ευσεβή. Ενοχλούνται από την ίδια την ύπαρξή του, διότι τους υπενθυμίζει τι είναι αυτό που δεν ζούνε εκείνοι. Τους υπενθυμίζει Ποιον και Τι απορρίπτουν, δηλαδή τον Χριστό και το Ευαγγέλιο. Και το πρόσωπο που παλεύει να ζήσει ευσεβώς εν Χριστώ Ιησού προκαλεί αντιδράσεις. Ειρωνείες. Απόρριψη. Θα ήταν καλό να μην υπάρχει. Και σε όλον αυτόν τον πόλεμο, βάζει και ο διάβολος το δικό του χέρι.
Όσοι είμαστε χριστιανοί χρειάζεται να γνωρίζουμε ότι η ιδιότητά μας αυτή δεν μας εξασφαλίζει άνεση στη ζωή, αλλά το αντίθετο: διωγμό. Όμως εδώ είναι το μεγάλο δώρο: ο Χριστός είναι παρών και μας ενισχύει και δεν μας αφήνει στη μοναξιά, τον φόβο, τον πειρασμό. Ας αγαπήσουμε την ευσέβεια, όπως αυτή βιώνεται στην εκκλησιαστική ζωή. Την τήρηση του Ευαγγελίου, την μαρτυρία της αγάπης, την μετοχή μας στην λειτουργική ζωή τόσο με τους τύπους όσο και με την ουσία της. Ας δώσουμε με σταθερότητα την μαρτυρία μας και ας μην υποκύψουμε στον πειρασμό και την κοσμικότητα. Κυρίως, ας μη φοβηθούμε. Η Ιστορία έδειξε ότι η πίστη δε νικιέται, ακόμη κι αν περιορίζεται σε λίγους!